Οι Επτά Στύλοι Της Σοφίας 19

Author: Νυχτερινή Πένα /

10.
Φλωρεντία

Το Airbus 320 της Alitalia προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας της Τοσκάνης με τα λάστιχα να στριγκλίζουν και να σηκώνουν υδρατμούς από το βρεγμένο διάδρομο. Καθόλου περίεργο αν αναλογιζόταν κανείς ότι έβρεχε ασταμάτητα τα τελευταία εικοσιτετράωρα.
Καθώς το αεροπλάνο τροχοδρομούσε ο Γουίλλιαμ κοίταξε τους υπόλοιπους. Ο Άγγελος ήταν σκεφτικός, η Νάντια είχε ακουμπήσει το κεφάλι της στον ώμο του και είχε κλείσει τα μάτια της αν και δεν κοιμόταν. Η Αλεξία κοιτούσε έξω μιας και εκείνη ήταν που καθόταν στο παράθυρο. Οι τρεις τους κάθονταν στην μια πλευρά της τελευταίας σειράς καθισμάτων ενώ ο Γουίλλιαμ και η Ντιάνα είχαν πιάσει τα δυο στην άλλη πλευρά. Κοίταξε την κοπέλα δίπλα του. Εκείνη του ανταπέδωσε το βλέμμα με μάτια που έλαμπαν, ένα βλέμμα γεμάτο λατρεία, και ο Φύλακας θυμήθηκε τη στιγμή που μιλήσανε στο αεροδρόμιο ενώ οι άλλοι λαγοκοιμούνταν.
-Έχουμε μια τεράστια διαφορά, της είχε πει.
-Αλλά δεν αναφέρεσαι στην ηλικία σωστά; Κάθε γυναίκα σήμερα θα είναι πολύ νέα για' σενα.
-Αναφέρομαι σε αυτό που πρέπει να κάνω.
-Ξέρουμε και οι δυο ότι είναι γραφτό μου να γίνω Φύλακας. Άσε με να είμαι μαζί σου.
Δεν είχαν προλάβει να πουν άλλα, η Αλεξία είχε ξυπνήσει και η Ντιάνα είχε βιαστεί να τραβηκτεί από κοντά του.
Καθώς το αεροπλάνο έφτανε στο τέρμιναλ ένιωσε το χέρι της πάνω στο δικό του, ένα απαλό χάδι. Η επικεφαλής του πληρώματος τους καλωσόρισε στην Φλωρεντία και τους έδωσε τις τελευταίες οδηγίες για την αποβίβαση. Άφησαν το αεροπλάνο και ο Άγγελος προηγήθηκε για να νοικιάσει και πάλι ένα αυτοκίνητο ενώ οι υπόλοιποι έπαιρναν τις αποσκευές τους.
Πηγαίνοντας για την έξοδο του τέρμιναλ ο Γουίλλιαμ σταμάτησε σε μια καφετέρια που διέθετε τηλεόραση και κοίταξε με ενδιαφέρον το πρωινό δελτίο ειδήσεων της RAI 1. Μετά στράφηκε στους υπόλοιπους.
-Οι δραστηριότητες μας ως τώρα δεν έχουν συνέπειες. Τα γεγονότα του ξενοδοχείου αποδόθηκαν σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Καλό αυτό.
Απομακρύνθηκαν από την καφετέρια και η Αλεξία στράφηκε στον Γουίλλιαμ:
-Στο δωμάτιο κινδύνευσες επειδή δεν θέλησες να σκοτώσεις τη Γερμανίδα που ήταν άοπλη. Δεν θα έπρεπε να δείχνεις τέτοια ανωτερότητα.
-Δεν μπορούσα να τη σκοτώσω άοπλη. Γι' αυτό της έδωσα την ευκαιρία να φύγει, αφού συνέχισε....
-Ήξερες ότι τα χαρτιά θα έκαναν κρότο έτσι;
-Ναι ήταν αποτέλεσμα της μελάνης που χρησιμοποίησα, περιέχει μια εύφλεκτη ρητίνη.
Φτάσανε στο αυτοκίνητο και ο Άγγελος ρώτησε:
-Πάμε για το μουσείο;
-Ναι, είπε ο Γουίλλιαμ.
-Θα μας αφήσουν να δούμε αυτό που θέλουμε;
Ο Γουίλλιαμ χαμογέλασε.
-Χωρίς να το θέλει ο Γκράιτς μας βοήθησε σε αυτό. Μας έστειλε τη Ντιάνα. Έφορος του μουσείου είναι ένας φίλος των γονιών σου Ντιάνα. Χωρίς εσένα δεν θα μπορούσαμε να τα καταφέρουμε να τον πείσουμε να μας επιτρέψει να μελετήσουμε το χειρόγραφο που θέλουμε.
-Όταν μας είπες να φύγουμε από το δωμάτιο στο ξενοδοχείο, μας είπες να πάμε στην Πιστόια, παρατήρησε ο Άγγελος. Όχι εδώ.
-Δεν περίμενα να βρω τη Ντιάνα μπροστά μου, απάντησε ο Γουίλλιαμ, και έτσι σας κατεύθυνα εκεί που με οδηγούσαν οι συλλογισμοί μου.
-Ποιο το όφελος να πηγαίναμε αν εσύ σκοτωνόσουν; ρώτησε η Νάντια. Μόνοι μας λίγα πράγματα μπορούμε να κάνουμε.
-Δεν θα σκοτωνόμουν, να έπεφτα στα χέρια τους ναι. Αλλά δεν θα με σκοτώσουν ως που να βάλει στο χέρι τα κλειδιά. Ξέρει ότι είμαι ο μόνος που μπορεί να το κάνει, να τα βρει.
Φτάσανε στο μουσείο και αφού παρκάρανε προχώρησαν στην κεντρική είσοδο του μουσείου όπου ο Γουίλλιαμ ζήτησε από έναν φύλακα να τους οδηγήσει στον κύριο Λουίτζι Ντ' Αλίνκολο. Ο φύλακας το έκανε και τους οδήγησε σε ένα μάλλον μεγάλο γραφείο γεμάτο με βιβλιοθήκες κατάφορτες από βιβλία και ένα μεγάλο τραπέζι χαμένο κάτω από στοίβες εγγράφων και φακέλων.
Ο Λουίτζι Ντ' Αλίνκολο ήταν ένας λεπτός άνδρας με καράφλα και γυαλιά.
-Τι μπορώ να κάνω για' σας; ρώτησε.
-Θέλουμε την άδεια να μελετήσουμε τον κώδικα με τον αριθμό 5456.
-Για ποιο λόγο;
-Περιέχει ενδεχομένως την απάντηση σε ένα ερώτημα για το οποίο δολοφονήθηκαν δυο άνθρωποι.
-Ποιο; Το κείμενο αυτό; Είναι πάνω από 900 ετών.
-Ναι, αλλά γι' αυτό βασανίστηκαν οι γονείς μου, είπε η Ντιάνα κάνοντας ένα βήμα μπροστά.
-Οι γονείς σου; Ποια είσαι;
-Η Ντιάνα Δάμη - Γκλεμπ, είπε η κοπέλα και ο Ιταλός χλώμιασε.

Ο Γουίλλιαμ σήκωσε το βλέμμα του από τις κιτρινισμένες σελίδες του παλιού χειρόγραφου. Η ταυτότητα της Ντιάνα είχε πείσει τον Λουίτζι Ντ' Αλίνκολο να τους αφήσει να μελετήσουν τον κώδικα που περιείχε τη διήγηση του σταυροφόρου και ο Φύλακας, που ήταν ο μόνος από την ομάδα που μπορούσε να διαβάσει ολόκληρο βιβλίο στα λατινικά, έψαξε για τα στοιχεία που ήθελε.
-Μάλιστα, είπε στο τέλος και άφησε το αναλόγιο όπου ήταν τοποθετημένο το χειρόγραφο.
Τους είχαν επιτρέψει τη χρήση ενός μικρού μελετητηρίου, ενός μικρού δωματίου με το αναλόγιο όπου βρισκόταν το χειρόγραφο, ένα τραπέζι εργασίας και μερικές καρέκλες. Ο Γουίλλιαμ άφησε τους υπόλοιπους και πήγε κοντά στο παράθυρο όπου έμπαινε το δυνατό φως της ηλιόλουστης μέρας. Απ' αυτό μπορούσε να δει την όμορφη εκκλησία της Σάντα Μαρία Ντελ Φιόρε και το λιθόστρωτο δρόμο που οδηγούσε εκεί. Οι υπόλοιποι καθισμένοι στις καρέκλες γύρω από το τραπέζι τον κοίταξαν.
-Τι έμαθες; ρώτησε η Αλεξία.
-Επιβεβαίωσα τους συλλογισμούς μου. Ο σταυροφόρος που απέκτησε το κλειδί στην Ιερουσαλήμ ονομαζόταν Ρογήρος Ανζόν, ένας Νορμανδός πολεμιστής που πήγε στη σταυροφορία ακολουθώντας τον Τανκρέδο. Μετά την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων επέστρεψε στην Σικελία.
-Μαζί με το κλειδί;
-Το κλειδί τον είχε εντυπωσιάσει. Το θεώρησε σπάνιο σαν κομψοτέχνημα, είναι το μόνο αντικείμενο που αναφέρει στο κείμενό του.
-Το είχε όμως όταν γύρισε στη Σικελία;
-Ναι. Και όταν ξανάφυγε.
-Ξανάφυγε;
-Ναι, είπε ο Φύλακας επιστρέφοντας στο χειρόγραφο, είχε περάσει πολλά χρόνια στην σταυροφορία και τους Αγίους Τόπους και τώρα η γενέτειρά του του φαινόταν ξένος τόπος. Είχε αλλάξει πολύ. Ταξίδεψε πίσω στους Αγίους Τόπους όπου και έζησε ως το θάνατό του. Το κλειδί παρέμενε στην κατοχή του ως το θάνατό του.
-Και αφού δεν ήταν Φύλακας και δεν ήξερε το μυστικό δεν μερίμνησε να περάσει το κλειδί στα χέρια κάποιου άλλου, σωστά; είπε η Αλεξία.
-Περίπου, είπε ο Γουίλλιαμ. Δεν ήξερε ότι έχει κάποια άλλη αξία αλλά σαν αντικείμενο τέχνης δεν άφησε να χαθεί. Το κληροδότησε στο γιό του. Εκείνος έμεινε σε όλη του τη ζωή στην Αγία Πόλη και πολέμησε πολλές φορές εναντίον των Αράβων. Δεν πληγώθηκε ποτέ σοβαρά και άρχισε να θεωρεί ότι ήταν το κληρονομημένο φυλακτό που τον προστάτευε. Έτσι και εκείνος το άφησε στο δικό του γιο. Εκείνος σκοτώθηκε στην πτώση της Ιερουσαλήμ στα χέρια του Σαλαντίν. Ο Άραβας που τον σκότωσε το πήρε και το φόρεσε σαν κόσμημα. Το έχασε στην Τρίτη Σταυροφορία από έναν ακόλουθο του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ονόματι Μάικλ Γκόρντον.
-Γκόρντον; Είσασταν συγγενείς;
-Ναι, είπε ο Γουίλλιαμ, ήταν απόγονός μου. Έτσι ξέρω τι απέγινε το κλειδί αυτό που τόσο καιρό περιπλανιόταν σε χέρια ανθρώπων που δεν ήξεραν την πραγματική του αξία.
-Δεν ήταν επικίνδυνο όμως να έχει ο ίδιος λαός δυο κλειδιά; παρατήρησε η Ντιάνα, είχες πει ότι ήταν επικίνδυνο όταν.....
-Ναι, την έκοψε ο Γουίλλιαμ, κανονικά θα ήταν αλλά εγώ δεν είμαι Βρετανός. Το κλειδί έμεινε στους απογόνους μου ως το θάνατο του τελευταίου στη μάχη της Ορλεάνης, το 1429. Το μάζεψε από το πεδίο της μάχης ένας μισθοφόρος με το όνομα Τζιάκομο Άρνο.
-Άρνο; Όπως ο ποταμός που διασχίζει την Φλωρεντία;

-Ακριβώς, σκοτώθηκε το 1447 με την κατάλυση της Αμβροσιανής δημοκρατίας και είναι θαμμένος στην Πιστόια. Εκεί θα πάμε.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου