Το
Μέλθαμ Χάους ήταν ένα μεγάλο τετραγωνισμένο αρχοντικό της Βικτωριανής εποχής.
Επενδεδυμένο με γκρίζα πέτρα και με τη σκεπή του με παρόμοια κεραμίδια ήταν
επιβλητικό με τα αψιδωτά του παράθυρα φωταγωγημένα. Ήταν από εκείνα τα τεράστια
αρχοντικά που διέθεταν μεγάλες ευρύχωρες κρεβατοκάμαρες και ξενώνες, σαλόνια
και βιβλιοθήκες.
Ο
Άνταμ μας έφερε ακριβώς μπροστά στην είσοδο όπου κατεβήκαμε και ένας πολύ
ευγενικός παρκαδόρος πήρε το αυτοκίνητο για να το παρκάρει. Ανεβήκαμε τα σκαλιά
και περάσαμε την ανοιχτή είσοδο για να βρεθούμε σε ένα μεγάλο μακρόστενο χωλ με
καθρέπτες και κρεμάστρες για παλτά και εσάρπες κάτι άχρηστο τώρα μιας και ο
καλός καιρός έκανε περιττά τέτοια ρούχα. Ο Άνταμ φορούσε ένα ανοιξιάτικο
κουστούμι που του ταίριαζε πολύ ενώ η Άννα είχε φορέσει ένα φόρεμα με αρκετά
συντηρητικό κόψιμο που ωστόσο τόνιζε το ντεκολτέ της. Όσο για' μενα είχα
φορέσει την επίσημη στολή μου και μόλις μπήκαμε διαπίστωσα ότι δεν ήμουν ο
μόνος, υπήρχε ακόμα ένας άνδρας με στολή.
Στο
χωλ μας υποδέκτηκε η ίδια η Άννι. Έδωσε το χέρι της τυπικά στην Άννα αλλά
αγκάλιασε τον Άνταμ. Ύστερα στράφηκε σε μενα.
-Πολύ
εντυπωσιακός, δεν κυκλοφορείς ποτέ με πολιτικά;
-Σπάνια,
είπα.
-Καλώς
ήρθατε, είπε, και καλή διασκέδαση,
Περάσαμε
στον κήπο όπου θα δινόταν η δεξίωση. Υπήρχε ένας πάγκος με ποτά και ένας
εξυπηρετικός νεαρός σερβιτόρος εκεί. Οι καλεσμένοι σκορπισμένοι σε μικρές ή
μεγαλύτερες παρέες στον κήπο συζητούσαν πίνοντας. Εγώ φυσικά δεν ήξερα κανέναν
αλλά και οι περισσότεροι μόλις που ήταν γνωστοί στην Άννα αφού ανήκανε σε μια
διαφορετική κοινωνική τάξη από τη δική της.
-Θες
ένα ποτό; της είπα.
Ο
Άνταμ μας είχε αφήσει για να μιλήσει σε μια φίλη του που ήταν μαζί στο σχολείο
και τώρα βρισκόταν εδώ συνοδεύοντας τον μνηστήρα της, το γιο ενός τοπικού
κτηνοτρόφου.
-Σε
λίγο, είπε η Άννα και περπατήσαμε στον κήπο. Μου έδειξε μια πλαινή πόρτα.
-Αυτή
η πόρτα οδηγεί στην κουζίνα και εκεί της έφερνα – όχι σε εκείνη - αλλά στο
σπίτι γενικά τα πράγματα από τη φάρμα μας. Μια φορά με αποκάλεσε αγελαδίτσα στο
σχολείο.
-Γιατί;
-Είπε
ότι είχα το κατάλληλο στήθος και τι άλλο ήμουν εκτός από αγελαδίτσα αφού κάθε
πρωί της πήγαινα το γάλα της.
-Απαίσια
συμπεριφορά, είπα.
Είχα
ξαναδεί τέτοιες συμπεριφορές από πλουσιοκόριτσα που ήταν πολύ κακομαθημένα.
Αλλά αυτό ήταν από τα σκληρότερα που είχα ακούσει. Δεν ήταν να απορεί κανείς
που η Άννα δεν αγαπούσε καθόλου την ξαδέρφη της.
Προχωρήσαμε
στην άκρη του κήπου, το Μέλθαμ Χάουζ ήταν χτισμένο πάνω στην ακτογραμμή, η
θάλασσα ήταν επτά μέτρα πιο κάτω στη βάση του γκρεμού. Ατένισα τον σκοτεινό
ωκεανό και εκείνη στάθηκε δίπλα μου.
-Έχω
κολυμπήσει εκεί κάτω, μου είπε.
-Αλήθεια;
Υπάρχει τρόπος να κατέβεις; ρώτησα.
-Ναι,
έχει ένα μικρό φιδογυριστό μονοπάτι, είχα κολυμπήσει εδώ μια φορά με τον Άνταμ
όταν μέναμε με τον παππού μας και η Άννι ήταν στην Ευρώπη. Τότε ήταν ωραία αν
και φοβόμουν, φοβάμαι κάπως τη θάλασσα.
Στράφηκε
και κοίταξε προς το σπίτι και τους καλεσμένους, σαν να είχε φοβηθεί εκείνη τη
στιγμή τη θάλασσα. Ακολούθησα το παράδειγμά της και γύρισα προς τον κόσμο.
Διέκρινα τον Άνταμ να μιλάει με μια κοπέλα και την Άννι. Υποψιάστηκα πως αυτό
δεν θα άρεσε στην κοπέλα δίπλα μου αλλά δεν έδειξε να το προσέχει. Ο Άνταμ την
άφησε εξάλλου και πήγε να μιλήσει με έναν άλλον άνδρα ενώ η κοπέλα συνέχισε να
μιλάει με την Άννι και μάλιστα να ξεκαρδίζονται στα γέλια.
-Τωρα
θα ήθελα εκείνο το ποτό που λέγαμε, είπε η Άννα και έτσι προχωρήσαμε στον πάγκο
με τα ποτά. Εκείνη πήρε ένα ποτήρι κρασί, εγώ πήρα έναν χυμό προς μεγάλη
έκπληξη του σερβιτόρου αλλά δεν ήθελα να θολώσω την κρίση μου.
Η
Άννα μας πλησίασε με έναν άνδρα που ήταν εκείνος που είχε φορέσει επίσης στολή.
Ήταν στολή του Βρετανικού στρατού και δεν δυσκολεύτηκα να καταλάβω ότι ήταν
ταγματάρχης του πεζικού. Είχε περασμένο το χέρι του γύρω από τη μέση της Άννι
και δεν υπήρχε αμφιβολία για την σχέση τους.
-Να
σας συστήσω τον ταγματάρχη Γκασκόιν, είπε η Άννι, Χάουαρντ να σου συστήσω τον
υπολοχαγό Μακ Γκρέγκορ και την ξαδέρφη μου την Άννα.
-Χαίρω
πολύ, είπε ο Χάουαρντ Γκασκόιν κοιτάζοντας με ενδιαφέρον τη στολή μου. Που
υπηρετείτε υπολοχαγέ;
-Στους
Ρέηντζερς αλλά είμαι με άδεια τώρα, μόλις γύρισα από το Αφγανιστάν.
-Μείνατε
πολύ καιρό εκεί;
-Δέκα
μήνες.
-Πολλοί,
είπε ο Γκασκόιν. Εγώ προτιμώ τις ήσυχες θέσεις. Και κυρίως εδώ στην Αγγλία.
Η
κοπέλα που νωρίτερα μιλούσε με την Άννι πλησίασε και εκείνη και αγκάλιασε τον
Γκασκόιν από τη μέση. Εκείνος της έριξε ένα μπατσάκι στον πισινό πριν περάσει
το χέρι του γύρω από τη μέση της. Η συμπεριφορά του ήταν αυτή που απεχθάνομαι
αλλά περισσότερο με εξέπληξε η απουσία οποιασδήποτε αντίδρασης από την πλευρά
της Άννι. Ή ίσως είχα παρεξηγήσει τη σχέση τους.
Πρόσεξα
πως είχαν τοποθετηθεί σε πολλά σημεία φαναράκια, σαν εκείνα που είναι τόσο
συνδεδεμένα με την Κίνα. Υπήρχαν κυριολεκτικά παντού και αναρωτήθηκα το γιατί
αφού όλοι οι χώροι ήταν επαρκώς φωτισμένοι. Σαν για να μου απαντήσουν την
απορία τα ηλεκτρικά φώτα έσβησαν εκείνη τη στιγμή. Η Άννι χαμογέλασε.
-Η
εταιρία ηλεκτρικού συνεπής όπως πάντα στα χρονοδιαγράμματά της.
-Το
περιμένατε αυτό; ρώτησα.
-Ναι,
είχε ανακοινωθεί εδώ και δυο βδομάδες ότι θα υπάρξει αυτή η διακοπή για να
γίνουν κάποια έργα συντήρησης αλλά αποφάσισα ότι δεν ήταν απαραίτητο να
ματαιώσω τη δεξίωσή μου. Το ηλεκτρικό δεν είναι απαραίτητο για μια γιορτή και
το φως το κεριών είναι τόσο πιο γοητευτικό.
-Ιδανικό
για ξελογιάσματα, είπε η φίλη της από την άλλη πλευρά του Γκασκόιν.
-Δεν
είναι το πρώτο που θα σκεφτόμουν, είπα, αλλά μου αρέσει αυτός ο φωτισμός.
Κανένας
δεν είχε ξαφνιαστεί με την αλλαγή του φωτισμού άρα όλοι το ήξεραν εκτός από τον
Άνταμ και’ μενα που είμασταν νεοφερμένοι. Τον έβλεπα που μιλούσε με μια παρέα
και προφανώς μιλούσε για αυτό το θέμα.
Απομακρύνθηκε μετά από λίγες ακόμα φράσεις με μια κοπέλα που τον
κρατούσε από το βραχίονα του δεξιού χεριού.
-Σύλια
Στέντον, συστήθηκε η κοπέλα με τον Γκασκόιν χωρίς να μου δώσει το χέρι της.
-Χαίρω
πολύ.
Η
συζήτηση περιστράφηκε γύρω από το πάρτυ της Άννι και άλλες ανάλογες εκδηλώσεις
στις οποίες είχαν παρευρεθεί οι τρεις τους και αρκετοί άλλοι από όσους ήταν
γύρω μας.
-Εμάς
μας συγχωρείτε, είπε ο Γκασκόιν μετά από λίγο και απομακρύνθηκε με την Σύλια
πάντα στο πλευρό του.
-Α
πάνε να το γλεντήσουν, είπε η Άννι με ένα πρόστυχο γελάκι. Εσύ ξαδερφούλα; Πες
μου ότι ακόμα δεν βρέθηκε ένας άνδρας να σε κάνει γυναίκα.
Η
Άννα είχε ακουμπισμένο το χέρι της στο βραχίονα μου και κατάλαβα από το σφίξιμό
της την έντασή της.
-Θα
ήθελες να περπατήσουμε λίγο; είπα και απομακρυνθήκαμε από την Άννι. Βλέπω γιατί
δεν τη συμπαθείς, είπα σιγανά. Αλλά μην της δίνεις τη χαρά να σε βλέπει να
αντιδράς. Αγνόησέ τη, θα ενοχληθεί περισσότερο.
-Μπορεί....
Αλλά είναι δύσκολο μερικές φορές.
-Το
ξέρω. Έχω πείρα από αυτό.
Της
διηγήθηκα πως αρκετά χρόνια πριν κατά τη διάρκεια της υπόθεσης Μπλυκ, της
πρώτης μου επίσημης ανάμειξης σε υπόθεση των Ρέηντζερς ο Γουίντ με είχε
καταφέρει να χάσω την παρομοιώδη ηρεμία μου και να του ρίξω μια γροθιά στο
πρόσωπο. Την έκανα να χαμογελάσει και να ξεχάσει την ξαδέρφη της για λίγο.
-Δεν
βλέπω τον Άνταμ, παρατήρησε η Άννα και μια ματιά στον κήπο μου έδειξε ότι είχε
δίκιο.
-Θα
είναι μέσα, είπα.
-Ευτυχώς
όχι με την Άννι. Εκείνη είναι εκεί πέρα.
Είχε
δίκιο αλλά δεν το σχολίασε αν και σχεδόν αμέσως εξαφανίστηκε από το οπτικό μας
πεδίο. Είχα αρχίσει να σκέφτομαι αν είχαμε μείνει αρκετά ώστε να μην θεωρηθούμε
αγενείς σύμφωνα με τα τοπικά ήθη και έθιμα. Γύρισα να της το πω αλλά με
πρόλαβε.
-Με
συγχωρείς λίγο, πάω να φρεσκαριστώ.
Την
κοίταξα να απομακρύνεται και αναρωτήθηκα αν την είχε ενοχλήσει η οικειότητα του
αδερφού της με την άλλη κοπέλα. Έδειχνε πολύ προσκολημμένη σε εκείνον, σε
σημείο ίσως εξάρτησης. Αλλά πάλι τα είχε καταφέρει μια χαρά και τους
τελευταίους μήνες που ο Άνταμ έλειπε. Ίσως απλά να μην τις ενέκρινε αυτές τις
γυναίκες για τον αδερφό της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου