Οι Ιππότες Του Θεού Ι - 2

Author: Νυχτερινή Πένα /

-Δηλαδή πρέπει εμείς να παραβρεθούμε στο γάμο αυτού του υπερόπτη δανδή; είπε ο Γουίλλιαμ.

-Ναι, είπε ο Μαξιμίλιαν, σαν ακόλουθοί του σερ Μάικ.

-Δες την θετική πλευρά, είπε ο Άιαν, καλό φαγητό μετά, ίσως και καμιά κυρά που θα είναι πρόθυμη να πλαγιάσει μαζί σου ή καμιά νοστιμούλα από τις υπηρέτριες.

Οι δόκιμοι Ιππότες του σερ Μάικ ήταν μαζεμένοι στο δωμάτιο που μοιράζονταν στο κάστρο, κοντά στα προσωπικά διαμερίσματα του ίδιου του σερ Μάικ.

-Δεν… ξεκίνησε ο Γουίλλιαμ.

-Μη μου πεις, γέλασε ο Άιαν, δεν έχεις πάει με γυναίκα!

-Όχι, είπε ο Γουίλλιαμ. Δεν είχα ποτέ κάποια.

Ο Άιαν κοίταξε τον Μαξιμίλιαν που ένευσε και τον Τζόναθαν που γέλασε.

-Εσύ; είπε στον Λάιαμ.

-Η συνουσία εκτός γάμου είναι αμαρτία, είπε εκείνος ήσυχα.

-Ούτε μοναχός να ήσουν! Σχολίασε ο Άιαν. Απόψε θα αλλάξει αυτό κύριοι.

-Δεν νομίζω, είπε ο Γουίλλιαμ. Προς το παρόν έχουμε ακόμα ένα καθήκον να εκπληρώσουμε.

Ο Άιαν τον κοίταξε.

-Ξεχνάς, τον πείραξε ο φίλος του. Δεν μας είπε ο σερ Μάικ να πάμε ως το προσκύνημα του αγίου Βίτου και να φέρουμε τα απαραίτητα για το μυστήριο;

-Έχεις δίκιο τελικά, είπε ο Άιαν. Το είχα παντελώς ξεχάσει.

-Του πήραν τα μυαλά οι γυναίκες, γέλασε ο Τζόναθαν.

Λίγα λεπτά αργότερα είχαν ξεχυθεί καλπάζοντας μέχρι το κοντινό προσκύνημα. Δεν ήταν μακριά και οι μοναχοί εκεί ήταν φίλοι του σερ Μάικ. Χώρια που είχαν συνηθίσει τις επισκέψεις των ανδρών του αφού εκεί εκκλησιάζονταν και εξομολογούνταν με πιο τακτικό από όλους σε αυτό τον Λάιαμ.

Το προσκύνημα ήταν ένα μικρό κτιριακό συγκρότημα. Σε μια πιο παλιά εποχή δεν υπήρχε εκεί παρά μόνος ένας μεγάλος πέτρινος σταυρός από την εποχή των Σαξόνων και λεγόταν ότι εκεί είχε κηρύξει ο άγιος Όουεν. Δίπλα του χτίσθηκε ένα μικρό παρεκκλήσιο και ύστερα και μερικά κελιά, ακολούθησε μια πιο μεγάλη εκκλησία και ακόμα ένα κτίσμα με βιβλιοθήκη και αντιγραφείο.

Ο αδερφός Ντέμιεν ήταν ήδη έτοιμος με τα απαραίτητα για το μυστήριο φορτωμένα σε ένα μουλάρι το οποίο καβάλησε και ο ίδιος. Το μυστήριο θα το τελούσε ο επίσκοπος της Υόρκης Άνσελμος αλλά το μοναστήρι είχε αναλάβει τα απαραίτητα σε σκεύη και αντικείμενα και ο αδερφός Ντέμιεν θα βοηθούσε τον επίσκοπο.

Πήραν το δρόμο του γυρισμού στο κάστρο και δεν άργησαν να βρεθούν κοντά στο κάστρο. Ο Γουίλλιαμ ωστόσο τράβηξε τα χαλινάρια του αλόγου του.

-Τι έγινε; ρώτησε ο Άιαν, προβλήματα;

-Όχι αλλά βλέπω δύο προσκυνητές στο δέντρο της Κυράς και λέω να πάω να δω αν χρειάζονται κάποια βοήθεια.

-Εντάξει.

Οι υπόλοιποι συνέχισαν για το κάστρο και ο Γουίλλιαμ έστριψε στο μονοπάτι που απομακρυνόταν από το δρόμο προς το κοντινό ύψωμα. Πλησιάζοντας διαπίστωσε ότι ήταν δύο γυναίκες που είχαν σταματήσει στο δένδρο της Κυράς.

Το δέντρο ονομαζόταν έτσι γιατί δίπλα του βρισκόταν ένα μικρό προσκύνημα αφιερωμένο στην Κυρία Θεοτόκο. Πολλοί πιστοί έρχονταν και κρεμούσαν στο δέντρο μικρά μαντήλια με κάποια δέηση στη μητέρα του Θεού.

  Πλησίασε με το άλογό του και οι δύο γυναίκες τον αντιλήφθηκαν. Τις αναγνώρισε και εκείνος.

-Καλησπέρα, κυρίες, είπε, ελπίζω να μην σας ανησύχησα.

-Όχι, σερ, είπε η Φελίσιτυ.

-Δεν είμαι ακόμα Ιππότης, είπε ο Γουίλλιαμ.

-Έχετε όμως ήδη την ευγένεια ενός, είπε η Κάθρην, κύριε…

-Γουίλλιαμ Κάλεντον, συστήθηκε ο νεαρός δόκιμος, χρειάζεστε κάποια βοήθεια;

-Όχι, ευχαριστούμε, είπε η Κάθρην. Απλά ήρθαμε να προσευχηθούμε… Να ευλογήσει το μέλλον.

Ο νεαρός δόκιμος κούνησε το κεφάλι του.

-Είναι ο γάμος σας απόψε, σωστά;

-Ναι, είπε η Κάθρην, γι’ αυτόν ήθελα να προσευχηθώ.

-Να μη σας ενοχλώ τότε, είπε ο Γουίλλιαμ.

-Δεν μας ενοχλείς, είναι ώρα να επιστρέψουμε εξάλλου.

-Θα σας συνοδεύσω πίσω.

-Πολύ ευγενικό εκ μέρους σας.

-Το καθήκον μου είναι, απάντησε απλά ο νεαρός ακόλουθος.

Οι δύο γυναίκες ανέβηκαν στα άλογά τους και ξεκίνησαν για το κάστρο. Η Φελίσιτυ άφησε την Κάθρην να μιλάει κυρίως με τον νεαρό συνοδό τους, ό,τι έπαιρνε το μυαλό της από τον γάμο ήταν καλό και φαινόταν ότι μπορούσε να μιλήσει ελεύθερα στον άνδρα αυτό που παρότι έμενε στο κάστρο όπως και εκείνη δεν γνωρίζονταν καθόλου.

-Εσείς πως βρεθήκατε εδώ έξω; ρώτησε η Κάθρην.

-Ο γάμος σας είναι η αιτία, είπε ο Γουίλλιαμ και της εξήγησε πως είχε βρεθεί εκεί.

-Θα ευλογηθεί όπως πρέπει ο γάμος, αλλά αμφιβάλλω για το αν θα είναι και ευτυχισμένος.

Ο Γουίλλιαμ κοίταξε την κοπέλα που ίππευε δίπλα του.

-Γιατί;

-Ο Κίρμπυ δεν έχει και την καλύτερη φήμη.

-Και όχι αδικαιολόγητα, είπε ο Γουίλλιαμ που θυμήθηκε τη δική του εμπειρία.

Η Κάθρην χαμογέλασε μα δεν υπήρχε ευθυμία στο χαμόγελο αυτό και ξαφνικά χρειαζόταν να τα βγάλει όλα από μέσα της. Άνοιξε την καρδιά της στον Γουίλλιαμ.

-Μακάρι να μπορούσατε να πείτε κάτι στον σερ Μάικ, κατέληξε η Κάθρην.

-Δύσκολο να αλλάξει κάτι, αλλά υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω.

-Τι;

-Θα προκαλέσω τον σύζυγό σου στις κονταρομαχίες και μόλις τον ρίξω από το άλογο θα τον βάλω να ορκιστεί να σου φέρεται σαν να ήσουν βασίλισσά του.

-Ευχαριστώ, είπε η Κάθρην και ήταν από τα βάθη της καρδιάς της.

 

Μόλις άφησε την Κάθρην στην αυλή του κάστρου, ο Γουίλλιαμ φρόντισε να μην παρίσταται στο γάμο. Από την αρχή δεν τον ενθουσίαζε η ιδέα μιας και είχε αντιπαθήσει τον Κίρμπυ, και τώρα ακόμα περισσότερο δεν ήθελε να παρευρεθεί μιας και ήταν απεχθής για την κοπέλα που την είχε συμπαθήσει.

Ήταν πολύ εύκολο να καταφέρει αυτό που ήθελε, σε μια τέτοια βραδιά γλεντιού όποιος και αν ήταν υπηρεσία σαν αρχηγός της φρουράς θα άλλαζε μαζί του βάρδια προθυμότατα.

 

Ο επίσκοπος Υόρκης Άνσελμος τέλεσε το γάμο και μετά το μυστήριο ευλόγησε το εορταστικό δείπνο. Ο σερ Μάικ με τον επίσκοπο και τους νεόνυμφους και κάποιους ακόμα ευγενείς καθόταν στο κεντρικό τραπέζι.

Ήταν στο τέλος του γεύματος όταν όλοι καθισμένοι στα μεγάλα μακρόστενα τραπέζια αποτελείωναν τα κρέατα και τα τυριά με τη βοήθεια μπύρας και νορμανδικού κρασιού, που ο σερ Μάικ σηκώθηκε όρθιος και αμέσως σιωπή έπεσε στην αίθουσα.

-Έχω μια σημαντική ανακοίνωση να κάνω, είπε.

Όλοι τον κοίταζαν περιμένοντας αυτήν την ανακοίνωση. Οι νεαροί δόκιμοι ιππότες στράφηκαν στον Πήτερ. Ερωτηματικά βλέμματα και ανασηκωμένα φρύδια εξέφρασαν τις απορίες τους μιας και δεν μπορούσαν να μιλήσουν αυτήν την στιγμή. Αλλά και εκείνος δεν είχε ιδέα.

-Θα συγκροτήσω ένα στρατιωτικό σώμα για να πάω να πολεμήσω στους Αγίους Τόπους κοντά στο βασιλιά της Ιερουσαλήμ! Ποιος θέλει να έρθει μαζί μου;

Ο σερ Μάικ ήταν ένας ευκατάστατος άνδρας και με βασιλικό αίμα, τίποτα δεν τον πίεζε και τίποτα δεν τον απειλούσε να αφήσει τις γαίες και την άνεσή του, γι’ αυτό η προθυμία του να ταξιδέψει τόσο μακριά εντυπωσίασε όσους τον άκουσαν. Ο Άνσελμος της Υόρκης, που καθόταν δίπλα του στο τραπέζι, σηκώθηκε και είπε:

-Όποιος ακολουθήσει τον σερ Μάικ για να πολεμήσει για τους Αγίους Τόπους θα λάβει άφεση όποια και αν είναι τα αμαρτήματά του.

Αμέσως οι βασάλοι του σερ Μάικ σερ Άινταν, σερ Νάιτζελ, σερ Αίθελγουλφ προσφέρθηκαν να τον ακολουθήσουν και πολλοί ακόμα στο πλήθος φώναξαν να πάρουν τα όπλα.

-Τι θα γίνει όμως με τα χωράφια μας; ρώτησε ένας μεγαλόσωμος άνδρας. Ποιος θα τα καλλιεργήσει;

-Θα τα φροντίσουν αυτοί που θα μείνουν πίσω και όσο θα λείπουμε καμία αλλαγή δεν θα γίνει στο ιδιοκτησιακό καθεστώς ως που να γυρίσουμε. Θα τα φροντίσει αυτά ο σερ Γκίντεον που θα μείνει εδώ ως τοποτηρητής μου. Δεν θα αδικηθείτε και δεν θα χάσετε το βιός σας!

Πολλοί ακόμα φώναξαν για τη συμμετοχή τους και ο Μάικ χαμογέλασε. Εκτός από τους βασάλους του και οι υπόλοιποι ευγενείς έδειχναν να είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν στην εκστρατεία. Ο σερ Μάικ στράφηκε σε αυτούς. Ο σερ Χιου Γκασκόιν δήλωσε αμέσως την θέλησή του να συμμετάσχει και ακολούθησε ο σερ Τόμας Κάρθοουζ. Αλλά αυτός που έκανε αίσθηση ήταν ο σερ Τζων Χάουαρντ, λόρδος του Γκρήνουιτς, που δήλωσε την υποστήριξή του και τη συμμετοχή του στην εκστρατεία.

Πολλοί ακόμα φώναξαν την υποστήριξή τους και ο σερ Μάικ κανόνισε να συναντηθεί το επόμενο πρωί με τους ευγενείς για να δουν πόσοι θα συμμετείχαν και να αρχίσουν τις προετοιμασίες.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου