Ο Άιαν έσπευσε να πει τα
νέα στον Γουίλλιαμ με το που ξημέρωσε. Δεν περίμενε να τον βρει στο κρεβάτι με
μια γυναίκα και μάλιστα με την νύφη του γάμου της προηγούμενης βραδιάς. Ξύπνησε
τον φίλο του που με τη σειρά του ξύπνησε την Κάθρην. Ο Άιαν είχε ήδη φύγει για
να δώσει εντολές στους υπηρέτες να αλλάξουν τα σεντόνια. Θα τα πήγαιναν όλα
μαζί για πλύσιμο και δεν θα κινούσε έτσι την προσοχή ένα ματωμένο σεντόνι. Μετά
συνόδεψαν την Κάθρην στο δωμάτιό της.
-Ο σύζυγός μου που
βρίσκεται;
-Ακόμα σε μια αίθουσα που
τα πίνανε με τους βαλέδες του, είπε ο Άιαν, οι κακές γλώσσες λένε ότι αποκοιμήθηκε
ολόγυμνος με τον Ούγο ακόμα γονατισμένο μπροστά του.
Η Κάθρην έκανε μια
γκριμάτσα αηδίας και κοίταξε τον Γουίλλιαμ σαν του έλεγε: καταλαβαίνεις τώρα
γιατί έγινε ό,τι έγινε;
Μόλις άφησαν την Κάθρην επέστρεψαν
όλοι στο δωμάτιό τους και συζήτησαν τα νέα.
-Οπότε ετοιμαζόμαστε για ταξίδι,
είπε ο Γουίλλιαμ.
-Και τι ταξίδι, στην άλλη
άκρη του κόσμου, είπε ο Λάιαμ.
-Άλλα μέρη να δούμε, είπε
ο Μαξιμίλιαν, έχω ακούσει να λέγονται τόσα για εκείνα τα μέρη. Ξέρεις λένε ότι
έχει μεγάλα λιοντάρια εκεί που περπατάνε και με την ουρά τους σβήνουν τα ίχνη
τους οπότε δεν μπορείς να τα ακολουθήσεις και εκείνα επιτίθονται αιφνιδιαστικά.
-Αν το κάνει σε εσένα
κανένα θα το μετανιώσει, είπε ο Άιαν γελώντας.
-Άλλες γυναίκες, λένε ότι
οι λεβαντίνες είναι αισθησιακές, είπε ο Άιαν.
-Α αυτό δεν με ενδιαφέρει,
είπε ο Μαξιμίλιαν, εμένα η γυναίκα που με ενδιαφέρει είναι εδώ και θα περιμένει
την επιστροφή μου.
-Η Μαρία του Σάδερλαντ ε;
είπε ο Γουίλλιαμ. Είναι μια υπέροχη κοπέλα, πράος χαρακτήρας και γλυκός. Έκανες
πολύ καλή επιλογή.
-Να δούμε εσύ πότε θα
βρεις, είπε ο Μαξιμίλιαν πειρακτικά.
-Κάποια στιγμή, είπε ο
Γουίλλιαμ, κάποια στιγμή πιστεύω ότι θα βρεθεί και η κατάλληλη κοπέλα για
εμένα, αν και πιστεύω ότι θα αργήσει αυτή η στιγμή μιας και φεύγουμε από τη χώρα.
Το μυαλό του πήγε στην
Κάθρην αλλά αυτή δεν θα ήταν ποτέ δική του.
-Ε θα ξαναγυρίσουμε αλλά
θα έλεγα να δοκιμάσεις και καμία εκεί κάτω στην ανατολή, δεν ξέρεις τι χάνεις,
είπε ο Άιαν που μόνο άμαθος δεν ήταν από γυναίκες όπως μπορούσαν να
πιστοποιήσουν πολλές υπηρέτριες του κάστρου αλλά και μερικές καθώς πρέπει ευγενείς
κυρίες. Λάιαμ, που ταξιδεύει το μυαλό σου;
-Δεν πίστευα ποτέ ότι θα
έχω την ευκαιρία να πατήσω στους Αγίους Τόπους και να προσκυνήσω στα ιερά
σκηνώματα.
-Θα την έχεις και θα
πολεμήσεις και γι’ αυτά, είπε ο Άιαν.
-Πότε λέτε να ξεκινήσουμε;
ρώτησε ο Λάιαμ.
-Δεν θα αργήσουμε λογικά.
Δεν μπορεί να συγκεντρώσει τους άνδρες ο σερ Μάικ και να τους έχει να κάθονται,
είπε ο Γουίλλιαμ.
Και δεν τους κράτησε να
κάθονται πράγματι. Σε λίγες μόλις μέρες ξεκίνησαν για να συναντηθούν όλοι στο
Χαλ. Ο σερ Μάικ είχε συγκεντρώσει τους βασάλους του ιππότες και τους δοκίμους τους,
33 στον αριθμό, αλλά και όλες τις δυνάμεις που μπορούσε να πάρει από την
περιοχή του, δημιούργησε ένα σώμα 101 ανδρών από τους ελεύθερους καλλιεργητές
γης των εδαφών του με επικεφαλής τον Τζάσπερ Χάστινγκς και ένα με 95 λογχοφόρους
με επικεφαλής τον Xιου
Γκασκόιν καθώς και 91 τοξότες με τον Άλφρεντ Στάφορντ. Συμπλήρωσε τις δυνάμεις
του με 44 ιππείς υπό τον Τόμας Κάρθοουζ και 258 βοηθητικούς με διοικητή τον
Τόμας Μπρολ. Δουλειά αυτών των βοηθητικών ήταν να οδηγούν τα κάρα, να ανάβουν
φωτιές για το μαγείρεμα, να φροντίζουν τα άλογα και όλες τις δουλειές που θα χρειάζονταν
στο ταξίδι ακόμα και τεχνικές, ήταν σιδεράδες και ξυλουργοί. Στο μικρό αυτό στρατό
προστέθηκαν ακόμα 267 άνδρες της πολιτοφυλακής του Λονδίνου υπό την ηγεσία του
ξαδέρφου του σερ Μάικ, του σερ Τζων Πλανταγενέτ και 68 στρατιώτες κάτω από τη
διοίκηση του νιόπαντρου σερ Κλωντ Κίρμπυ, προς μεγάλη δυσαρέσκεια του
Γουίλλιαμ, καθώς και μια δύναμη Ναϊτών που θα ταξίδευε για τους Αγίους Τόπους, 294
άνδρες από τους οίκους της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Γαλλίας.
Ως που να φτάσουν στο Χαλ
είχε στείλει γράμματα για να δει πως θα κινηθούν. Οι Γενοβέζοι αρνήθηκαν να τους
μεταφέρουν κρίνοντας ότι ήταν αργά στο έτος για ταξίδι και οι Βενετοί ζήτησαν
υπέρογκα ποσά. Έτσι αποφάσισε να πάνε πεζοί ως την Κωνσταντινούπολη μιας και ο Μανουήλ
Κομνηνός τους υποσχέθηκε να τους μεταφέρει με πλοία του.
Έτσι ξεκίνησαν. Πέρασαν
τη Μάγχη και συνέχισαν από τη Φλάνδρα ανατολικά.
Ο Κίρμπυ αποφάσισε να
πάρει μαζί του την Κάθρην κάτι που στενοχώρησε την κοπέλα μιας και ευελπιστούσε
ότι θα απαλλασσόταν από την παρουσία του για πολύ καιρό. Είχε τη χαρά όμως να
βλέπει τον Γουίλλιαμ και μπορούσε να περνάει κάποιο χρόνο μαζί του. Ο Κίρμπυ
δεν της απαγόρευε να κυκλοφορεί στο στρατόπεδο όταν σταματούσαν για τη νύχτα
έτσι περνούσε χρόνο με τον Γουίλλιαμ, το να μιλάει μαζί του την έκανε να νιώθει
καλά και είχε διαπιστώσει το πόσο ταίριαζαν σαν χαρακτήρες.
Στο ταξίδι είχε τη
συντροφιά της Φελίσιτυ, ταξίδευαν μαζί στην άμαξά της. Εκεί κοιμόταν και εκεί
άλλαζε. Ο σύζυγός της δεν είχε ξαναθελήσει να κοιμηθεί μαζί της.
Ο σερ Μάικ έστειλε τον
σερ Τζων Στάνλεϊ, έναν ακόμα βασάλο και έμπιστο φίλο του, μπροστά να προετοιμάσει
το δρόμο. Μαζί του πήγε και ο Άνσελμος της Υόρκης κηρύσσοντας την άφεση των
αμαρτιών όσων θα πήγαιναν στην σταυροφορία. Διασχίζοντας την Φλάνδρα και μετά
τη Λωραίνη οι τάξεις τους πύκνωσαν. Ακόμα 89 τοξότες ήρθαν να προστεθούν καθώς
και 17 Ιππότες, ενώ δεκαοκτώ άνδρες μπήκαν στην υπηρεσία του σερ Κλωντ. Πέρασαν
στο έδαφος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όπου μαζί τους πήγαν 54 Τεύτονες
Ιππότες, δέκα έφιπποι τοξότες οπλισμένοι με βαλλίστρες, και 124 λογχοφόροι που
ο σερ Στάνλεϊ είχε συγκεντρώσει. Μιας και ο αριθμός τους είχε αυξηθεί,
αυξήθηκαν και οι βοηθητικοί. Ο στρατός αυτός που αριθμούσε πλέον πάνω από 1800
άνδρες πέρασε στην Ουγγαρία όπου ο ξάδερφος του βασιλιά Αμπρούς Αντράς με δέκα Ιππότες
της αυλής του, 99 έφιππους τοξότες και επτά ακοντιστές, ενώθηκε μαζί τους. Λίγο
πριν από τα σύνορα με τη Βουλγαρία ενώθηκαν ακόμα μαζί τους δύο φύλαρχοι, ο Παρ
Βύρτα και ο Ίμρε Βαλτάσαρ με 70 και 60 άνδρες αντίστοιχα. Ο στρατός είχε φτάσει
τους 1551 άνδρες, μια γενναία ενίσχυση για το Βαλδουίνο, το γενναίο βασιλιά της
Ιερουσαλήμ. Μαζί με τους βοηθητικούς, οδηγούς για τις άμαξες, ιπποκόμους,
μάγειρες και τεχνίτες, ο στρατός αυτός έφτανε τους 2000 άνδρες.
Ταξίδευαν από το πρωί ως
τη δύση του ηλίου με σταθερό βήμα και τον ρυθμό έδιναν τα πολεμικά τραγούδια
των Ούγγρων πολεμιστών των δύο φυλάρχων ή οι ύμνοι των ιερέων που είχε πάρει
μαζί ο σερ Μάικ. Για να τελούν τη λειτουργία και να εξομολογούν όσους το
επιθυμούσαν ο σερ Μάικ είχε πάρει μαζί μια ομάδα ιερέων από το μοναστικό τάγμα
των Βενεδικτίνων. Στην πορεία προχωρούσαν στην κορυφή της φάλαγγας μεταφέροντας
έναν μεγάλο ξύλινο σταυρό.
Είχαν σταματήσει κοντά σε
μια Ουγγρική κωμόπολη για εκείνο το βράδυ και πολλοί είχαν πάει για την αγορά τροφίμων
ακόμα περισσότεροι είχαν πάει να επισκεφθούν τα καπηλειά και τα κακόφημα σπίτια.
Η Κάθρην είχε πάει να
βρει τον Γουίλλιαμ που απόψε ήταν διοικητής της φρουράς.
-Ο σύζυγός σου δεν θα σε
αναζητήσει;
-Όχι, είπε η Κάθρην,
εκείνος έχει αυτό που θέλει με την ακολουθία του. Εσύ; Δεν θες μια γυναίκα;
-Όχι, είπε ο Γουίλλιαμ.
-Γιατί όχι; Ρώτησε εκείνη.
Όχι ότι το εγκρίνω αλλά αν μη τι άλλο είσαι ανύπανδρος και στρατιώτες σε
εκστρατεία το συνηθίζουν.
-Δεν θέλω…
-Ξέρω ότι σου αρέσουν οι
γυναίκες, δεν είσαι σαν τον…
-Ναι, βέβαια. Απλά δεν
θέλω να το κάνω.
-Πρέπει να υπάρχει λόγος,
είπε η Κάθρην.
Ο Γουίλλιαμ την κοίταξε
και η Κάθρην κατάλαβε. Θέλησε να σιγουρευτεί.
-Για εμένα;
-Μη γελάσεις, νιώθω ότι
θα σε πρόδιδα αν πήγαινα με μια πόρνη παρότι εσύ δεν…
Η Κάθρην δεν γέλασε. Τον
αγκάλιασε και ψιθύρισε.
-Μακάρι να ήμουν δική
σου.
Από εκείνη τη νύχτα η
σχέση τους έγινε ακόμα πιο στενή. Αντάλλασσα φευγαλέα αγγίγματα και χάδια όταν
συναντιόνταν και περνούσαν περισσότερο χρόνο ακόμα μαζί. Ο Κίρμπυ δεν το πρόσεχε.
Είχε αρχίσει να μεθάει κάθε βράδυ και σχεδόν να μην καλύπτει ότι έπαιρνε
νεαρούς άνδρες στο κρεβάτι του.
Στην Κωνσταντινούπολη ο
σερ Μάικ έγινε δεκτός με τιμές από τον αυτοκράτορα Εμμανουήλ και οι άνδρες του
καταυλίσθηκαν στην κοιλάδα του εβδόμου. Ο Γουίλλιαμ μπήκε στην θαυμαστή πόλη
και επισκέφθηκε και τον μεγάλο καθεδρικό ναό της του Θεού Σοφίας.
Επέστρεψε στο στρατόπεδο και
τη σκηνή του μετά από ένα καλό γεύμα, ο αυτοκράτορας είχε προμηθεύσει με φρέσκα
τρόφιμα τους πολεμιστές που πήγαιναν να πολεμήσουν έναν κοινό εχθρό.
Κάθισε στο στενό κρεβάτι
του και άρχισε να ετοιμάζεται για ύπνο. Όταν τελείωσε έσβησε το λυχνάρι που φώτιζε
τη σκηνή αλλά πριν ξαπλώσει το φύλλο της εισόδου ανασηκώθηκε και κάποιος μπήκε.
Ο Γουίλλιαμ έκανε να πιάσει το όπλο του αλλά ο επισκέπτης μίλησε.
-Γουίλλιαμ.
Ήταν η Κάθρην.
-Εδώ, είπε και άπλωσε το
χέρι του, βρήκε το δικό και της και το έπιασε. Την οδήγησε να καθίσει δίπλα
του.
-Ήθελα να σε δω, είπε η
κοπέλα. Έχω ένα νέο που πρέπει να ξέρεις και μόνο εσύ εξάλλου έχει σημασία να
το ξέρεις.
-Τι νέο;
-Είμαι έγκυος, είπε κοπέλα.
Και δεν έχω κοιμηθεί με άλλο άντρα πέρα από εσένα.
-Είναι κρίμα που δεν θα
είμαι εγώ που θα το μεγαλώνω.
-Τουλάχιστον θα είναι από
εσένα και όχι από τον άρρωστο που θα παριστάνει τον πατέρα του.
Η Κάθρην τον φίλησε στο
μάγουλο. Έκανε να τραβηχτεί αλλά έμεινε εκεί.
-Κάνε μου έρωτα, είπε, άσε
με να νιώσω αγαπημένη.
Ο Γουίλλιαμ την πήρε στην
αγκαλιά του και της ξέφυγε μια μικρή κραυγή καθώς ανακάλυπτε τον ερεθισμό του.
Την έγδυσε και έπεσαν γυμνοί στο κρεβάτι του. Αυτή τη φορά είχε και εκείνη
πείρα του τι έπρεπε να γίνει και τι ήθελε να γίνει.
Είχε νυχτώσει για τα καλά
όταν χορτασμένη από ερωτική ηδονή αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του. Ακουμπούσε με
την πλάτη στο στέρνο του και με τα χέρια του να την κρατάνε ακουμπώντας στην
κοιλιά της. Ευχήθηκε να γινόταν να είναι αυτός ο άνδρας της και να ευτυχούσε
μαζί του.
Δύο μέρες αργότερα σάλπαραν
για τους Αγίους Τόπους. Η Κάθρην λόγω της κατάστασής της ήταν σχεδόν η μόνη που
είχε μια καμπίνα και αυτό της επέτρεπε ακόμα και στο πλοίο να περνάει χρόνο με
τον Γουίλλιαμ και κάποιες φορές να περνάει τη νύχτα μαζί του.
Ο νεαρός δόκιμος Ιππότης ένιωθε
τύψεις για το ότι κοιμόταν με την γυναίκα ενός ξένου αλλά καταλάβαινε την
ανάγκη της Κάθρην να έχει κάποιον που να την αγαπάει, και αυτό ο ίδιος το
έκανε. Έτσι παραμέριζε τις τύψεις του για εκείνη αλλά προσευχόταν να βρεθεί μια
λύση.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου