Φτάναμε
στο ξενοδοχείο όταν η Σύλια μου έριξε ένα πλάγιο βλέμμα και ρώτησε:
-Το
εννοείς πραγματικά ότι θα με βοηθήσεις;
-Ναι,
είπα, θα αποτοξινωθείς και μπορείς να αρχίσεις μια νέα ζωή.
Άφησα
την Σύλια στο αυτοκίνητο και μπήκα στο μικρό προθάλαμο που αποτελούσε το χώρο
υποδοχής του Στάνλεϊ Αρμς. Εκεί μια νεαρή κοπέλα λαγοκοιμόταν πίσω από τον
πάγκο.
-Το
δωμάτιο του Τζώρτζ Τενάμπαουμ; ρώτησα.
-Το
έντεκα, είπε, αλλά.....
-Αστυνομική
έρευνα, της είπα και προχώρησα στη σκάλα.
Την
ανέβηκα και βρέθηκα σε έναν ήσυχο διάδρομο με γκρενά μοκέτα στο δάπεδο και
ταπετσαρία στον τοίχο. Βρήκα το δωμάτιο και χτύπησα την πόρτα. Ο δικηγόρος
άνοιξε την πόρτα αμέσως, δεν κοιμόταν. Ήταν ντυμένος μόνο με ένα παντελόνι και
δε χάρηκε που με είδε.
-Τι....
-Θέλω
να δω την διαθήκη του παππού της Άννι, είπα.
-Μα
δεν είναι... εννοώ....
Τον
προσπέρασα και μπήκα στο δωμάτιο.
-Δε
θες να σε συλλάβω για παρακώλλυση δικαιοσύνης, σωστά; είπα καθώς έβρισκα αυτό
που ζητούσα και το έπαιρνα από το χαρτοφύλακά του.
Άνοιξα
τη διαθήκη και άρχισα να τη διαβάζω και βρήκα αυτό που υποψιαζόμουν.
-Δεν
έχεις το δικαίωμα! μούγκρισε ο δικηγόρος. Θα φωνάξω την αστυνομία.
-Αστυνομία;
Για ποιο λόγο; είπε μια φωνή από την πόρτα και γύρισα χαμογελώντας για να
αντικρίσω τον Ρόμπιν Μακ Άνταρ.
-Αυτός
εδώ ο κύριος, ξεκίνησε ο δικηγόρος αλλά ο πράκτωρας της ΜΙ6 τον διέκοψε.
-Ο
κύριος Μακ Γκρέγκορ ενεργεί σε αρωγή των αρχών.
-Ρομπ,
είπα, πρέπει να κρατηθεί ο κύριος και εμείς να πάμε γρήγορα στο Μέλθαμ. Ξέρω τι
έγινε απόψε και σε τι αποσκοπεί.
Κεφάλαιο Πέμπτο
Ο
Ρομπ είχε φέρει μαζί του και μια χούφτα άνδρες. Ένας έμεινε να επιβλέπει τον
δικηγόρο και ένας ακόμα θα πήγαινε στο γιοτ του Γκασκόιν. Εγώ και ο Ρομπ με
τους υπόλοιπους θα πηγαίναμε πίσω στο Μέλθαμ Χάουζ να τελειώσουμε αυτήν την
ιστορία.
-Πήγαινε σπίτι, είπα στη Σύλια, θα τα πούμε το
πρωί. Μη φοβάσαι όλα είναι υπό έλεγχο.
Ο Ρόμπιν, εγώ και μερικοί ακόμα άνδρες με δυο
αυτοκίνητα πήραμε το δρόμο για το αρχοντικό. Κοιτούσα το σκοτάδι έξω. Ένιωθα
κουρασμένος μιας και πλησίαζα το εικοσιτετράωρο ξύπνιος. Το σκοτάδι ολόγυρα με
τα φώτα του αυτοκινήτου μόνο στο δρόμο μπροστά μας με προσκαλούσε να
αποκοιμηθώ. Αλλά δεν ήταν ώρα ακόμη για ανάπαυση.
Φτάσαμε στο Μέλθαμ και παρκάραμε μπροστά στην
είσοδο. Βγήκαμε και προχωρήσαμε στην πόρτα. Την χτύπησα αλλά δεν άνοιξε
κάποιος, ο Ρόμπιν με παραμέρισε και έκανε ένα νόημα και δυο άνδρες έπεσαν με
τους ώμους πάνω της και την ανοίξανε. Μπήκαμε και τρέξαμε στο σαλόνι όπου είχε φως
ακόμη. οι δυο ξαδέρφες ήταν εκεί, η Άννα πρόσφερε στην ξαδέρφη της εκείνη τη
στιγμή μια κούπα με κάτι αχνιστό, καφέ ή σοκολάτα.
-Μην το πιεις αυτό Άννα, είπα βιαστικά, είμαι
σίγουρος ότι περιέχει κάποιο δηλητήριο.
-Δηλητήριο; είπε η Άννα, για’ μενα; Γιατί;
Στράφηκε στην ξαδέρφη της.
-Με μισείς τόσο πολύ;
-Όχι εσένα, εσύ ήσουν το τυχαίο θύμα, είπα. Άσε
κάτω την κούπα, είπα στην Άννι.
Εκείνη υπάκουσε. Δεν μπορούσε να κάνει και
αλλιώς, είχα στο χέρι μου τώρα το Μπράουνινγκ και τη σημάδευα.
-Τώρα ξέρω τι έγινε, είπα. Και ομολογώ ότι είχες
καταστρώσει ένα διαβολικά έξυπνο σχέδιο. Στην αρχή νόμιζα ότι έγινε όπως
φαινόταν. Σε πυροβόλησε κάποιος. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν μπορούσα να δω πως
κάποιος θα είχε ανέβει πάνω να το κάνει αυτό. Με δυο σκάλες δεν περίμενες ότι
θα συμβεί αυτό αλλά ήρθαν έτσι τα πράγματα που μπορούσα να το επιβεβαιώσω, χάρη
στην ακολασία του Γκασκόιν και την αδιακρισία του υπηρετικού σου προσωπικού.
Μετά βρήκα το όπλο και μου έκανε εντύπωση το πόσο κρύο ήταν.
-Το βρήκες! έκανε η Άννι και αν το βλέμμα
μπορούσε να σκοτώσει θα ήμουν νεκρός.
-Ναι το βρήκα, και οι απορίες μου αυξήθηκαν. Δεν
υπήρχε ύποπτος που να μπορούσε να είχε ανέβει πάνω, το όπλο ήταν ήδη κρύο
πράγμα δύσκολο να γίνει αλλά είχε ακουστεί πυροβολισμός και υπήρχε σφαίρα. Ως
που ήρθε η βαλλιστική έκθεση και τα ανέτρεπε όλα. Αλλά όντως τα ανέτρεπε; Όχι
όπως κατάλαβα. Είχες ηχογραφήσει τον πυροβολισμό όταν είχες ρίξει τη σφαίρα
κάποια προηγούμενη μέρα. Μετά σκέφθηκα και τις προηγούμενες απόπειρες. Η πρώτη
ήταν απλά λόγια, δεν μπορούσε να αποδειχθεί, η άλλη ήταν εύκολο να αποδειχθεί
αλλά εσύ μόνη σου παραδέχθηκες ότι ξέρεις από αυτοκίνητα αφού τρέχεις σε
αγώνες, ήξερες τη ζημιά να κάνεις ώστε να μην κινδυνεύσεις αληθινά. Άρα είχαμε
μια υπέροχη μασκαράτα. Γιατί;
Σταμάτησα και κοίταξα την Άννι. Δεν με κοίταζε
πια, είχε σκύψει το κεφάλι παραδεχόταν ότι είχε χάσει το παιχνίδι.
-Η κληρονομιά του παππού σου. Του παππού και των
δυο σας. Δεν άφηνε την περιουσία σε’ σενα. Την άφηνε στην Άννα. Μόνο αν εκείνη
δεν την δεχόταν ή δεν ήταν σε θέση να κληρονομήσει θα την έπαιρνες εσύ. Έτσι
έστησες αυτό το παιχνίδι, θα φαινόταν ότι απειλείται η ζωή σου και ο δολοφόνος
είχε κάνει ήδη τρεις αποτυχημένες απόπειρες και στην τέταρτη το θύμα θα ήταν η
Άννα, ίσως και κάποιος άλλος για να μην σε υποψιαστούν, κάποιος υπηρέτης ας
πούμε. Τα είπα σωστά;
Η Άννι κατένευσε και ο Ρόμπιν έκανε νόημα να της
περάσουν χειροπέδες. Και θαπήγαινε για πολύ καιρό φυλακή, και όχι μόνο αυτή
αλλά και ο δικηγόρος, που είχε αποσιωπήσει τη διαθήκη δίνοντας χρόνο στην Άννι
να καταστρώσει το σχέδιό της, και ο Γκασκόιν. Η υπόθεση είχε κλείσει. Τώρα
έπρεπε να ξεκουραστώ, βγήκα από το σπίτι και στάθηκα κάτω από τον έναστρο
ουρανό στον κήπο που είχε συμμαζευτεί και δεν θύμιζε σε τίποτα το πάρτυ που
είχε γίνει πριν λίγες ώρες εδώ. Ένιωσα κάποιον δίπλα μου και στράφηκα. Η Άννα
είχε βγει έξω.
-Ευχαριστώ, είπε, μου έσωσες τη ζωή.
-Πως είσαι; ρώτησα.
-Ταραγμένη αλλά όχι επειδή κινδύνευσα, βλέπεις
αυτό δεν πρόλαβα να το νιώσω. Αλλά δεν περίμενα ότι η Άννι θα έφτανε ως εκεί.
Πάντα τα ήθελε όλα μα δεν θα το πίστευα ότι θα έφτανε να με σκοτώσει.
Ένας άνδρας βγήκε από το σπίτι.
-Είμαστε έτοιμοι να φύγουμε σερ, συλλάβαμε και
τον Γκασκόιν.
-Πάμε; είπα στην Άννα.
Εκείνη κούνησε το κεφάλι της, πήγαμε στο
αυτοκίνητο και είπα στον Ρόμπιν να μας αφήσει στο σπίτι της. Καθώς το Μέλθαμ
Χάουζ χανόταν στο σκοτάδι πίσω μας η Άννα ακούμπησε αποκαμωμένη το κεφάλι της
στον ώμο μου.
-Κοιμίσου, της ψιθύρισα. Σκέψου τι θα κάνεις την
περιουσία που ήρθε ξαφνικά στα χέρια σου.
Όσο για μενα, αυτή η ιστορία είχε τελειώσει.
Αναρωτιόμουν πόσο γρήγορα θα βρισκόταν κάτι άλλο στο δρόμο μου.
ΤΕΛΟΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου