-Δεν
υπάρχει κάποια λύση; ρώτησε. Δεν έλεγε το χειρόγραφο πώς να την περάσουμε αυτήν
την παγίδα;
-Το
χειρόγραφο λέει ότι θα με σώσει ο Θεός Ποταμός. Για τους Αιγυπτίους και τον Φθανχούρ είναι ο Νείλος.
-Ο
Νείλος; είπε απελπισμένη η κοπέλα. Δεν είναι μακριά;
-Ναι…
Ο
Γουίλλιαμ δεν συνέχισε τη φράση του ερευνούσε με το βλέμμα το δωμάτιο ψάχνοντας
για την λύση, την διαφυγή από έναν εφιαλτικό θάνατο.
-Ο
Νείλος, είπε ο Φύλακας. Ο ζωοδότης για την Αίγυπτο, η πηγή της ζωής και της
ευφορίας. Όλα εξαρτούνταν από εκείνον και οι γιορτές του ήταν κύριο στοιχείο
στη θρησκευτική τους ζωή. Η γιορτή της Μαατ όπου γιορταζόταν η ετήσια επιστροφή
της πλημμύρας ήταν από τις πιο σημαντικές. Η Μαατ…..
-Ο
Χάπι! αναφώνησε.
-Τι;
ρώτησε η Ντιάνα που παρακολουθούσε το νερό να ανεβαίνει ως τα γόνατά τους.
-Ο
Χάπι, σημαίνει ο εφαπλούμενος, ήταν η προσωποποίηση του Νείλου.
-Ψάχνουμε
για τι; Το όνομά του γραμμένο στα ιερογλυφικά όπως και με τον Άνουβη;
Ο
Γουίλλιαμ ένευσε. Το νερό συνέχιζε να γεμίζει το δωμάτιο. Κοίταξε γύρω του
ψάχνοντας κάποια αναφορά στην αρχαία θεότητα. Η Ντιάνα ακούμπησε αποκαμωμένη σε
έναν τοίχο. Έκλεισε τα μάτια.
-Μη
χάνεις την ελπίδα σου.
Τότε
το είδε. Δίπλα στην πόρτα από την οποία είχαν μπει υπήρχε μια αναπαράσταση
ιπποπόταμου, του ιερού ζώου του Χάπι. Το πλησίασε όσο γρήγορα του επέτρεπαν τα
νερά και άρχισε να ψηλαφεί την ζωηρά χρωματισμένη μορφή. Για λίγο δεν βρήκε
τίποτα. Μετά το κεφάλι της ζωγραφισμένης μορφής υποχώρησε. Για μια στιγμή δεν
άλλαξε τίποτα, ο Γουίλλιαμ κοίταξε ανήσυχος γύρω για άλλη πιθανή απάντηση στο
πρόβλημα. Η Ντιάνα ήρθε κοντά του.
-Κράτησέ
με, σε παρακαλώ.
-Δεν
πεθάναμε ακόμα, είπε ο Φύλακας δυνατά αν και δεν έβλεπε καμία διαφυγή από τον
άμεσο κίνδυνο που τους απειλούσε.
Ένας
δυνατός κρότος ακούστηκε, σαν να έπεφτε κάτι βαρύ κάπου και μετά ολόκληρη η
μορφή του Χάπι υποχώρησε ανοίγοντας ένα μεγάλο κενό στο οποίο άρχισε να ρέει το
νερό. Σχεδόν αμέσως έγινε αισθητή η πτώση της στάθμης.
-Σωθήκαμε!
Σωθήκαμε! είπε με δάκρυα χαράς η Ντιάνα και ρίχτηκε στην αγκαλιά του Γουίλλιαμ.
-Ναι,
είπε εκείνος χαϊδεύοντας τα μαλλιά της.
Το
αεροπλάνο τροχοδρόμησε στην άκρη του διαδρόμου στο αεροδρόμιο του Λούξορ σε μια
έρημη περιοχή της ούτως και αλλιώς κάθε άλλο παρά πολυσύχναστης εγκατάστασης.
Από αυτό κατέβηκε μια ομάδα ανδρών ντυμένων στα μαύρα και οπλισμένων με
πολυβόλα. Τελευταίος κατέβηκε ο Γκράιτς
με την ερωμένη του μαζί. Η Τασία Μαρκάτου ήταν απόλυτα ικανοποιημένη με
αυτά που της προσέφερε ο εραστής της και δεν την ένοιαζε ποιος ήταν και τι
έκανε. Αρκεί που περνούσε εκείνη καλά. Επιβιβάστηκε με τον εραστή της σε ένα
τζιπ ενώ οι ένοπλοι συνοδοί τους ανέβηκαν σε ένα καμιόνι. Ο Γερμανός χαμογέλασε
μοχθηρά και άγγιξε τα δυο κλειδιά που είχε στην κατοχή του. Σε λίγο θα τα είχε
όλα.
Με
το δωμάτιο άδειο πια από νερό ο Γουίλλιαμ και η Ντιάνα προχώρησαν στην απέναντι
πόρτα. Η πόρτα δεν άνοιγε και την κοίταξαν με προσοχή. Μετά ο αιωνόβιος είπε:
-Και
τελευτήσει παν πρωτότοκον εν γη Αιγύπτου, η δέκατη πληγή.
-Τι
λέει το χειρόγραφο;
-Θα
γλιτώσεις όπως και ο περιούσιος λαός.
Ο
Γουίλλιαμ κοίταξε την πόρτα. Αντίθετα με άλλες εδώ ξεχώριζαν οι πέτρες που
είχαν χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή των παραστατών και του υπέρθυρου.
-Θα
χρειαστώ τη βοήθειά σου σε αυτό. Οι Ισραηλίτες έβαψαν με αίμα αμνού τους
παραστάτες και το υπέρθυρο. Εμείς πρέπει να τα πιέσουμε ταυτόχρονα στα ίδια
σημεία, γι’ αυτό και εδώ ξεχωρίζουν αυτά.
-Αν
ήσουν μόνος τι θα έκανες;
-Θα
έβαζα τη σπάθα να ακουμπάει στα δυο πλαϊνά και θα πίεζα μαζί πιέζοντας στη μέση
της λάμας και το υπέρθυρο με το άλλο χέρι. Τώρα θα είναι πιο εύκολο. Εγώ τους
παραστάτες, εσύ το υπέρθυρο.
Πίεσαν
ταυτόχρονα. Η πόρτα άνοιξε και βρέθηκαν σε έναν διάδρομο. Ήταν όλος βαμμένος με
ένα έντονο λευκό κάτι που έκανε ακόμα πιο έντονο το σκοτάδι στην άλλη άκρη του.
Δεν υπήρχε πόρτα, απλά από ένα σημείο και μετά επικρατούσε ερεβώδες σκοτάδι.
-Και
εγένετο σκότος γνόφος θύελλα επί πάσαν γην Αιγύπτου επί τρεις ημέρες, η ενάτη
πληγή, είπε ο Γουίλλιαμ.
-Πως
θα την περάσουμε; ρώτησε η Ντιάνα.
Ο
αιωνόβιος πολεμιστής δεν απάντησε αμέσως αλλά προχώρησε πιο κοντά στο σκοτάδι.
Πάτησε στην σκοτεινή περιοχή και διαπίστωσε πως θα πρέπει να υπήρχε κάποιος
αεραγωγός που οδηγούσε εδώ γιατί τον μαστίγωνε ένας δυνατός άνεμος. Η Ντιάνα
ήρθε κοντά του και κοίταξε το σκοτάδι που απλωνόταν μπροστά τους.
-Αυτό
είναι; Το εμπόδιο;
-Όχι
άκουσε.
Η
Ντιάνα ενέτεινε την προσοχή της και άκουσε ένα ήχο μεταλλικού τριξίματος. Ο
Γουίλλιαμ έβγαλε από την τσέπη του ένα λεπτό πυρσό και τον άναψε. Στο φως του
αποκαλύφθηκε η πηγή του μεταλλικού ήχου. Δραπανηφόρα εκκρεμή σχημάτιζαν τροχιές
από θανατηφόρο ατσάλι.
-Η
τελευταία δοκιμασία, είπε ο Γουίλλιαμ, δύσκολη για κάθε πολεμιστή πόσο δε στο
σκοτάδι.
-Σκοτάδι;
-Μέχρι
τα τέλη του δεκάτου αιώνα δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε η απαραίτητη γνώση των
χημικών διεργασιών για να δημιουργηθεί κάποιο μέσο που ο αέρας εδώ μέσα δεν θα
το έσβηνε. Οπότε θα ήταν κυριολεκτικά στο σκοτάδι όποιος δοκίμαζε να περάσει.
Αλλά εγώ θα περάσω.
Ύψωσε
τον πυρσό που ήταν η χημική του σύνθεση τον κρατούσε αναμμένο παρά τον αέρα και
κοίταξε τα εκκρεμή. Μετά γύρισε στην Ντιάνα.
-Αν
δεν επιστρέψω φύγε και βγες έξω. Πάρε εσύ τα τρία κλειδιά και πες τους να πάνε
πίσω σπίτια τους. Εσύ θα πας στην Σαντορίνη, στην Ελλάδα....
Έδωσε
ακόμα μερικές οδηγίες και μετά η Ντιάνα έπεσε στην αγκαλιά του. Με το ελεύθερο
χέρι του εκείνος την αγκάλιασε. Τη φίλησε απαλά στα μαλλιά και μετά ξεχύθηκε
ανάμεσα στα φονικά εμπόδια. Η κοπέλα δεν είχε ξαναδεί τέτοια ταχύτητα κίνησης
με τέτοια σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Η πείρα εκατοντάδων μαχών σε χιλιάδες
χρόνια είχε κάνει τις κινήσεις του ακριβείς και σίγουρες.
Έφτασε στην άκρη του διαδρόμου και χάθηκε στο
σκοτάδι.
Η
Ντιάνα έγειρε πίσω και έκλεισε τα μάτια. Ευχόταν να επιστρέψει γρήγορα ο
Γουίλλιαμ. Αν δεν επέστρεφε δεν ήθελε να ζήσει. Έπρεπε να το κάνει αυτό που της
είπε αλλά μετά……. Μετά θα ερχόταν εδώ να τερματίσει τη ζωή στο μέρος που είχε
και εκείνος πεθάνει. Μπορούσε να κάνει λίγα βήματα πίσω και να βρεθεί στο φως
αλλά δεν το έκανε, ένιωθε πιο κοντά του έτσι μόνη της στο σκοτάδι.
Έμεινε
εκεί ως που ένιωσε το χέρι του άνδρα που είχε αγαπήσει στον ώμο της. Ύψωσε το
βλέμμα και συνάντησε αυτό του Γουίλλιαμ, ένα βαθύ κόψιμο κοσμούσε το μάγουλό
του και από το αριστερό του χέρι έτρεχε αίμα. Ανάσανε με ανακούφιση πριν τον
αγκαλιάσει.
-Πήρα
αυτό που θέλαμε, είπε εκείνος. Πάμε πίσω.
Πήραν
το δρόμο της επιστροφής και σύντομα αντίκρισαν το φως του ήλιου να γεμίζει μια
πόρτα. Επιτάχυναν και γρήγορα βρίσκονταν κάτω από τον καυτό ήλιο της ερήμου
αλλά το θέαμα που τους περίμενε εκεί δεν ήταν καθόλου ευχάριστο. Ο Άγγελος, η
Νάντια και η Αλεξία ήταν γονατισμένοι στην άμμο μπροστά στον Χαίνριχ Γκράιτς με
τα χέρια πίσω από το κεφάλι. Ο Γερμανός έδειχνε σίγουρος για τον εαυτό του
κυκλωμένους από τους άνδρες του, πάνοπλους και έτοιμους να πυροβολήσουν.
-Πολύ
ωραία, είπε ο Γερμανός, απέκτησες για' μενα αυτό που δεν θα μπορούσα ποτέ να
αποκτήσω. Τώρα αν δεν θες να πεθάνουν οι φίλοι σου δώσε μου όλα τα κλειδιά.
-Εκείνος
που έχει το κεφάλι του στο στόμα του λιονταριού δεν μπορεί να προβάλλει
απαιτήσεις.
-Εγώ;
κάγχασε ο Γκράιτς. Σκοτώστε τους.
Ο
Γουίλλιαμ ξεθηκάρωσε τη σπάθα του αφήνοντας μια πολεμική κραυγή που δεν είχε
ακουστεί στον κόσμο εδώ και αιώνες. Αντιλάλησε στους γύρω αμμόλοφους και στην
κορυφή αυτού του ίδιου που κάλυπτε τον αρχαίο τάφο. Πολεμιστές ντυμένοι με
μαύρες αραβικές ενδυμασίες εμφανίστηκαν κυκλώνοντας όσους στέκονταν μπροστά
στην είσοδο του τάφου.
-Δώσε
μου τα κλειδιά που έχεις και θα σας αφήσω να φύγετε, είπε ο Γουίλλιαμ. Αν
αντισταθείτε θα πεθάνετε.
Ο
Γκράιτς φάνηκε να το σκέφτεται. Τελικά έκανε νόημα στους άνδρες του που άρχισαν
να συμπτύσσονται προς το μέρος του. Ο Γουίλλιαμ θηκάρωσε το όπλο του και έκανε
νόημα στον Άγγελο που σηκώθηκε βοηθώντας και την Νάντια να κάνει το ίδιο ενώ η
Ντιάνα έτρεξε να βοηθήσει την Αλεξία.
-Μπείτε
μέσα, είπε στα Ελληνικά ο Γουίλλιαμ, δεν εμπιστεύομαι τον Γκράιτς.
Ενώ
εκείνοι έμπαιναν βιαστικά στη σχετική ασφάλεια του τάφου η Τασία Μαρκάτου
μετέφερε τα λόγια του στον εραστή της. Ο Γκράιτς διέταξε επίθεση. Ανέκφραστος,
χωρίς καμία ένδειξη του τι σκεφτόταν ο Φύλακας ξεθηκάρωσε τη σπάθα του και
προχώρησε να καλύψει την είσοδο του τάφου ενώ οι μαυροφορεμένοι σύμμαχοί του
μάχονταν με τους άνδρες του Γκράιτς σε μια μανιασμένη αλλά και σύντομη
σύγκρουση. Ο Γουίλλιαμ αντιμετώπιζε αντιπάλους χωρίς να μετακινείται από την
είσοδο γιατί για πρώτη φορά μετά από αιώνες δεν ήταν μόνο η αποστολή του ο
λόγος που πολεμούσε.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου