Το Φυλακτό - 3 - Τέλος

Author: Νυχτερινή Πένα /


ΙΙΙ.

Συνέχισαν το ταξίδι του το πρωί μετά από ένα σύντομο πρωινό και δεν σταμάτησαν παρά μόνο λίγο για να ξεκουραστούν τα άλογα και να φάνε για μεσημέρι. Το ταξίδι τους ήταν χωρίς άλλον κίνδυνο και λίγο πριν την δύση του ήλιου είδαν τη μονή της Πέτρας.
Η μονή είχε πάρει το όνομά της από το πλάτωμα στο οποίο βρισκόταν και τώρα καθώς την πλησίαζαν οι ταξιδιώτες έβλεπαν με δέος τα ψηλά τείχη της και πίσω από αυτά τα κτίσματα της μονής και τον τρούλο του ναού της.
-Ποιος έρχεται στην πύλη της μονής; απαίτησε μια φωνή καθώς πλησίαζαν. Η είσοδος δεν επιτρέπεται μετά τη δύση του ηλίου.
-Είμαι ο αδερφός Φαύστος, είπε ο νεαρός μοναχός, ο άγιος ηγούμενος μας περιμένει. Η πύλη του μοναστηριού άνοιξε και ο Βοτανειάτης με την μικρή του ομάδα την πέρασαν για να βρεθούν σε μια πλακόστρωτη αυλή που ευωδίαζε από βασιλικό και αγιόκλημα.
Οι μοναχοί μαζεύτηκαν γύρω τους κοιτώντας ανήσυχοι την Λυδία αλλά παραμέρισαν καθώς ένας ψηλός και ευθυτενής παρά τα χρόνια του μοναχός πλησίασε.
-Άγιε ηγούμενε ευλογείτε, είπε ο Φαύστος.
-Ο Θεός, είπε ο ηγούμενος. Χαίρομαι που σε έχουμε πάλι κοντά μας. Τι νέα από την Ερυσίβη; από την πρωτεύουσα;
Ο Βοτανειάτης όμως δεν πρόσεχε τα λόγια του. Την προσοχή του είχε τραβήξει το μενταγιόν. Το έδειξε.
-Το μενταγιόν αυτό, είπε, είναι σαν της Λυδίας.
-Το μενταγιόν αυτό, είναι μοναδικό. Κάθε άλλο που μπορεί να έχεις δει άρχοντά μου είναι απομίμηση, είπε ο ηγούμενος. Και δεν έχει τις δυνάμεις του κατά των δαιμόνων.
-Γι’ αυτό και θα το καταστρέψω, είπε μια φωνή βαριά και μοχθηρή. Αυτό ήθελα, να με φέρεται εδώ όπου μπορούσα να μπω μόνο αν μας καλούσαν μέσα.
Ο Βοτανειάτης γύρισε και αντίκρισε την Λυδία, το πρόσωπό της ήταν μια γκροτέσκα μάσκα, το σώμα της είχε πάρει το χρώμα της στάχτης, τα ρούχα της έπεφταν κουρελιασμένα από πάνω της. Την ίδια στιγμή από το δάσος βγήκε ένας ολόκληρος στρατός και έτρεξε προς το μοναστήρι μόνο που δεν ήταν ανθρώπινος. Ήταν όλοι ντυμένοι με πανοπλίες και οπλισμένοι με σπαθιά και ασπίδες με το έμβλημα της αυτοκρατορίας, και ήταν όλοι νεκροί. Νεκροκεφαλές φαίνονταν από τα κράνη τους και σκελετωμένα χέρια κρατούσαν τα όπλα. Επιτέθηκαν αμέσως.
-Αδερφέ, είπε ο ηγούμενος, εκτέλεσε τον εξορκισμό. Οι υπόλοιποι εμπρός να κρατήσουμε αυτό το μίασμα έξω από τη μονή μας.
-Ας τους βοηθήσουμε! είπε ο Βάλρους και ξεθηκάρωσε τα σπαθιά του, μπήκε στην μάχη με τον Λέοντα να τον ακολουθεί.
-Άρχοντα Βοτανειάτη, είπε ο Φαύστος, θα χρειαστώ τη βοήθειά σου. Κράτησέ την.
-Κράτησέ με, είπε αποπλανητικά η Λυδία, και το πρόσωπό της είχε γίνει ξανά το γλυκό γυναικείο που ήταν. Θυμάσαι πως ένιωσες κοιτώντας με;
Ο Φαύστος άρχισε να διαβάζει τον εξορκισμό. Η Λυδία συστράφηκε στα χέρια του Βοτανειάτη.
-Άσε με!
--Πνεύμα το αρχαίκακον, το εμφωλεύον εν αυτή έξελθε και άπελθε απ’ αυτής. Άπελθε μη είς κώμην και πόλιν αλλ’ εις γην έρημον και άβατον.
Η μάχη στην πύλη είχε ανάψει για τα καλά, κλαγγές όπλων και οι φωνές των τραυματισμένων αντηχούσαν στο χώρο, οι αντίπαλοί τους δεν έκαναν θόρυβο, δεν έβγαζαν ήχο όταν έπεφταν. Ένας θυελλώδης άνεμος είχε σηκωθεί και ο ουρανός είχε γεμίσει μολυβένια σύννεφα που δονούνταν από υπόκωφες βροντές.
Ο αδερφός Φαύστος συνέχισε:
-Επιτιμά σε δαίμονα ο Κύριος, ο έχω εξουσίαν και δύναμιν και διδών εξουσία σε εκείνους που είναι δικοί του, του πατείν επί όφεων και σκορπίων και πάσης της δυνάμεώς σου. Σε επετιμά και προστάσει σε, άπελθε.
Η Λυδία τρίφτηκε πάνω στον Βοτανειάτη.
-Έλα άρχοντά μου, πάρε με, είμαι δική σου.
Στο μυαλό του ήρθε πάλι η στιγμή που την είδε γυμνή στο λουτρό. Ένιωσε να τη θέλει, τη θέρμη του σώματός της να το τυλίγει, το βάρος των στηθιών της στα χέρια του. Τους γοφούς της πάνω του όπως την κράταγε.
Ο Βάλρους και ο Λέων μάχονταν στην πρώτη γραμμή ανάμεσα στους μοναχούς. Ο Λέων έβρισε καθώς ένας πολεμιστής βρέθηκε πίσω του και ίσα που πρόλαβε να τον σταματήσει με ένα χτύπημα που του πήρε το κεφάλι.
-Προτιμούσες το κελί σου; τον πείραξε ο Βάλρους.
-Εκεί είχε μόνο κατσαρίδες τουλάχιστον!
Ο αδερφός Φαύστος συνέχιζε τον εξορκισμό ενώ η μάχη μαινόταν.
-Πονάω, είπε με παράπονο η Λυδία, αφήστε με σας εκλιπαρώ.
Ο Βοτανειάτης κοίταξε τον μοναχό που κούνησε το κεφάλι αρνητικά. Παρά το κρύο δειλινό ήταν κάθιδρος κάτι που ίσχυε και για τον πολεμιστή. Την κράτησε ακόμα πιο γερά προσπαθώντας να αγνοήσει την έλξη που ασκούσε πάνω του η επαφή της.
-Άπελθε εις τόπον σκοτεινόν και καταραμένον, είπε ο Φαύστος, σε άβυσσον εσχάτη.
Οι μοναχοί και οι δύο πολεμιστές δεν θα κρατούσαν πολύ ακόμη, ο εχθρός τους πίεζε και είχαν ήδη αρχίσει να υποχωρούν.
-Αμήν! ολοκλήρωσε τον εξορκισμό ο Φαύστος και η Λυδία συνταράχτηκε από έναν σπασμό. Μια καθόλα μη ανθρώπινη κραυγή βγήκε από το στόμα της καθώς ο δαίμονας την εγκατέλειπε νικημένος.
Την ίδια στιγμή οι σκελετικοί πολεμιστές σωριάζονταν και αυτοί στο έδαφος, στερημένοι από την κινητήριά τους δύναμη. Ο Βοτανειάτης άφησε την κοπέλα και πήρε βαθιά ανάσα. Απέναντί του ο Φαύστος γονάτιζε και ανέπεμπε μια ευχαριστήρια προσευχή στον Θεό.

-Το μενταγιόν μου είναι ένα ισχυρό όπλο πάνω στους δαίμονες και τα σχέδιά τους, είπε ο ηγούμενος.
Οι τρεις πολεμιστές και η Λυδία ήταν έτοιμοι να φύγουν. Είχαν μείνει μια βραδιά στη μονή και με το χάραμα της επόμενης μέρας ήταν στη σέλα και πάλι.
-Γι’ αυτό ο δαίμονας σκαρφίστηκε αυτό το σχέδιο για να έρθει εδώ και να το καταστρέψει. Αλλά για μια ακόμα φορά το καλό νίκησε. Σας ευχαριστούμε για τη βοήθειά σας.
Ο Βοτανειάτης κατένευσε και έδωσε το σύνθημα να ξεκινήσουν. Η Λυδία ίππευε και πάλι πίσω του. Ένιωθε τα στήθη της καθώς έγερνε στην πλάτη του, και ήξερε ότι δεν ήταν τυχαίο, μόνο αθώα δεν τον άγγιζε από το πρωί. Πριν τελειώσει το ταξίδι αυτό θα είχε χαρεί τον ερωτά της.
-Τι λες να κάνουμε τώρα; ρώτησε ο Βάλρους καθώς άφηναν το μοναστήρι πίσω τους.
Ο Βοτανειάτης το σκέφθηκε για μια στιγμή.
-Τι λες για μια στάση κατά του Μαρδοχαίου;
Τέλος

4 σχόλια:

Ελένη Φλογερά είπε...

Εξαιρετικό! Είχε περιπέτεια, δράση, μυστήριο και μου κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον ως το τέλος.
Καλή συνέχεια!

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ευχαριστώ, χαίρομαι που σου άρεσε.

Giannis Pit. είπε...

Πολύ ωραίο φίλε! Δυνατό, με ατμόσφαιρα και φαντασία. Μπράβο. Καλές εμπνεύσεις.

Νυχτερινή Πένα είπε...

Ευχαριστώ φίλε μου, χαίρομαι που σου αρέσει.
Γράφω ένα διήγημα φαντασίας και τώρα. Σύντομα μπορεί να εμφανιστεί εδώ.

Δημοσίευση σχολίου