Κεφάλαιο
14
Η Μαρίνα μπήκε στο σπίτι
και κοντοστάθηκε, την υποδέχτηκε μια ευχάριστη θαλπωρή και η μυρωδιά κάτι
ψημένου. Έβγαλε το παλτό και το κασκόλ της και προχώρησε στο σαλόνι που
φωτιζόταν από την φωτιά στο τζάκι και μερικά κεριά σε μια πέτρινη βάση κοντά
στην μπαλκονόπορτα.
Ο Μιχάλης ήταν καθισμένος
στο χαλί μπροστά στο τζάκι και δίπλα του με το κεφάλι της στα πόδια του ήταν
ξαπλωμένη η Λυδία. Ήταν σκεπασμένη και φαινόταν να κοιμάται ενώ ο Μιχάλης
διάβαζε. Η Μαρίνα τους πλησίασε.
-Μιχάλη, είπε απαλά.
Εκείνος ανέβλεψε.
-Πώς είσαι; τη ρώτησε.
-Μια χαρά, όλα καλά. Το
αυτοκίνητο είναι για απόσυρση αλλά δεν πειράζει, αρκεί που βγήκαμε σώες εμείς.
-Κρίμα, ήταν καινούριο
ακόμα.
-Η ασφάλεια θα μας
αποζημιώσει.
Η συζήτησή τους ξύπνησε
την Λυδία που πετάχτηκε όρθια.
-Μαμά!
Η Μαρίνα αγκάλιασε την
κόρη της και της χάιδεψε τα μαλλιά. Ο Μιχάλης σηκώθηκε από κάτω ενώ το
κοριτσάκι έλεγε χαρούμενο:
-Μαμά, είδες τον τεράστιο
χιονάνθρωπο που φυλάει την είσοδο;
-Ναι, είπε η Μαρίνα με
ένα χαμόγελο, εσύ τον έφτιαξες;
-Με βοήθησε και ο
Μιχάλης, απάντησε το κοριτσάκι, και φτιάξαμε και ένα μεγάλο κάστρο!
-Το είδα και αυτό, είχατε
βλέπω κέφια! Γύρνα τώρα στα ζεστά σου να κοιμηθείς.
Το κοριτσάκι επέστρεψε
μπροστά στο τζάκι και σκεπάστηκε καλά.
-Ο Μιχάλης μού έψησε
ψωμάκια με τυρί και φάγαμε, είπε.
-Α, μάλιστα αυτό ήταν που
μου μύρισε, είπε η Μαρίνα.
-Τα ψήσαμε στο τζάκι,
είπε ο Μιχάλης, δεν έχουμε ρεύμα. Ευτυχώς το τζάκι κάνει τη δουλειά του και για
ψήσιμο και για θέρμανση, ξύλα έχετε και τρόφιμα επίσης.
Η Μαρίνα τον αγκάλιασε.
-Σε ευχαριστώ για όλα,
σήμερα στάθηκες φύλακας άγγελος για την οικογένειά μας.
-Αυτό κάνουν οι φίλοι,
είπε ο Μιχάλης.
-Εμάς μας έσωσες, από
κάθε άποψη. Άσε που έκανες και την νταντά.
Ο Μιχάλης δεν πρόλαβε να
πει τίποτα γιατί χτύπησε το κινητό του.
-Ναι, είπε και
απομακρύνθηκε από το τζάκι για να μην ξυπνήσει την Λυδία που είχε αποκοιμηθεί
πάλι.
-Είχες απόλυτο δίκιο,
είπε από την άλλη άκρη της γραμμής ο Ραξής. Βρήκα τον γιατρό και τα ομολόγησε
όλα. Ειδικά αφού δεν κινδυνεύει να διωχθεί μετά από τόσα χρόνια. Τι σκοπεύεις
να κάνεις;
-Τίποτα, την περιέργειά
μου ήθελα να ικανοποιήσω και να επιβεβαιώσω τα συμπεράσματά μου.
-Μπορείς να με βοηθήσεις
σε κάτι;
-Στην διάθεσή σου. Τι
ψάχνουμε; Δολοφόνο;
-Ναι, αλλά δεν με νοιάζει
να βρεις τον δολοφόνο. Από εσένα θέλω να προστατέψεις ένα πιθανό θύμα.
-Για λέγε.
Τα τζάμια του πούλμαν
είχαν θολώσει, παρότι δεν είχαν την θέρμανση να δουλεύει, η διαφορά
θερμοκρασίας ήταν αρκετή για να προκαλεί το φαινόμενο. Καθώς έπεφτε το σκοτάδι,
δεν έβλεπαν τίποτα έξω. Είχαν ντυθεί ζεστά και είχαν ανεβάσει από τις αποσκευές
και ό,τι είχαν για σκέπασμα, παλτά και μπουφάν. Είχαν καθίσει εδώ και εκεί μέσα
στο πούλμαν και μιλούσαν. Ο Γουίλλιαμ καθόταν στην ίδια θέση με την Βελίκα να έχει
και πάλι καθίσει δίπλα του. Η κοπέλα είχε ακουμπήσει το κεφάλι της στο στέρνο
του και είχε κλείσει τα μάτια της.
-Θα μπορούσα να μείνω
έτσι για πάντα, μουρμούρισε.
Ο Γουίλλιαμ χάδευσε την
πλάτη της και τα μαλλιά της με τρυφερότητα.
-Δεν με νοιάζει να
περάσουμε την νύχτα εδώ μόνοι μας.
-Θα κάνει κρύο όσο θα
πέφτει η νύχτα, είπε ο Γουίλλιαμ.
-Θα τα καταφέρουμε, είπε
η Βελίκα.
Στην απέναντι πλευρά του
διαδρόμου ήταν ξαπλωμένη η Ιωάννα, η κοπέλα είχε γείρει στην θέση της και την
διπλανή και είχε βυθιστεί σε έναν ανήσυχο ύπνο αλλά τώρα σηκωνόταν.
-Πώς είσαι; την ρώτησε η Βελίκα.
-Όχι καλά, αλλά θέλω να
πάω… ξέρεις… προς νερού μου…
-Θες να έρθω μαζί σου;
-Αν δεν σε πειράζει… θα
νιώθω πιο σίγουρη.
Πήγανε στην μπροστά πόρτα
που η Χατζή είχε μόλις ανοίξει. Ο Αλέξης πήγαινε να δει για την εξάτμιση πριν
βάλουν την μηχανή μπροστά και να ζεσταθεί λίγο το πούλμαν. Ο Γουίλλιαμ τις
ακολούθησε.
-Είναι σκοτάδι πια, μην
πάτε μακριά, είπε.
Στάθηκε δίπλα στην πόρτα
ενώ γύριζε ο Αλέξης.
-Εντάξει, είπε εκείνος. Η
εξάτμιση είναι ελεύθερη.
-Άρα προς το παρόν έχουμε
θέρμανση.
Ο Αλέξης ένευσε και μετά
κοίταξε το ρολόι του.
-Δεν θα έπρεπε να έχει
έρθει κάποια βοήθεια;
-Αν έχει αυτόν τον καιρό
παντού, δεν θα βρουν βοήθεια πριν φτάσουν σπίτι και τότε πια δεν ξέρω ποιον θα
μπορούν να στείλουν. Θα βγάλουμε την νύχτα εδώ.
-Το πιστεύεις;
-Ναι.
Ο Αλέξης κούνησε το
κεφάλι του.
-Το φοβόμουν αυτό,
καταλήγω και εγώ σε αυτό το συμπέρασμα. Πρέπει να οργανωθούμε για να περάσουμε
την νύχτα.
Την συζήτησή τους διέκοψε
ο ήχος μηχανής από το δρόμο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου