Ευχές

Author: Νυχτερινή Πένα /

Λίγο πριν την αλλαγή της χρονιάς να ευχηθώ σε όλους εκεί έξω, το νέο έτος να είναι ευτυχισμένο, δημιουργικό, ευλογημένο με εκείνα που ο καθένας περιμένει από αυτό.

Καλή Χρονιά.

Ημερολόγιο Συγγραφέα 5

Author: Νυχτερινή Πένα /

Λίγο πριν το τέλος του έτους ήρθε η ώρα για έναν συγγραφικό απολογισμό. Τι κατόρθωσα μέσα στο έτος; Για το 2024 είχα θέσει αυτούς τους στόχους (που αυξάνονταν όσο προχωρούσε το έτος):

1. Την ολοκλήρωση της περιπέτειας που αποτελεί συνέχεια της Επιχείρησης Ιωνία (ολοκληρώθηκε)

2. Την ολοκλήρωση της περιπέτειας Μέρες του Φθινοπώρου (ολοκληρώθηκε).

3.  Ένα βιβλιοπαιχνίδι (σχεδιάζεται).

4. Μια περιπέτεια εν μέσω μιας σφοδρής καταιγίδας (ολοκληρώθηκε)

5. Το πέμπτο και τελευταίο βιβλίο των Χρονικών της Έρεμορ (είναι έτοιμο προς έκδοση)

6. Μια ιστορική περιπέτεια στο Βυζάντιο, το ποια θα είναι ακριβώς έχει ακόμα να αποφασιστεί μιας και έχω τρία σενάρια κατά νου. (επέλεξα μία και σχεδιάζεται)

7.  Πιθανώς μια ιστορία για το 1922 (γράφτηκε και σκέφτομαι κάτι πιο μεγάλο τώρα)

8.  Το επόμενο της σειράς με τις Σταυροφορίες (ολοκληρώθηκε)

9.   Μερικά ποιητικά έργα (γράφτηκαν πολλά)

10.  Μια περιπέτεια δράσης που ίσως δημοσιευθεί σε συνέχειες.

11. Το ιστολόγιο, είναι και αυτό ένα έργο αρκετών λέξεων (9469 για φέτος)

12. Μια μικρή περιπέτεια στα σύνορα Ελλάδας Τουρκίας. (ολοκληρώθηκε)

13. Μια αναθεώρηση στο Αγιολόγιο (ολοκληρώθηκε)

14. Μια αναθεώρηση στο Απολυτικάριο μιας και μαζεύτηκαν πολλές σημειώσεις να ενσωματωθούν (ολοκληρώθηκε)

15. Η συνέχεια στις Μέρες του Φθινοπώρου (έγινε το 10)

16. Μια σειρά από διηγήματα (γράφτηκαν τρία)

Μπορώ να πω ότι ήταν γεμάτο και ικανοποιητικό το 2024 και πάω με ένα μόλις έργο στο επόμενο έτος. Φυσικά δεν θα μείνω σε αυτό μόνο. Τι θα γράψω στο 2025; Αυτό θα το δούμε αύριο!

Rune War

Author: Νυχτερινή Πένα /

After his missions in southeastern Magnamund, the Grand Master returns to Summerland and his Kai brothers to rest. But the respite does not last long. A new danger emerges: the ever-warlike realm of Eldenora attacks its neighbours and seems to possess a terrifying new weapon—legions of lizard-like beings thought to have vanished for centuries. Its leader has recovered the runes of Agarash in the Damned, and unless they are destroyed, he cannot be defeated.

A challenging mission behind enemy lines awaits our hero this time. He must traverse occupied territories and Eldenora itself, all the way to its fortified capital, and infiltrate its citadel to accomplish his mission. A mission that demands not only martial prowess but also all his skills at their peak.

Ο Πόλεμος Των Ρούνων

Author: Νυχτερινή Πένα /

Μετά τις αποστολές του στην νοτιοανατολική Μάγκανμουντ ο ήρωας επιστρέφει στην Σάμμερλαντ και στους αδερφούς του πολεμιστές για να ξεκουραστεί. Αλλά η ανάπαυση δεν κρατά πολύ. Ένας νέος κίνδυνος εμφανίζεται, το πάντα πολεμοχαρές βασίλειο της Ελντενόρα επιτίθεται στους γείτονές του και φαίνεται να διαθέτει ένα νέο τρομερό όπλο, στρατιές από σαυρόμορφα όντα που έχουν εξαφανιστεί από αιώνες. Ο ηγέτης του έχει ανακτήσει του ρούνους του Άγκαρας στο Καταραμένου και αν δεν καταστραφούν αυτοί, δεν μπορεί να ηττηθεί.

Μια δύσκολη αποστολή πίσω από τις εχθρικές γραμμές περιμένει τον ήρωά μας αυτή τη φορά. Πρέπει να διασχίσει τα κατεχόμενα εδάφη αλλά και την ίδια την Ελντενόρα ως την οχυρή πρωτεύουσα και να μπει στην ακρόπολή της για να πετύχει την αποστολή του. Μια αποστολή στην οποία δεν αρκεί η πολεμική δεινότητα αλλά θα χρειαστούν και όλες οι ικανότητές του έπακρο.

Η Σφαγή Των Νηπίων

Author: Νυχτερινή Πένα /

Είχε περάσει πάνω από ένας μήνας. Ένας μήνας για ένα ταξίδι μιας ημέρας το πολύ και μιας για την επιστροφή, και πόσο είχαν μείνει με το βρέφος βασιλιά που αναζητούσαν; Δεν χωρούσε παρερμηνεία, τον είχαν εξαπατήσει. Είχαν φύγει χωρίς να τον ενημερώσουν!

Αλλά δεν θα περνούσε αυτό έτσι, δεν θα γλίτωνε το μωρό από την αφελή τους αυτή κίνηση. Θα το έβρισκε και θα το σκότωνε, μετά… Μετά θα ερχόταν και η δική τους σειρά. Κανείς δεν μπορούσε να τα βάλει μαζί του και να νικήσει, ούτε άρχοντας, ούτε λαός, ούτε ένα βρέφος βασιλιάς και ας το προφήτευαν όσα άστρα ήθελαν!

Κάλεσε τον αρχηγό της βασιλικής σωματοφυλακής και διέταξε:

-Θα πας στη Βηθλεέμ και τα περίχωρά της με τους καλύτερους άνδρες σου. Θα σκοτώσετε όλα τα αγόρια… είπε ο Ηρώδης και σταμάτησε.

Αλήθεια πόσο να ήταν τώρα το μωρό βασιλιάς; Έκανε έναν πρόχειρο υπολογισμό με βάση όσα του είχαν πει οι μάγοι. Ενός; Κάπου εκεί το περισσότερο. Ακόμα και αν είχε γεννηθεί όταν είδαν το αστέρι πρώτη φορά δεν θα ήταν πάνω από ενός έτους. Αλλά αν ήταν μεγαλόσωμο και έμοιαζε με πιο μεγάλο και το παρουσίαζαν σαν τέτοιο; Καλύτερα να ήταν σίγουρος.

-Θα σκοτώσετε όλα τα αγόρια από δύο ετών και κάτω! πρόσταξε.

Ο αρχηγός της βασιλικής φρουράς παρά τις θηριωδίες που είχε διαπράξει υπό τις διαταγές του βασιλιά έμεινε άφωνος. Αυτό ήταν ανήκουστο. Τέτοια σφαγή ακόμα και ο ίδιος δεν μπορούσε να την διανοηθεί. Δεν έφερε καμία αντίρρηση ωστόσο. Έφυγε αμέσως να εκτελέσει τη διαταγή. Θα κατέφτανε σαν άγγελος του θανάτου στην κοιμισμένη κωμόπολη για να σπείρει την καταστροφή.

Αλλά ο Θεός δεν μπορεί να νικηθεί από κανέναν άνθρωπο, όσο πανούργος και ισχυρός και αν είναι. Την ίδια νύχτα άγγελος εμφανίσθηκε στον ύπνο του Ιωσήφ και του είπε:

-Σήκω, πάρε το παιδί και τη μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο και μείνε εκεί ως που να σου πω. Γιατί ο Ηρώδης θα ψάξει για το παιδί για να το σκοτώσει.

Χωρίς στιγμή να διστάσει ο Ιωσήφ πήρε την Μαρία και το κοιμισμένο μωρό και ετοιμάστηκε για μια ακόμα φορά να βρεθεί στους δρόμους, και μάλιστα δρόμους που δεν είχε ταξιδέψει. Άφησε πίσω την βυθισμένη στον ύπνο Βηθλεέμ, που θα ξυπνούσε στο γοερό θρήνο των μανάδων που έκλαιγαν τα παιδιά τους, και χάθηκε στην έρημο, πεζός ο ίδιος και η Παναγία με τον Ιησού στο γαϊδουράκι τους.

Με το πρώτο φως της μέρας οι στρατιώτες του Ηρώδη αιματοκύλισαν την γενέτειρα του Δαυίδ εκπληρώνοντας την προφητεία του προφήτου Ιερεμίου:

«Φωνή εν Ραμά ηκούσθη,

θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς,

Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής

και ουκ ήθελε παρακληθήναι,

ότι ουκ εισίν,»

Ο οδυρμός των μητέρων την ημέρα εκείνη δεν είχε τελειωμό και παρηγοριά πάνω από τα θύματα της παραφροσύνης του Ηρώδη, σαν να έκλαιγε μαζί τους και η προμήτορά τους Ραχήλ για τα χαμένα αυτά παιδιά της.

Το πρώτο αίμα για τον Χριστό είχε χυθεί, και οι πρώτοι μάρτυρες, έστω και ακούσιοι, είχαν λάβει τον στέφανο του μαρτυρίου τους.

 

Ο Ιωσήφ δεν ήξερε τίποτα από όλα αυτά, είχε ήδη απομακρυνθεί πολύ από τη Βηθλεέμ όταν άρχισε η σφαγή. Εκείνος και η Παναγία μητέρα με το Θείο Βρέφος ζούσαν ένα άλλο θαύμα. Παρότι βάδιζαν σε έναν δρόμο που διέσχιζε την έρημο προς το Σινά και την Αίγυπτο δεν βίωναν καθόλου ζέστη, όχι την κάψα της ερήμου αλλά ούτε καν τη ζέστη ενός καλοκαιρινού μεσημεριού.

Παράξενο, συλλογιζόταν ο Ιωσήφ όπως περπατούσε στο πλάι της Μαρίας και του μωρού που ταξίδευαν πάνω στο γαϊδουράκι τους, έχω ακούσει ότι στην έρημο οι ταξιδιώτες έχουν την ψευδαίσθηση πολλές φορές της δροσιάς στην όαση αλλά εδώ φαίνεται η δροσιά να είναι αληθινή και η έρημος μια ψευδαίσθηση.

Η πλάση γύρω τους έβρισκε την προπτωτική της αγαθότητα και ήταν και πάλι φιλική και φιλόξενη χάρη στην παρουσία του δημιουργού και Θεού. Ζώα έρχονταν να περπατήσουν κοντά τους και δεν τους πείραζαν, ακόμα και τα φοβερά λιοντάρια της ερήμου, και μια φοινικιά έγειρε για να τους προσφέρει σκιά από τον ήλιο όταν σταμάτησαν να ξεκουραστούν ενώ μια πηγή ανέβλυσε για να ξεδιψάσουν.

Σαν ξυλουργός στην Αίγυπτο ο Ιωσήφ δεν δυσκολεύθηκε να βρει δουλειά και υπήρχε παροικία συμπατριωτών του εκεί από την εποχή της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας. Έμειναν στην Αίγυπτο για κοντά δύο χρόνια και μετά επέστρεψαν στην Ναζαρέτ αφού ο άγγελος σε όνειρο είπε στον Ιωσήφ ότι είχε πεθάνει ο Ηρώδης.

Το έγκλημα της σφαγής των νηπίων ήταν από τα τελευταία του γηραιού βασιλιά. Μια αρρώστια τον πρόσβαλλε που έκανε το σώμα του να σαπίσει όσο ήταν ακόμα ζωντανός και να σκουληκιάσει ενώ σχεδίαζε τη δολοφονία του γιου του Αντίπατρου που συνωμοτούσε εναντίον του. Πέθανε με φοβερούς πόνους αλλά ακόμα και σε αυτήν την κατάσταση εκτέλεσε τον Αντίπατρο. Είχε διατάξει να εκτελεστούν και όλοι οι πολιτικοί και θρησκευτικοί άρχοντες για να θρηνήσει αναγκαστικά όλη η χώρα με το θάνατό του αλλά η διαταγή δεν εκτελέστηκε ποτέ.

Η Προσκύνηση Των Μάγων

Author: Νυχτερινή Πένα /

Πάνω από χίλια χρόνια πριν τη γέννηση του Χριστού όταν οι Ισραηλίτες πορεύονταν προς τη γη της επαγγελίας είχαν εμπλακεί σε πόλεμο με τους Μωαβίτες. Ο βασιλιάς εκείνων Βαλάκ είχε καλέσει έναν ονομαστό Χαλδαίο προφήτη, τον Βαλαάμ, για να τους καταραστεί. Ειδοποιημένος από άγγελο Κυρίου ο Βαλαάμ όχι μόνο δεν καταράστηκε τον Ισραήλ αλλά αντίθετα τον ευλόγησε και μέσα στην ευλογία προφήτευσε:

«Δείξω αυτώ, και ουχί νυν, μακαρίζω, και ουκ εγγίζει. Ανατελεί άστρον εξ Ιακώβ και αναστήσεται άνθρωπος εξ Ισραήλ, και θραύσει τους αρχηγούς Μωάβ».

Στους επόμενους αιώνες οι σοφοί των Χαλδαίων που μελετούσαν τα ουράνια σώματα είχαν πάντα την προσοχή τους στην έλευση ενός νέου άστρου. Σε κάθε γενιά υπήρχαν οι σοφοί που είχαν στραμμένο το βλέμμα στον ουρανό.

Τρεις από αυτούς ήταν ο Μελχιόρ, ο Γασπάρ και ο Βαλτάσαρ. Μελετούσαν με προσοχή τον ουρανό και τα μυστικά της δημιουργίας περιμένοντας ένα σημάδι. Η αναμονή τους ανταμείφθηκε όταν λίγο καιρό πριν, είδαν ένα νέο λαμπρό αστέρι και ξεκίνησαν να το ακολουθήσουν.

Ταξιδεύοντας όσο πιο γρήγορα μπορούσαν με άλογα και καμήλες ξεκίνησαν από την πατρίδα τους για τη γη της επαγγελίας. Πλησιάζοντας στην Ιερουσαλήμ έχασαν από τον ουρανό το αστέρι. Σίγουροι ότι οι Ιουδαίοι που περίμεναν τόσους αιώνες την εκπλήρωση των προφητειών θα είχαν σπεύσει να αναγνωρίσουν το νεογέννητο βασιλιά πίστεψαν ότι είχαν φτάσει στον προορισμό τους.

Μπήκαν στην πόλη ρωτώντας που είχε γεννηθεί ο νέος βασιλιάς. Τα νέα φτάσανε στα αυτιά του βασιλιά Ηρώδη που ταράχθηκε πολύ και μαζί του ταράχθηκε όλη η πόλη.

Ο Ηρώδης καθόταν στο θρόνο του Δαυίδ σαν βασιλιάς του Ισραήλ αλλά δεν ήταν απόγονος του μεγάλου βασιλιά και προφήτου, καλά - καλά δεν ήταν ούτε Ιουδαίος. Ήταν Ιδουμαίος και φίλος των Ρωμαίων που τον είχαν ανεβάσει στο θρόνο. Γνώριζε ωστόσο ότι οι υπήκοοί του δεν τον δέχονταν γιατί ήταν επιλογή των κατακτητών και όχι απόγονος του Δαυίδ και έτσι είχε πάντα τα αυτιά του τεντωμένα για να μαθαίνει κινήσεις εναντίον της εξουσίας του τις οποίες κατέστειλε άμεσα και με σκληρότητα. Δεν είχε διστάσει να εκτελέσει και άτομα της οικογενείας του με την υποψία συνωμοσίας.

Τώρα αναστατώθηκε με την ιδέα ότι είχε γεννηθεί ένας βασιλιάς που τον ανήγγειλαν οι προφήτες. Ήξερε πολύ καλά το λαό που κυβερνούσε και ήξερε πόσο επικίνδυνος θα ήταν ένας τέτοιος βασιλιάς και μάλιστα ένας που θα τον αναγνώριζαν ακόμα και τόσο επιφανείς ξένοι.

Πηγαινοερχόταν σαν λιοντάρι στο κλουβί στην αίθουσα του θρόνου με το πρόσωπο συννεφιασμένο, συνοφρυωμένος προσπαθούσε να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του και να αποφασίσει τι θα έπρεπε να κάνει. Έπρεπε να μάθει τι ήξεραν εκείνοι οι ξένοι, είχε ήδη στείλει να τους φέρουν. Ήταν ανάγκη να τους εξαπατήσει για να μιλήσουν, δεν μπορούσε να τους αναγκάσει. Ήταν ξένοι άρχοντες.

Ένας υπηρέτης του βασιλικού οίκου μπήκε στην αίθουσα και ανήγγειλε την άφιξη των διδασκάλων που είχε καλέσει ο βασιλιάς. Ο Ηρώδης κάθισε στο θρόνο και στο πρόσωπό του απλώθηκε η συνήθης παγερή, απαθής έκφραση.

-Μεγαλειότατε προσκυνούμε.

Ο Ηρώδης τους κοίταξε για μια στιγμή αφήνοντάς τους με την αγωνία αν θα βγουν ζωντανοί από την αίθουσα.

-Ακούσατε σίγουρα τα λεγόμενα στην πόλη. Τι είναι αυτά που λέγουν; Ποιον βασιλιά αναζητούν;

-Η προφητεία που αναφέρουν οι ξένοι αναφέρεται στο Μεσσία, είπε ένας εκ των νομοδιδασκάλων. Περιλαμβάνεται στην Τορά, στο βιβλίο των Αριθμών.

-Πότε και που θα γεννηθεί;

-Το πότε είναι κεκρυμμένο μυστήριο αλλά το που το γνωρίζουμε.

-Που θα είναι; Εδώ; Στα Ιεροσόλυμα το κέντρο του Ισραήλ εδώ και δέκα αιώνες;

-Όχι, στην Βηθλεέμ, το λέει σαφώς ο προφήτης Μιχαίας: Και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα, εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου του Ισραήλ.

-Στη Βηθλεέμ, την πόλη του Δαυίδ λοιπόν, είπε ο Ηρώδης. Πολύ καλά πηγαίνετε.

Μόλις βγήκαν οι νομοδιδάσκαλοι ο τρομερός βασιλιάς σηκώθηκε από το θρόνο και φώναξε τον αρχηγός της φρουράς του.

Ο αρχηγός της βασιλικής σωματοφυλακής μπήκε στην αίθουσα και υποκλίθηκε στον ηγεμόνα του. Δεν ήταν μόνο ο μισθός που τον έκανε πιστό, ήταν και τα ίδια άγρια ένστικτα που μοιραζόταν μαζί του.

-Διατάξτε!

-Να είσαι έτοιμος με τους καλύτερους άνδρες σου να φύγεις αμέσως για την Βηθλεέμ.

-Μάλιστα.

-Φέρανε τους ξένους που αναστατώσανε την πόλη;

-Μάλιστα κύριέ μου.

-Να τους φέρουν εδώ, πρόσταξε ο Ηρώδης και κάθισε στο θρόνο του πάλι.

Οι τρεις ξένοι μπήκαν μέσα στην αίθουσα. Ήταν αρχοντικού παραστήματος και ντυμένοι με επίσημες ενδυμασίες που πρόδιδαν την κοινωνική θέση και τον πλούτο τους. Δεν υποκλίθηκαν, ήταν οι ίδιοι μεγάλοι άρχοντες στην πατρίδα τους, αλλά χαιρέτησαν τον βασιλιά με σεβασμό και φιλικά όπως θα έκανε κάθε καλοπροαίρετος ξένος. Ο Ηρώδης επιστρατεύοντας όλη του τη διπλωματία τους καλωσόρισε και ζήτησε να μάθει τι έψαχναν να βρουν. Εκ μέρους τους μίλησε ο Βαλτάσαρ, ο πιο ηλικιωμένος.

-Πολλά σου τα έτη βασιλιά, εγώ και οι σύντροφοί μου σου ευχόμαστε να μακροζωήσεις. Ερχόμαστε από μακριά, από τη γη της Χαλδίας. Είμαστε αστρονόμοι, παρακολουθούμε και μελετάμε τα ουράνια σώματα. Είδαμε το αστέρι του νέου βασιλιά και γνωρίζοντας την παλιά προφητεία του Βαλαάμ αποφασίσαμε να το ακολουθήσουμε για να μας φέρει σε αυτόν και να τον τιμήσουμε.

-Οι σοφοί μας είναι σίγουροι πως θα γεννηθεί στην Βηθλεέμ, μια μικρή πόλη της Ιουδαίας, όχι πολύ μακριά από εδώ. Να πάτε να τον βρείτε και να επιστρέψετε να μου πείτε για να πάω και’ γω να τον προσκυνήσω.

-Θα επιστρέψουμε, είπε ο Βαλτάσαρ, και θα σε ενημερώσουμε για να πας. Είναι ό,τι πιο σημαντικό.

-Καλό δρόμο, ευχήθηκε ο Ηρώδης, αλλά πείτε μου, πόσο καιρό έχετε που βλέπετε το άστρο αυτό;

-Λίγους μήνες το ακολουθούμε.

Οι μάγοι έφυγαν από το παλάτι και βγαίνοντας από την πόλη είδαν και πάλι το αστέρι και χαρούμενοι το ακολούθησαν ως που τους έφερε στην Βηθλεέμ και τους κατέδειξε που βρισκόταν εκείνο που ποθούσαν να δουν και να προσκυνήσουν.

Φτάνοντας έξω από το αγιασμένο σπήλαιο ξεπέζεψαν και αφήνοντας τις ακολουθίες τους έξω μπήκαν μέσα να προσκυνήσουν. Προσέφεραν και δώρα από τους θησαυρούς τους. Χρυσάφι, όπως αρμόζει στον βασιλιά του παντός, λιβάνι, όπως αρμόζει στον ένα Θεό και σμύρνα το πιο πολύτιμο βοτάνι της Ασίας μα και πικρό, όπως αρμόζει σε Εκείνον που έγινε άνθρωπος για να σώσει όλους τους ανθρώπους.

Μετά την ευλαβική προσκύνηση οι μάγοι κατασκήνωσαν έξω από τη Βηθλεέμ για να περάσουν τη νύχτα και να ξεκουραστούν πριν πάρουν το δρόμο της επιστροφής. Τη νύχτα ένας άγγελος τους ειδοποίησε σε όνειρο να μην επιστρέψουν από τον ίδιο δρόμο και να μην ενημερώσουν τον Ηρώδη. Έτσι οι μάγοι ξεκίνησαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους από άλλη μακρύτερη διαδρομή.

Εκείνη Τη Νύχτα

Author: Νυχτερινή Πένα /

Η απογραφή των πολιτών ήταν θεμελιώδης για τους Ρωμαίους από την ίδρυση σχεδόν της Ρώμης και αποτελούσε το πρωταρχικό καθήκον των κηνσόρων. Ως εκείνη την εποχή περιοριζόταν στους Ρωμαίους πολίτες. Εκείνη την εποχή όμως ο Οκταβιανός αποφάσισε να το επεκτείνει σε όλους τους πολίτες της αυτοκρατορίας του. Από τη Ρώμη η εντολή έφυγε για όλες τις επαρχίες της μεγάλης αυτοκρατορίας και μερικούς μήνες μετά έφτασε και στην Ιουδαία. Αντίθετα όμως με την υπόλοιπη αυτοκρατορία εκεί η απογραφή είχε μια ιδιομορφία.

Όταν για πρώτη φορά είχε απογραφεί ο Ισραηλιτικός λαός αυτό είχε γίνει κατά φυλή, μια παράδοση που είχε συνεχιστεί μέσα στους αιώνες και σήμαινε ότι θα έπρεπε να γίνει στην πατρίδα της κάθε φυλής. Έτσι όταν δημοσιεύθηκε το διάταγμα του αυτοκράτορα πολλοί Ιουδαίοι αναγκάστηκαν να ταξιδέψουν για να απογραφούν. Για τη φυλή του Ιούδα, στην οποία σαν απόγονοι του Δαυίδ ανήκαν ο Ιωσήφ και η Μαρία, η πατρίδα αυτή ήταν η μικρή κωμόπολη της Βηθλεέμ. Ο Ιωσήφ και η ετοιμόγεννη Μαρία ξεκίνησαν για το ταξίδι, πεζός εκείνος πάνω σε ένα γαϊδουράκι εκείνη.

Το ταξίδι ήταν κουραστικό αλλά το χειρότερο τους ανέμενε φτάνοντας στη Βηθλεέμ. Εξαιτίας των πολλών που είχαν ταξιδέψει για την απογραφή είχαν γεμίσει όλα τα χάνια και τα πανδοχεία, που δεν ήταν ούτως ή άλλως πολλά σε μια τόσο μικρή κωμόπολη, και τα καταλύματα γενικώς για ξένους.

Ο Ιωσήφ και η Μαρία κατέφτασαν ένα γλυκό βραδάκι στην κωμόπολη που γέννησε τον προφήτη και βασιλιά του Ισραήλ. Υπήρχε ακόμα αρκετός κόσμος στους δρόμους και από τα πανδοχεία και τα χάνια ακούγονταν φωνές και θόρυβος καθώς όσοι είχαν φτάσει σε αυτά προσπαθούσαν να βολευτούν και να περάσουν καλά την νύχτα. Ο Ιωσήφ άφησε την Μαρία να περιμένει σε ένα σημείο και έτρεξε να ρωτήσει για να βρει ένα κατάλυμα αλλά από παντού έπαιρνε αρνητικές απαντήσεις που ποικίλλαν από ένα απλό όχι ως εχθρικές αποπομπές. Επέστρεψε άπρακτος κοντά σε εκείνη που σε λίγο θα γινόταν μητέρα του Θεού. Πήρε και πάλι τα ηνία του γαϊδουριού στο οποίο επέβαινε η Μαρία και προχώρησαν, είχε απομείνει ακόμα ένα χάνι για να ρωτήσουν. Σταμάτησαν έξω από τη μεγάλη πόρτα και ο Ιωσήφ έκανε να μπει για να ρωτήσει. Αλλά πριν ακόμα προλάβει να το κάνει ένας βιαστικός και πολυάσχολος πανδοχέας του έκλεισε την πόρτα φωνάζοντας στους υπηρέτες του και ο Ιωσήφ στράφηκε αποκαμωμένος να φύγει. Είχαν ξεκινήσει με την Μαρία να φύγουν όταν άνοιξε και πάλι η πόρτα. Μια ηλικιωμένη γυναίκα βγήκε τυλιγμένη σε ένα βαθύχρωμο σάλι.                                                 

-Δεν μπορώ να σας φιλοξενήσω εδώ, είπε, αλλά αν βγείτε έξω από τη Βηθλεέμ εκεί που ο δρόμος κάνει τη στροφή θα βρείτε μια σπηλιά για τα ζώα, μπορείτε να μείνετε εκεί και δεν θα σας ενοχλήσει κανείς.

Ο Ιωσήφ την ευχαρίστησε και ξεκίνησε να κάνει όπως του είπε. Τραβώντας από τα γκέμια το γαϊδουράκι που έφερε την Μαρία, προχώρησε προς την έξοδο της κωμόπολης. Εκεί όπως τους είχε πει η γυναίκα ήταν ένας στάβλος για ζώα σε μια σπηλιά. Ο Ιωσήφ οδήγησε μέσα εκεί το γαϊδουράκι και βοήθησε τη Μαρία να ξεπεζέψει. Δεν υπήρχε παρά μια αγελάδα δεμένη εκεί που μασουλούσε ήσυχα λίγα χόρτα. Έδεσε εκεί δίπλα της το υποζύγιό τους. Έστρωσε ένα μανδύα και βοήθησε την Μαρία να καθίσει στο σανό που ήταν στρωμένο σε μια πλευρά. Κάποια τρόφιμα τα είχε στα πράγματά τους και απ’ έξω είχε δει ένα πηγάδι απ’ όπου θα μπορούσε να αντλήσει νερό, είχαν τα απαραίτητα. Αλλά το μωρό θα χρειαζόταν ζεστασιά, έπρεπε να βρει φωτιά.

Θα έπρεπε να φροντίσει αμέσως μόλις τακτοποιούσε λίγο την Μαρία. Μόλις εκείνη κάθισε στο πρόχειρα ετοιμασμένο κρεβάτι εκείνος έβγαλε από τα πράγματά τους τα λίγα τρόφιμα και σκεπάσματα που είχαν μαζί τους και τα έφερε κοντά της. Ύστερα πήγε και έφερε νερό και ξεκίνησε να βρει φωτιά αλλά και μαία να βοηθήσει την Μαρία στον επερχόμενο τοκετό.

Βιαζόταν, ήταν πατέρας και άλλων παιδιών από τον πρώτο του γάμο και ήξερε ότι δεν θα αργούσε να έρθει η ώρα του τοκετού. Βέβαια αυτό δεν ήταν δικό του παιδί αλλά γιος του Θεού και σίγουρα εκείνος δεν θα άφηνε να πάθει τίποτα αλλά μιας και μητέρα και παιδί είχαν ανατεθεί στη φροντίδα του θα έκανε ό,τι έπρεπε.

Λίγο πιο πέρα είδε μια φωτιά να καίει, βοσκοί για να είναι έξω στην εξοχή νυχτιάτικα. Θα μπορούσε να πάρει από εκεί φωτιά και να μάθει που θα έβρισκε μια μαία.

Κατευθύνθηκε γρήγορα προς το σημείο εκείνο αλλά ξαφνικά στάθηκε και όχι μόνο αυτός. Κάθε κίνηση έπαψε, δεν κινείτο τίποτα, ούτε τα φυλλώματα των δένδρων από τον αέρα, ούτε η αντανάκλαση της φλόγας στη φωτιά, ούτε καν τα πουλιά στον ουρανό. Δεν ακουγόταν τίποτα, ούτε σκύλοι να αλυχτούν, ούτε πρόβατα να βελάζουν, ούτε φωνές από τη Βηθλεέμ. Απόλυτη ησυχία.

Κατάλαβε.

Ο άναρχος Θεός είχε λάβει αρχή σαν άνθρωπος, είχε έρθει στον κόσμο. Τίποτα δεν θα ήταν πια το ίδιο.

Όλα επανήλθαν στην κανονική τους κατάσταση και ο Ιωσήφ προχώρησε προς τους ποιμένες.

 

Ήταν μια κάπως μεγάλη ομάδα βοσκών. Για να μην κινδυνεύουν από τα αρπακτικά ή από ληστές είχαν μαζευτεί κοντά με τα ζώα τους και με τα μεγάλα ποιμενικά σκυλιά τους. Τώρα μέσα στη νύχτα ήταν καθισμένοι γύρω από τη φωτιά και συζητούσαν φυλάσσοντας τα κοπάδια τους.

-Η αποψινή νύχτα είναι περίεργη, είπε ο ένας, τόση ησυχία και γαλήνη δεν έχω ξαναδεί.

-Καλά εσύ όλο οιωνούς και σημάδια βλέπεις, τον πείραξε ένας άλλος.

-Και όμως δεν την ησυχία, δες τον ουρανό, σαν να είναι πιο κοντά μας απόψε.

Ένας άνθρωπος φάνηκε να πλησιάζει προς μεγάλη έκπληξη των βοσκών. Πως είχε περάσει από τους άγρυπνους φύλακες των κοπαδιών που ήταν τα σκυλιά; Δεν είχαν γαβγίσει καθόλου. Ούτε το λίγο που συνήθιζαν σε εκείνους που αναγνώριζαν.

-Καλή σας εσπέρα, είπε ευγενικά και με μια φωνή που φανέρωνε πράο και γαλήνιο άνθρωπο. Είδα τα φωτιά σας και πλησίασα. Μπορώ να πάρω λίγα αναμμένα κάρβουνα να τα πάω στο κατάλυμά μας, η γυναίκα μου μόλις γέννησε.

-Να σου δώσουμε ευχαρίστως, είπε ο πρώτος, αλλά που θα τα βάλεις; Δεν έχουμε τίποτα να στα βάλουμε, βοσκοί είμαστε.

Ο Ιωσήφ δεν το είχε σκεφθεί αλλά εκείνη τη στιγμή η απάντηση του ήρθε σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα, Άπλωσε την άκρη του χιτώνα του στο χέρι του και απίθωσε επάνω δύο αναμμένα κάρβουνα. Ευχαρίστησε τους βοσκούς και ξεκίνησε να επιστρέψει κοντά στη Μαρία.

-Μα τι άνθρωπος είναι αυτός; απόρησαν οι βοσκοί. Οι σκύλοι δεν τον γαβγίζουν και τα κάρβουνα δεν τον καίνε.

-Σας το είπα, αυτή η νύχτα, είναι διαφορετική.

Αλλά τα θαύματα για απόψε δεν είχαν τελειώσει. Πριν ακόμα αποσώσουν την κουβέντα τους οι βοσκοί ένας άγγελος εμφανίσθηκε μπροστά τους γεμίζοντάς τους με την ουράνια δόξα του Κυρίου. Εκείνοι έπεσαν τρομαγμένοι στο έδαφος και δεν τολμούσαν να τον αντικρίσουν.

-Μην τρομάζετε! τους είπε ο άγγελος. Σας φέρνω ένα χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλον τον κόσμο. Σήμερα στην πόλη του Δαυίδ γεννήθηκε για χάρη σας σωτήρας και αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος. Και τούτο το σημείο είναι για να τον αναγνωρίσετε, θα βρείτε βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο σε φάτνη.

Ξαφνικά φάνηκαν και πολλοί άλλοι άγγελοι, μια αληθινή ουράνια στρατιά, κοντά στον άγγελο που τους μίλησε και έψαλλαν μελωδικά:

Δόξα εν υψίστοις Θεώ

και επί γης ειρήνη,

εν ανθρώποις ευδοκία.

Μόλις οι άγγελοι έφυγαν στον ουρανό ένας από τους βοσκούς είπε:

-Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ να δούμε αυτά που έγιναν και μας τα έκανε γνωστά ο Κύριος.

Τρέχοντας πήγαν ως τη Βηθλεέμ και βρήκαν το σπήλαιο και είδαν το βρέφος στη φάτνη και ανήγγειλαν στον Ιωσήφ και τη Μαρία τι τους είπε ο άγγελος και γιατί ήρθαν. Εκείνοι εξεπλάγησαν με τα όσα τους είπαν, η δε Μαρία τα κράτησε όλα αυτά ζωντανά μέσα στην καρδιά της.

Οι βοσκοί επέστρεψαν δοξάζοντας και υμνώντας τον Θεό για όλα όσα είδαν και άκουσαν που ήταν όπως τους είχαν ειπωθεί.

Δεν επρόκειτο όμως να είναι η μόνη που θα προσκυνούσαν τον νεογέννητο Θεό που είχε γίνει άνθρωπος.

Η Λέσχη Του Κακού

Author: Νυχτερινή Πένα /

Αύγουστος του 1939, η Ευρώπη βρίσκεται στα πρόθυρα του πολέμου και η Ελλάδα θέλει να διαφυλάξει την ουδετερότητά της. Ο Νίκος Αγραφιώτης είναι αστυνομικός και αναλαμβάνει να βρει τον δολοφόνο του πυγμάχου Κωνσταντίνου Κρίσπη, Αυτό που στην αρχή δείχνει σαν μια υπόθεση απλού ποινικού δικαίου αποκτά πολύ γρήγορα επικίνδυνες προεκτάσεις σε παιχνίδια εξουσίας αλλά και κατασκοπείας καθώς στην Αθήνα δρουν κατάσκοποι όλων των πλευρών και άνθρωποι που προσπαθούν να επηρεάσουν την θέση της χώρας στην επερχόμενη πολεμική σύρραξη.

Είναι ένα καλογραμμένο αστυνομικό μυθιστόρημα από τον Πάνο Αμυρά που αποδίδει πολύ ρεαλιστικά την Ελλάδα στα πρόθυρα του πολέμου. Έχω μόλις μια ένσταση και είναι μια που μόνο ένας Γλυφαδιώτης θα την πρόσεχε. Η πλαζ δεν μπορούσε να είναι κοντά στον ναό του αγίου Νικολάου που απέχει κάμποσο από τη θάλασσα. Ίσως ο συγγραφέας να είχε κατά νου τον (σήμερα καθεδρικό) ναό του αγίου Κωνσταντίνου. 

Ιστολόγιο του μήνα – Δεκέμβριος 2024

Author: Νυχτερινή Πένα /

Το Ηράκλειο είναι ωραία πόλη, δεν έχω πάει αλλά έτσι μου έχουν πει. Θα μου πείτε τι σχέση έχει με το ιστολόγιό μου ή με τα ιστολόγια γενικά; Είναι απλό, έχει λογοτεχνικό κύκλο, ένα συν στα θετικά της πόλης λοιπόν, ο οποίος έχει και ιστολόγιο.

Όπως είναι αναμενόμενο από ένα τέτοιο ιστολόγιο είναι γεμάτο με αναφορές και αφιερώματα σε συγγραφείς και τα βιβλία τους. Αν αυτό σας προκαλεί το ενδιαφέρον δεν έχετε παρά να κάνετε μια, νοερή, βόλτα μέχρι το Ηράκλειο: http://logoteckyklos.blogspot.com/

Μέσα Στη Θύελλα - 23 Φινάλε

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 23

 

-Τι σκέφτεσαι;

Η Βελίκα χαμογέλασε στον Γουίλλιαμ που την κοιτούσε. Η κοπέλα ήταν ντυμένη με ζεστά ρούχα και ψηλές μπότες για τη βόλτα τους αυτή στην χιονισμένη πόλη.

-Ότι είσαι πολύ όμορφη.

-Μόνο αυτό; τον πείραξε.

-Πάντα σκεφτόμουν ότι την κοπέλα μου θα την θεωρούσα πριγκίπισσα αλλά δεν φανταζόμουν ότι θα είναι πραγματικά πριγκίπισσα!

Η Βελίκα τον αγκάλιασε.

-Σε φοβίζει αυτό;

-Μόνο ως προς το αν θα είναι αιτία να σε χάσω.

-Δεν θα είναι αιτία, δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Ο παππούς μου ετοιμάζει ήδη τον νόμο για να σε χρίσει ιππότη.

-Εμένα;

-Για το πώς μου φέρθηκες όλο τον καιρό αλλά ειδικά χθες. Ήσουν πρόθυμος ακόμα και να μπλέξεις με τον νόμο για χάρη μου.

-Αυτό δεν κάνεις για τον άνθρωπο που αγαπάς;

-Ναι… είπε η κοπέλα κοκκινίζοντας.

Ο Γουίλλιαμ την φίλησε απαλά και εκείνη αφέθηκε σε αυτό που ένιωθε ξεχνώντας και το κρύο και το χιόνι που άφηνε δροσοσταλίδες στα μαλλιά της.

-Ξέρεις, εδώ στην Ελλάδα οι τίτλοι ευγενείας δεν έχουν καμία ισχύ αλλά στην Μοράβια θα είσαι υψηλό πρόσωπο.

Είχε τραβηχτεί μετά το φιλί ίσα να τον βλέπει κατάματα.

-Θα επιτρέπεται να φιλήσω την διάδοχο του θρόνου;

-Αφού εκείνη στο επιτρέπει, ναι.

Την φίλησε πάλι.

Ξεκίνησαν να περπατούν πιασμένοι χέρι με χέρι.

-Ο παππούς σου είναι ο βασιλιάς λοιπόν;

-Ο Μεγάλος Πρίγκηπας, είπε η Βελίκα. Ο μονάρχης της Μοράβια φέρει τον τίτλο του Μεγάλου Πρίγκηπα. Ο πατέρας μου ήταν ο διάδοχος. Σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα γνώρισε την μητέρα μου. Ερωτεύθηκαν και την παντρεύτηκε. Την πήρε μαζί του στην Μοράβια.

-Και εσύ γεννήθηκες εκεί.

-Ναι, ήρθαμε για διακοπές στην Ελλάδα πολλές φορές μέχρι που…

-Δεν θέλω να σου θυμίζω δυσάρεστα.

-Πρέπει να ξέρεις για να καταλάβεις και τι έγινε χθες. Πριν δύο χρόνια, ο πατέρας σκοτώθηκε σε ένα τροχαίο. Μαζί του βρισκόταν ο υπασπιστής του και ο οδηγός του οχήματος. Μπορεί να ήταν δυστύχημα αλλά μπορεί να ήταν και φόνος. Ο παππούς μου αποφάσισε να με κρύψουν γιατί αν ο πατέρας μου είχε δολοφονηθεί, θα ήμουν η επόμενη. Έτσι ήρθαμε στην Ελλάδα και εγώ πήρα το επώνυμο του υπασπιστή που σκοτώθηκε για να μην τραβώ την προσοχή με το κανονικό μου. Η μητέρα μου ζούσε στην Αθήνα αλλά είχε γεννηθεί εδώ και προτίμησε να έρθουμε εδώ για να είμαι ασφαλής.

-Καταλαβαίνω.

-Χθες έγινε μια απόπειρα εναντίον του παππού μου. Γι’ αυτό ειδοποιήθηκαν οι Αρχές εδώ και έσπευσαν να με προστατεύσουν. Για εμένα έψαχναν όταν μας βρήκαν χθες στον δρόμο. Γι’ αυτό ο φίλος σου ήξερε ποια είμαι. Ο επίδοξος δολοφόνος συνελήφθη και δεν υπάρχει κίνδυνος για μένα τώρα.

-Χαίρομαι, είπε ο Γουίλλιαμ, δεν θα ήθελα να κινδυνεύεις. Είναι όλα καλά λοιπόν;

-Ναι, είναι.

Η Βελίκα τον κοίταξε. Δεν υπήρχε αμφιβολία για το τι ένιωθε για εκείνη, ήταν τόσο φανερό στο βλέμμα του. Και ήξερε και εκείνη πολύ καλά τι ένιωθε για τον Γουίλλιαμ.

-Μόλις τελειώσει η χρονιά…ξεκίνησε και σταμάτησε βλέποντας τον αγαπημένο της να χάνει το χρώμα του.

-Θα πρέπει να φύγεις, είπε εκείνος με φωνή που μόλις ακουγόταν.

-Θα πάω να σπουδάσω και είναι πολλά τα πανεπιστήμια που θα με δεχτούν λόγω του ποια είμαι.

-Ναι, το καταλαβαίνω.

-Δεν έχω ακόμα επιλέξει. Αλλά θέλω να είναι μια επιλογή που θα κάνω μαζί σου.

-Εγώ δεν μπορώ να πάω σε τέτοιες σχολές.

-Θυμάσαι που σου είπα ότι μια μέρα το ευχαριστώ μου θα είναι πιο έμπρακτο; Εννοούσα όταν θα μπορώ να χρησιμοποιήσω τη θέση μου σαν πριγκίπισσα του στέμματος. Θα έχεις υποτροφία για όπου θέλεις, δεν θέλω να σε αφήσω πίσω…

Ο Γουίλλιαμ δεν την άφησε να συνεχίσει. Έσκυψε και την φίλησε.

 

-Μπράβο, Γουίλ.

Ο Μιχάλης στεκόταν σε κάποια απόσταση βλέποντας το ζευγάρι των ερωτευμένων να ανταλλάσσει φιλιά. Είχαν όλες τις προϋποθέσεις για να ευτυχίσουν.

Όπως τις είχαν και ο Αλέξης με την Αλεξία, αφού τώρα πια κανένα πρόβλημα και καμία αμφιβολία δεν σκίαζε την ευτυχία τους. Μπορούσαν να απολαύσουν την αγάπη τους χωρίς φόβο ή ενοχές. Βέβαια ο Αχιλλέας Δενδρινός ήξερε από την αρχή την αλήθεια και δεν θα είχαν ποτέ πραγματικό πρόβλημα, αλλά η επέμβαση του Μιχάλη είχε αποσοβήσει και την πιθανότητα σκανδάλου και την δυνατότητα δίωξης.

Όχι ότι δεν είχε προκύψει και μια δίωξη, η Ελευθερίας Χατζή θα αντιμετώπιζε κατηγορίες για εγκληματική αμέλεια απέναντι στην Τάνια και για κακομεταχείριση χώρια το πειθαρχικό που της ετοίμαζε ο Μπερτάτος. Η Τάνια θα πήγαινε να ζήσει με τον πατέρα της.

Χαμογέλασε, δεν είχε κάτι άλλο να κάνει εδώ. Μόνο να απολαύσει τον καιρό που του άρεσε και να περιμένει την Κλερ που είχε αποφασίσει να έρθει να τον βρει.

Προς το παρόν, θα πήγαινε να απολαύσει τον καφέ του με τον Σωκράτη στην τράπεζα.

 

 

Τέλος

Μέσα Στη Θύελλα - 22

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 22

 

Η φωνή ήταν τόσο αυστηρή και γεμάτη κύρος που όχι μόνο σταμάτησε τους αστυνομικούς αλλά και κάθε συζήτηση στον μεγάλο χώρο του ισογείου του σχολείου. Ο Μιχάλης προχώρησε αργά προς τον Αυγερινό.

-Ξέρεις ότι αν βρίσεις οποιονδήποτε, πρέπει να σε μηνύσει για να πας σε δίκη, ενώ αν μηνύσεις τον πρόεδρο της δημοκρατίας πας αυτόφωρο; ρώτησε.

-Ναι.

-Ξέρεις γιατί;

-Γιατί ο πρόεδρος της δημοκρατίας είναι θεσμός, δεν είναι πρόσωπο. Τα έμαθα στο δημοτικό, απάντησε ο Αυγερινός ξινισμένα.

-Αυτό ισχύει στις περισσότερες χώρες του κόσμου αλλά και στην Ελλάδα για τους αρχηγούς κρατών που την επισκέπτονται ως ένδειξη φιλοξενίας και αβροφροσύνης..

-Και λοιπόν;

-Αυτό όμως έκανες εσύ μόλις τώρα και μάλιστα το είχες ξανακάνει σήμερα από ό,τι έμαθα στο μικρό μας ταξίδι ως εδώ.

-Τι πράγμα; Σε ποιον;

-Σε ποια, είπε ο Μιχάλης με ένα σαρδόνιο χαμόγελο. Βρίσκεσαι ενώπιον της Αυτής Πριγκιπικής Υψηλότητος, Βελίκα Ομπρένοβιτς του οίκου Σαξ Κοβούργου Γκόθα, διαδόχου του θρόνου της Μοράβια.

-Ποια; Η χωριάτα είναι…

-Ναι, και έχεις υποπέσει σε σοβαρό αδίκημα.

-Δεν ήξερα…

-Το δέχομαι, είπε η Βελίκα, αλλά δεν δέχομαι να τιμωρηθεί ο άνδρας που με υπερασπίστηκε.

-Εντάξει, ως μη γενόμενο, έκανε ο Αυγερινός κοιτώντας την Βελίκα με ένα ύφος που πρόδιδε μια έκπληξη στα όρια του δέους. Ήταν το τελευταίο πράγμα που θα περίμενε ποτέ να ακούσει, ότι η Βελίκα δεν ήταν μια απλή και ασήμαντη μαθήτρια.

Ο Μιχάλης χαμογέλασε.

-Πάει αυτό, ας τελειώνουμε και με το άλλο θέμα.

-Ποιο άλλο; απόρησε ο Γουίλλιαμ.

-Αυτό για το οποίο πάει να κάνει φασαρία η κυρία εκεί πέρα.

-Πώς να το φροντίσεις… είπε η Τάνια. Είναι… ένα γεγονός που δεν μπορεί να αλλάξει.

-Η συμμαθήτριά σας δεν ήταν μια απλή μαθήτρια… Ίσως και εδώ δεν είναι όλα όπως φαίνονται.

Ο Μιχάλης προχώρησε προς τον Δενδρινό που κοιτούσε την έτοιμη να λιποθυμήσει Αλεξία και την Χατζή που χαμογελούσε με διεστραμμένη ικανοποίηση.

-Τι υπονοείτε, κυρία μου; ρώτησε την Ελευθερία Χατζή.

-Ότι την πηδάει κανονικά, ο κύριος Δενδρινός θα γίνει παππούς και από τα δύο παιδιά του ταυτόχρονα! Τι ευτυχία για την οικογένεια!

-Αυτό δεν είναι αλήθεια, είπε ο Μιχάλης.

-Δεν…

-Ακόμα και αν έχουν ερωτική σχέση, δεν είναι αλήθεια.

-Είσαι τρελός;

-Καθόλου, απλά η Αλεξία δεν είναι αδερφή του Αλέξη, δεν είναι καν κόρη του κυρίου Δενδρινού.

-Ε, είσαι τρελός! είπε η Χατζή αλλά είδε το ύφος του Αχιλλέα Δενδρινού και ένιωσε να κλονίζεται. Είναι αλήθεια;

-Πώς το ξέρεις; ρώτησε εκείνος τον Μιχάλη.

-Το ανακάλυψα κατά τύχη.

-Τι ανακάλυψες; ρώτησε ο Αλέξης.

Αντιλαμβανόταν πως αυτό που αποκαλυπτόταν άλλαζε τα πάντα. Μπορεί να αναιρούσε όσα ήξερε για την Αλεξία αλλά σήμαινε ότι δεν ήταν αδέρφια και μπορούσαν να είναι μαζί, ζευγάρι ερωτευμένο. Δεν ήταν αιμομιξία. Μπορούσαν να χαρούν τον έρωτά τους, ακόμα και να αποκτήσουν παιδιά.

Και δεν άλλαζε και τόσα πολλά πράγματα. Δεν ήξερε ποιοι ήταν οι γονείς της Αλεξίας και από πού προερχόταν, αλλά δεν έπαυε να είναι εκείνη που γνώριζε και αγαπούσε. Την έσφιξε στην αγκαλιά του για να της δώσει θάρρος, όλα θα πήγαιναν καλά. Αρκεί ο άνθρωπός αυτός να ήξερε τι έλεγε.

-Γεννήθηκες πριν από δεκαοκτώ χρόνια, για την ακρίβεια θα είσαι δεκαοκτώ στις 20 Ιουλίου. Η Αλεξία γεννήθηκε την ίδια νύχτα. Από αυτής της πλευράς είστε όντως δίδυμοι, γεννηθήκατε μαζί. Αλλά όχι από τους ίδιους γονείς. Όταν γεννήθηκε η Αλεξία, ο πατέρας της είχε ήδη υποκύψει στα τραύματά του από ένα τροχαίο δυστύχημα. Η μητέρα της έμεινε στη ζωή τόσο όσο να φέρει εκείνη στον κόσμο. Ήταν ορφανή πριν ακόμα συμπληρώσει μια ώρα ζωής.

-Σιγά μην ήσουν και παρών, πέταξε η Χατζή με μένος καθώς έβλεπε τον θρίαμβό της να μετατρέπεται σε ήττα.

-Ήμουν σε αυτό το νοσοκομείο, είπε ο Μιχάλης, και αυτός είναι ο λόγος που τα ξέρω όλα αυτά. Όσο για την ώρα, και η γέννηση και ο θάνατος καταγράφονται επακριβώς.

Ο Μιχάλης σταμάτησε και κοίταξε τον Αχιλλέα Δενδρινό.

-Ο κύριος Δενδρινός το έμαθε και φρόντισε να πάρει το κοριτσάκι σαν δικό του παιδί. Δεν λέω ότι δεν είναι παράτυπο αλλά ποιος θα διαμαρτυρηθεί; Αντί να περάσει από μια ολόκληρη γραφειοκρατία, το παιδί πήγε σε μια οικογένεια και κανένας δεν θα γνώριζε ότι είναι υιοθετημένο. Ούτως ή άλλως δεν είχε κανέναν στον κόσμο πια, το ερεύνησε αυτό όπως το ερεύνησα και εγώ σήμερα, απλά εμένα μου πήρε πιο λίγο με τα σύγχρονα μέσα.

-Αλλά το έμαθες εσύ, είπε η Χατζή δεικτικά.

-Ο γιατρός που έκανε την απαραίτητη μεταβολή στα δεδομένα σκέφτηκε έξυπνα  . Ο καλύτερος τρόπος να χαθεί ένας φάκελος είναι να μπλεχτεί με έναν άλλο. Και ποιος φάκελος θα ήταν ιδανικός για τον σκοπό αυτό; Ο φάκελος κάποιου που είχε πάρει την διάγνωση και ο φάκελος είχε μπει στο αρχείο.

-Είπες ότι ήσουν εδώ, ο φάκελος ήταν ο δικός σου.

-Πράγματι, ήμουν στον στρατό τότε. Κατά την συνηθισμένη διαδικασία, για να απολυθώ των τάξεων του στρατού έπρεπε να πιστοποιηθεί ότι η υγεία μου ήταν εντάξει. Ήρθα στο νοσοκομείο, έκανα ότι χρειαζόταν και πήρα την βεβαίωση. Ο φάκελος μπήκε στο αρχείο με ένα μυστικό κρυμμένο μέσα του. Ένα μυστικό που έμεινε θαμμένο εκεί ως σήμερα το πρωί.

-Και τι άλλαξε σήμερα ειδικά; ρώτησε η Χατζή. Ανακάλυψες ότι έπρεπε να σώσεις την διεστραμμένη σχέση τους;

-Όχι, βρέθηκα στο νοσοκομείο τυχαία και σκέφτηκα να δω τον φάκελό μου για να τον συγκρίνω με τα τωρινά δεδομένα μιας και κάποια πράγματα έχουν αλλάξει, είπε ο Μιχάλης κάνοντας ένα νόημα προς το μπαστούνι στο οποίο στηριζόταν. Μέσα βρήκα και τα στοιχεία μου που με καθοδήγησαν στην ανακάλυψη που συζητάμε.

-Τα έβγαλες από το μυαλό σου!

-Ο φάκελος είναι ακόμα στο αρχείο, και έκανα την επιβεβαίωση με τον κύριο εκεί πέρα.

Ο Μιχάλης έδειξε τον άνδρα που είχε μπει με τους αστυνομικούς.

-Ο επιθεωρητής Ραξής του εγκληματολογικού. Με βοήθησε να διευκρινίσω μερικά σημεία. Είναι επίσης γνώστης της πρόθεσής μου να κρατήσω όσα ήξερα μυστικά. Τα αποκάλυψα μόνο και μόνο για να αποφευχθεί μια τραγωδία.

Ο Δενδρινός τον κοίταζε με έναν τρόπο που φανέρωνε έκπληξη και θαυμασμό.

-Παρότι θα μπορούσες να είχες κάνει πολλά άλλα πράγματα.

-Κανένας λόγος.

-Τι θα έκανες τώρα αν ήσουν στη θέση μου;

-Θα τους έδινα την ευχή μου, η Αλεξία θα παραμείνει κόρη σου αν και με έναν άλλο τρόπο.

Ο Δενδρινός γύρισε και χαμογέλασε στο ζευγάρι και μετά τους αγκάλιασε.

-Κέρδισες… είπε χολωμένα η Χατζή.

-Δεν κέρδισα, είπε ο Μιχάλης, ούτε έχασα.

-Φαντάζομαι ότι θα περιμένεις μια καλή αμοιβή από τον Δενδρινό.

-Έχω πολλά λεφτά για να θέλω κι άλλα.

-Τότε από την κορούλα του; Είναι καλή στο κρεβάτι, λένε.

-Είσαι άρρωστη… Θα μπορούσε να είναι κόρη μου. Όχι, δεν έχω κανένα όφελος. Απλά έκανα αυτό που έπρεπε.

-Καταραμένε σακάτη.

Ο Μιχάλης αγνόησε την προσβολή και συνέχισε τον δρόμο του.

-Άντε να βρεις καμιά πόρνη, δεν νομίζω ότι καμία τίμια γυναίκα θα θέλει να σε πηδήξει.

Ο Μιχάλης αυτή τη φορά στράφηκε και την κοίταξε:

-Μην το τραβάς! Μπορείς να κατηγορηθείς για προτροπή σε πορνεία, εκμετάλλευση ανηλίκου και κακοπιστία για  να μην αναφερθώ στα του σχολείου.

-Με αυτά θα ασχοληθώ εγώ, είπε ο Μπερτάτος, αλλά τώρα δεν είναι η ώρα. Να σας πω δύο πράγματα και να πάτε σπίτια σας, είναι αργά. Αύριο δεν θα έχουμε σχολείο λόγω καιρού…

Ο Μιχάλης προχώρησε προς την έξοδο όπου στεκόταν ακόμα ο Ραξής.

-Είμαι σίγουρος ότι το διασκέδασες, είπε.

-Ναι, βέβαια, ο Νικήτας;

-Καθοδόν για Αθήνα, δεν τελειώνει ποτέ το καθήκον στην δική του δουλειά. Εσύ πού θα πας;

-Προς το παρόν, σε ένα μικρό ζιζάνιο που με περιμένει να του πω ένα παραμύθι, μετά θα δούμε. Έχω τάξει έναν καφέ σε έναν παλιό φίλο και λέω να πάω να δω και τον Ερνέστο με την Δανάη. Όσο για την Αθήνα, επίσης θα δούμε πότε θα επιστρέψω.

-Από τι εξαρτάται;

-Από το πότε θα έρθει η Κλερ από το Λονδίνο. Τότε θα πρέπει να γυρίσω και εγώ στην Αθήνα.

-Να με ενημερώσεις, είπε ο Ραξής, θέλω πολύ να γνωρίσω την γυναίκα που κατάφερε να σπάσει τον πάγο μετά από τόσα χρόνια.

Μέσα Στη Θύελλα - 21

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο 21

 

Ο Μιχάλης κοίταξε το ρολόι του και μετά τον δρόμο μπροστά τους. Δεν θύμιζε πια σε τίποτα την επαρχιακή οδό. Πιο πολύ παρέπεμπε σε εικόνες του μακρινού βορρά όπου πολλές φορές τα αυτοκίνητα κινούνται πάνω σε συμπαγή πάγο.

Μετά έτριψε το γόνατό του, το τραύμα του πονούσε πάντα σε τόσο ακραίες θερμοκρασίες ακόμα και αν ήταν ξεκούραστος. Πράγμα που δεν ήταν σήμερα.

-Παλιό τραύμα; ρώτησε ο Νικήτας.

-Αρκετά παλιό τώρα πια, είπε ο Μιχάλης, αλλά από αυτά που θα τα κουβαλώ μέχρι να πεθάνω.

-Σε επηρεάζει το κρύο;

-Η υγρασία είναι χειρότερη αλλά τώρα δεν έχουμε και απλό κρύο.

-Για τώρα όμως τα βάσανά σου τελειώνουν, είπε ο Νικήτας με ένα χαμόγελο. Νομίζω ότι το βρήκαμε.

 

Μέσα στο πούλμαν επικρατούσε ησυχία. Οι περισσότεροι είχαν αποκοιμηθεί κουκουλωμένοι για ζεστασιά, με μπουφάν και παλτό. Και όσοι δεν είχαν δεν μιλούσαν για να μην τους ξυπνήσουν αλλά και προσπαθώντας και οι ίδιοι να αποκοιμηθούν.

Ο Γουίλλιαμ και η Βελίκα δεν κοιμούνταν, είχαν μείνει αγκαλιασμένοι με τον νου τους στην Ιωάννα, που έδειχνε να είναι καλύτερα με τα αντιπυρετικά που είχε πάρει, αλλά και την Τάνια που είχε αποκοιμηθεί και είχε βυθιστεί σε έναν ανήσυχο ύπνο γεμάτο εφιάλτες αν έκριναν από την έκφρασή της. Για εκείνη την κοπέλα το κρύο έξω ήταν λιγότερο από αυτό που ένιωθε μέσα της.

Ο Γουίλλιαμ είχε μεταφέρει στην Βελίκα τα όσα είχαν γίνει στο ταξίδι τους στο καταφύγιο αποφεύγοντας τις λεπτομέρειες για το παρελθόν της Τάνιας που είχε μάθει. Είχε περιοριστεί να πει στην αγαπημένη του ότι ήταν ένα παρελθόν άσχημο που την βάραινε τώρα.

Ο Αλέξης κρατούσε στην αγκαλιά του την Αλεξία. Εκείνη είχε αποκοιμηθεί κολλημένη πάνω του, τόσο για ζεστασιά όσο και γιατί έτσι ένιωθε ασφαλής. Ένιωθε την απαλή της ανάσα να χαϊδεύει τον λαιμό του και τα χέρια της που τον αγκάλιαζαν με αγάπη και ήταν έτοιμος να κάνει τα πάντα για να την προστατέψει από οποιονδήποτε κίνδυνο.

Τα φώτα που έπεσαν στα μάτια του τον ανάγκασαν να τα μισοκλείσει αλλά ταυτόχρονα τον ειδοποίησαν ότι μάλλον είχε καταφτάσει βοήθεια. Είδε το τζιπ να σταματάει κοντά στον πούλμαν και την επόμενη στιγμή άκουσε δύο πυροβολισμούς στον αέρα που έκαναν τους λύκους να το βάλουν στα πόδια.

Είδε δύο άνδρες να αφήνουν το τζιπ και να πλησιάζουν και άνοιξε την πόρτα. Ο προπορευόμενος άντρας ανέβηκε τα σκαλοπάτια και στάθηκε δίπλα στην θέση του οδηγού.

-Ωραία είστε εδώ, είπε, ήσυχα και ρομαντικά. Αλλά επειδή κάνει κρύο λέω να σας πάμε σπίτια σας.

-Πώς; Δεν χωράμε στο τζιπ και δεν έχετε φαντάζομαι ρεζέρβα για το πούλμαν, είπε ο Αλέξης.

-Και να είχαμε, δύσκολα ξεκολλάει αυτό από το χιόνι τώρα και δεν είμαστε επαγγελματίες οδηγοί για να το οδηγήσουμε. Αλλά θα σας πάμε σπίτι με έναν πιο γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο. Πάρτε τα πράγματά σας.

-Έχουμε μια κοπέλα που είναι άρρωστη.

-Μην ανησυχείς, έχουμε χώρο.

Ο άνδρας κατέβηκε από το πούλμαν και άρχισε να μιλάει στο κινητό του. Ένας δεύτερος ανέβηκε στηριζόμενος σε ένα μπαστούνι. Στάθηκε και κοίταξε τους μαθητές.

Μετά προχώρησε στον διάδρομο του πούλμαν με κάποια δυσκολία λόγω της κατάστασης του ποδιού του. Κοιτούσε τους μαθητές εξεταστικά χωρίς να δείχνει ωστόσο ότι κάποιος ή κάποια είχε ειδική σημασία για εκείνον. Ο Νικήτας τον πρόφτασε λίγο πριν φτάσει στη γαλαρία.

-Μας στέλνουν ένα Chinook, είπε και πρόσθεσε: Την βρήκες;

-Όλα καλά, είπε ο Μιχάλης με ένα χαμόγελο.

-Μιχάλη;

Ο Μιχάλης γύρισε και αντίκρισε τον Γουίλλιαμ που τον κοίταζε χωρίς να πιστεύει στα μάτια του.

-Γεια σου, Γουίλ.

-Τον ξέρεις; ρώτησε ο Νικήτας.

-Ναι, είπε ο Μιχάλης, είναι γιος ενός στενού φίλου.

-Αυτό ήταν που πριν…

-Ναι, είδα το όνομά του στην λίστα με τα ονόματα μαθητών.

Ο Μιχάλης κοίταξε την Βελίκα και μετά τον Νικήτα που ανασήκωσε τους ώμους. Ο Γουίλλιαμ είπε:

-Ήρθες να με βρεις;

-Όχι εσένα, μέχρι πριν λίγο δεν ήξερα ότι ήσουν και εσύ εδώ.

Ο Γουίλλιαμ στράφηκε στη Βελίκα.

-Είναι φίλος του πατέρα μου από όταν πηγαίνανε σχολείο. Μιχάλη, είδα λύκους… Όπως τους είχες περιγράψει.

Ο Μιχάλης έγνεψε και κοίταξε την Ιωάννα. Η κοπέλα είχε ανοιχτά τα μάτια της αλλά φαινόταν πολύ καταπονημένη. Εκείνος ακούμπησε το χέρι του στο μέτωπό της.

-Έχεις πυρετό, είπε, αν και δεν θα πρέπει να είναι πολύς.

-Πήρα αντιπυρετικά.

-Καλά έκανες. Σε λίγο θα έχεις και ιατρική φροντίδα.

Ο ήχος ενός ελικοπτέρου που πλησίαζε άρχισε να ακούγεται.

-Και πιο σύντομα από ό,τι υπολόγιζα.

Ο Μιχάλης ακολούθησε τον Νικήτα έξω από το πούλμαν.

-Ποιο είναι το σχέδιο από εδώ και μπρος;

-Πας μαζί τους και θα έρθω εκεί.

-Και να σε αφήσω να επιστρέψεις μόνος;

-Μην ανησυχείς για εμένα, θα σε δω εκεί σε λίγο.

 

Οι φωνές και οι συζητήσεις στον ισόγειο χώρο του σχολείου δεν άφηναν πολλούς ήχους από έξω να φτάσουν ως εκεί. Ο χώρος δεν ήταν πολύ μεγάλος και ήταν γεμάτος κατά πολύ με αποτέλεσμα να αντηχεί παρότι κανένας δεν μιλούσε μεγαλοφώνως.

Με τον τρόπο αυτό κανένας δεν είχε πάρει είδηση τους μαθητές που είχαν καταφτάσει ως τη στιγμή που αυτοί έτρεξαν σε γονείς και οικείους προκαλώντας μια νέα αναστάτωση, αν και αυτή τη φορά ευχάριστη.

Ο Γουίλλιαμ στάθηκε παράμερα και η Βελίκα στάθηκε δίπλα του. Ήταν οι δύο που δεν είχαν συγγενείς να τους περιμένουν. Ο Γουίλλιαμ ένιωσε το χέρι της να αγγίζει το δικό του και το κράτησε.

Η Τάνια στάθηκε δίπλα τους.

-Η μητέρα μου δεν είναι εδώ, είπε, δεν μπορεί να μην έχει φτάσει ακόμη.

-Μπορεί να αναζήτησε βοήθεια κάπου, είπε ο Γουίλλιαμ.

-Δεν το νομίζω, είπε η Τάνια.

Κοίταξε τον Μιχάλη που συζητούσε με τον Μπερτάτο και τους γονείς της Ιωάννας εξηγώντας τους ότι είχαν μεταφέρει με το ελικόπτερο την κοπέλα στο νοσοκομείο αλλά οι γιατροί ήταν σίγουροι ότι δεν είχε τίποτα περισσότερο από μια ίωση.

-Αυτός είναι ο γνωστός σου που είχε δει λύκους, ε; ρώτησε τον Γουίλλιαμ.

-Ναι, απάντησε εκείνος. Ο Μιχάλης ήταν συμμαθητής του πατέρα μου στο λύκειο και διατήρησαν και μετά την φιλία τους. Υπηρέτησε στον στρατό στα μέρη αυτά και ξέρει την περιοχή. Αν και όχι μόνο από αυτό…

-Να και η μάνα μου, είπε η Τάνια και μετά αναφώνησε: Να πάρει!

-Τι έγινε;

-Τα μαλλιά της… άλλαξε τα μαλλιά της.

-Και;

-Γιατί να αλλάξει τα μαλλιά της;

-Ανακατεύτηκαν;

-Ακριβώς, πηδήχτηκε με τον τύπο στη μηχανή. Να πάρει!

Η Χατζή δεν είχε προσέξει την κόρη της. Το βλέμμα της ήταν στραμμένο στον Μπερτάτο, είχε αντιληφθεί ότι είχαν επιστρέψει οι μαθητές που είχαν μείνει πίσω και καταλάβαινε τον μπελά στον οποίο θα βρισκόταν πολύ σύντομα.

-Κυρία Χατζή, είπε ο Μπερτάτος, έχετε κάποιες εξηγήσεις να δώσετε.

-Σίγουρα πράγματα, είπε ο Αχιλλέας Δενδρινός. Αφήσατε τα παιδιά μας…

-Έκανα αυτό που θεώρησα καλύτερο. Η ώρα περνούσε και δεν ερχόταν βοήθεια. Βρέθηκε ένα μεταφορικό μέσο και θεώρησα καλύτερο να προσπαθήσω να βρω βοήθεια Τα παιδιά ήταν ασφαλή μέσα στο πούλμαν.

Η Χατζή σταμάτησε για μια στιγμή και μετά είπε με επιδεικτική στενοχώρια.

-Δεν ήθελα να τους αφήσω αλλά δεν έβλεπα να έρχεται βοήθεια και ακόμα δεν έχετε βρει βοήθεια από όσο κατάλαβα.

-Αυτό είναι αλήθεια, είπε ο Μπερτάτος σφιγμένα.

-Δυστυχώς δεν κατάφερα να βρω ούτε εγώ.

-Και πάλι, είπε ο Αχιλλέας Δενδρινός, έπρεπε να γυρίσετε κοντά τους. Όχι να έρθετε εδώ.

-Στην θέση σας θα ρώταγα τα παιδιά μου τι κάνανε αυτές τις μέρες στη σουίτα που είχαν νοικιάσει οι δυο τους, πέταξε η Χατζή αρπάζοντας την ευκαιρία να μετατοπίσει την προσοχή σε άλλον από τον εαυτό της και χρησιμοποιώντας αυτό που ήξερε ότι θα προκαλούσε σάλο.

Η Αλεξία έχασε το χρώμα της και θα είχε σωριαστεί στο δάπεδο αν ο Αλέξης δεν την συγκρατούσε.

-Τι εννοείτε; απόρησε ο Δενδρινός.

-Η μάνα σου πέρασε κάθε όριο, είπε ο Γουίλλιαμ.

-Είναι αλήθεια, είπε η Τάνια δυστυχισμένα, και το ξεστόμισε έτσι…

-Αυτό ήταν που ήξερες;

-Ναι.

-Πρέπει να βοηθήσουμε την Αλεξία, είπε η Βελίκα, δεν της αξίζει τέτοιος διασυρμός.

Πλησίασαν γρήγορα και οι τρεις. Μπροστά τους βρέθηκε ο Αυγερινός που απολάμβανε την θέση στην οποία είχαν βρεθεί ο Αλέξης με την Αλεξία.

-Πού πας φυτό; είπε. Να βοηθήσεις; Έχεις και εσύ λόγο να δώσεις για την παράνομη οπλοκατοχή σου και την χρήση της. Να, ήρθε και η αστυνομία…

Ο Γουίλλιαμ έριξε μια ματιά στην είσοδο και είδε να μπαίνουν δύο ένστολοι αστυνομικοί μαζί με έναν άνδρα με πολιτικά. Αναρωτήθηκε αν τους είχε καλέσει ο Αυγερινός και αν μπορούσε να βγάλει την κοπέλα που αγαπούσε από την δύσκολη θέση.

-Το μαχαίρι είναι δικό μου, είπε βιαστικά.

-Ναι, καλά, είπε ο Αυγερινός. Λοιπόν, Στάνιτς, καιρός να μου ανοίξεις τα πόδια…

Διέκοψε την φράση του για να ξεφωνίσει από τον πόνο καθώς ο Γουίλλιαμ του έριχνε μια γερή γροθιά.

-Μου επιτέθηκε! φώναξε ο Αυγερινός. Αστυνομία!

Οι αστυνομικοί κινήθηκαν προς το μέρος του Γουίλλιαμ αλλά μια φωνή τους σταμάτησε.

-Αφήστε τον! Έκανε πολύ καλά!