ΙV.
Ο Δελμάρ και οι άνδρες
του κάλπαζαν τόσο γρήγορα όσο μπορούσαν να το κάνουν και να διατηρούν τα άλογα
την δύναμή τους για να συνεχίζουν το ταξίδι. Η νύχτα δεν τους σταμάτησε, ο
πεντηκόνταρχος είχε αποφασίσει ότι θα συνέχιζαν να ταξιδεύουν και θα κοιμούνταν
με βάρδιες στη σέλα, οι ξύπνιοι θα οδηγούσαν και τα άλογα των υπόλοιπων. Ακόμα
δεν το είχε κάνει κάποιος αλλά η νύχτα είχε πέσει για τα καλά και δεν ήταν
ξεκούραστοι όταν είχαν ξεκινήσει αυτό το ταξίδι. Κοίταξε την Έρεσετ, η
αγαπημένη του δεν έδειχνε σημάδια κόπωσης αλλά σίγουρα είχε κουραστεί μιας και
δεν ήταν το ίσιο συνηθισμένη σε πολύωρα ταξίδια με άλογο. Τα βλέμματά τους
συναντήθηκαν και του χάρισε ένα χαμόγελο. Ήταν πολύ τυχερός που είχε μπει στη
ζωή του και ήθελε να γίνει γυναίκα του.
Από τις ευχάριστες
σκέψεις τον έβγαλαν άγρια γρυλίσματα που ακούστηκαν κάπου μπροστά και ένας από
τους Ιππότης είπε:
-Αγριόλυκοι.
Ο πεντηκόνταρχος κούνησε
το κεφάλι του. Η ονομασία αναφερόταν σε ένα είδος μεγάλων λύκων που ζούσαν στα
βουνά του Κρίκου, στα ορεινά της Τεμπόρα, και τους οποίους χρησιμοποιούσαν
πολλές φορές τα ορεινά τελώνια σαν υποζύγια. Πολεμούσαν μαζί, αγριόλυκος και
αναβάτης, ενωμένα από την μοχθηρή και αιμοδιψή φύση τους.
Τράβηξαν σπαθιά και
τσεκούρια και προχώρησαν στο δρόμο προσεκτικά. Δεν άργησαν να αντικρίσουν το
φοβερό θέαμα. Οι αγριόλυκοι και τα τελώνια είχαν επιτεθεί σε μια άμαξα στο
κοντινό σταυροδρόμι και είχαν με τη συνηθισμένη τους αγριότητα σκοτώσει τους
επιβάτες των οποίων τα σώματα κατασπάραζαν οι αγριόλυκοι. Με ένα ρίγος να
διατρέχει την σπονδυλική του στήλη, ο Δελμάρ διέκρινε λίγο πιο πέρα την
ξεχαρβαλωμένη πόρτα της άμαξας και το έμβλημα που την κοσμούσε.
Την έδειξε στον Ιππότη
που κούνησε το κεφάλι του. Πίσω τους η Έρεσετ έπνιγε μια κραυγή καθώς
αναγνώριζε και εκείνη πολύ καλά το έμβλημα. Ο άρχοντας Αράνους είχε συναντήσει
το πεπρωμένο του.
Ένας αγριόλυκος σήκωσε το
κεφάλι του και οσμίστηκε τον αέρα. Την επόμενη στιγμή άφησε ένα κοφτό γρύλισμα
και κοίταξε γύρω, άλλο ένα και ήταν βέβαιο, τους είχε αντιληφθεί. Οι υπόλοιποι
λύκοι και τα τελώνια δεν άργησαν να αντιληφθούν τι συνέβαινε.
-Για να περάσουμε θα
πρέπει να πολεμήσουμε, είπε ο Δελμάρ γρήγορα στους άνδρες του. Σε κλειστό
σχηματισμό για να μην μπορούν να μας χωρίσουν και για να μην πέσει κάποιος από
εμάς.
Οι πολεμιστές μαζί του
ένευσαν. Ήξεραν πως αν κάποιος έπεφτε από το άλογο ήταν χαμένος. Έφεραν τα
άλογά τους κοντά και με τα σπαθιά τραβηγμένα, έτοιμα να χτυπήσουν, ξεκίνησαν.
Είχαν φέρει και τις ασπίδες τους στα πλάγια προσπαθώντας να προφυλάξουν όσο
μπορούσαν τα νώτα τους.
Επιτέθηκαν με ορμή και
αιφνιδίασαν τους αντιπάλους τους. Διέσχισαν με ταχύτητα το ξέφωτο της
διασταύρωσης σκορπίζοντας χτυπήματα δεξιά και αριστερά και αφήνοντας πίσω τους
μερικά νεκρά τελώνια και έναν ή δύο αγριόλυκους. Όμως τα τελώνια τα έχασαν μόνο
για λίγο, ύστερα έσπευσαν να καταδιώξουν τους ιππείς καβάλα στα άγρια υποζύγιά
τους. Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να τους φτάσουν και να τους κυκλώσουν, ο Δελμάρ
και οι άνδρες του βρέθηκαν να μάχονται με αντιπάλους από κάθε πλευρά, σαν ένα
νησί πολεμιστών μέσα σε μια θάλασσα από τελώνια. Η νύχτα αντηχούσε από τα
χτυπήματα των όπλων, τις κραυγές των πληγωμένων και τα άγρια ουρλιαχτά των
αγριόλυκων.
Οι στρατιώτες του Δελμάρ
και οι Ιππότες του Ρόδου ήταν πιο καλά εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι αλλά τα
τελώνια ήταν πολύ περισσότερα και η δίψα τους για αίμα τα έκανε επικίνδυνα.
Επιτίθονταν συνεχώς αγνοώντας τα πλήγματα που δέχονταν και δεν έπεφταν κάτω αν
δεν είχαν πληγεί σοβαρά με τραύματα που θα είχαν σακατέψει έναν άνθρωπο.
Ο πεντηκόνταρχος μαχόταν
με μανία τα αιμοδιψή όντα αναζητώντας μια διέξοδο για να συνεχίζουν τη ζωτική
τους αποστολή. Οι άνδρες του γύρω πολεμούσαν το ίδιο παθιασμένα και σχεδόν όλοι
είχαν μικρά ή μεγαλύτερα τραύματα. Δύο είχαν χτυπηθεί αρκετά και είχαν
μεταφερθεί από τους συντρόφους τους στο εσωτερικό της μικρής αυτής νησίδας
άμυνας που είχαν σχηματίσει. Στη μια περίπτωση η μετακίνηση είχε γίνει με το
άλογο, ο πολεμιστής στη σέλα κρατούσε τα χαλινάρια με το ένα χέρι, το άλλο
κρεμόταν αχρηστευμένο στο πλευρό του. Πίσω του είχε τον δεύτερο χτυπημένο που
ακουμπούσε στην πλάτη του για να μην πέσει. Αυτού η μεταφορά είχε γίνει από
σέλα σε σέλα και το άλογο είχε αφεθεί χωρίς αναβάτη. Οι αγριόλυκοι δεν είχαν
αργήσει να το ρίξουν κάτω και να το κατασπαράξουν.
Ο Δελμάρ είδε στο βάθος
να λαμπυρίζει κάτι και να αντανακλά το φως των αστεριών
-Το Βαθύ Ρυάκι,
μουρμούρισε.
Μια ιδέα πέρασε από το
μυαλό του και την μετέφερε γρήγορα στους άνδρες του.
Χάλκινα πνευστά και
τεράστια τύμπανα που ηχούσαν σε μια άγρια συμφωνία ανήγγειλαν την άφιξη του
εχθρού. Ο Ίριαν από τη θέση του στον κεντρικό πύργο μπορούσε να τον δει σε όλο
του το σκοτεινό μεγαλείο. Αναρίθμητα τάγματα πολεμιστών με κόκκινους θώρακες
προέλαυναν με τάξη προς το κάστρο. Μπροστά τους τεράστια βραχοτελώνια έσπρωχναν
ελέπολεις για να επιτεθούν στα τείχη και έναν αριθμό από καταπέλτες. Ακόμα πιο
μπροστά πήγαιναν σε μεγάλες ομάδες οι άτακτοι, κλέφτες και συμμορίτες από τα
βουνά που ακολουθούσαν τους εισβολείς, ως συνήθως, με την ελπίδα να μετάσχουν
στην λεηλασία και να γυρίσουν φορτωμένοι με πλούσια λάφυρα. Μετέφεραν σκάλες
για την άνοδο στα τείχη. Σαν πολεμιστές δεν άξιζαν πολλά αλλά θα χρησίμευαν σαν
πρώτο κύμα εφόδου για να κουράσουν τους υπερασπιστές και να ετοιμάσουν την
άνοδο στα τείχη.
-Περιμένετε, διέταξε τους
άνδρες του. Μην κάνετε τίποτα.
Ο Σίντρεκ ήρθε δίπλα του.
-Τελική αναφορά, είπε.
Ο Ίριαν ένευσε ότι
ακούει.
-Έχουμε το τάγμα της φρουράς
εδώ, μαζί με ακόμα τρεις ομάδες τοξότες και τους άνδρες από τα φυλάκια. Τριάντα
από το Κρύο Νερό, είκοσι από το Σάω και ακόμα…
-Σύνολο, τον έκοψε ο
Ίριαν, από όλα τα φυλάκια;
-Εκατόν τέσσερεις.
-Ωραία, να πολεμήσουν
όλοι μαζί. Σαν να είναι διμοιρίες κάθε μια φρουρά. Τη διοίκηση όλων ας την έχει
ο Λάτιρ.
-Έγινε, είπε ο Σίντρεκ
και έσπευσε να μεταφέρει τις εντολές.
Ο Ίριαν κοίταξε πάλι τις
στρατιές του Ζαγκάρθους.
Με μια άγρια κραυγή οι
προπορευόμενοι άρχισαν να τρέχουν. Ο Ίριαν μάντεψε άλλο ένα κέρδος από την
επίθεση αυτή, ο Ζαγκάρθους προσπαθούσε να εκτιμήσει τις άμυνες του κάστρου.
-Μη ρίξετε! διέταξε τους
τοξότες. Αφήστε τους να φτάσουν στα τείχη.
Οι άτακτοι επιτιθέμενοι
έφτασαν στον ξύλινο φράκτη και άρχισαν να τον κατεδαφίζουν με μανία. Ο Ίριαν
δεν είχε αφήσει φρουρά στον μικρό πύργο όπου θα μπορούσε να εξοντωθεί εύκολα
ενώ ελάχιστα θα μπορούσε να βοηθήσει την άμυνα.
Ο Σίντρεκ επέστρεψε δίπλα
του.
-Διαβλέπεις παγίδα;
-Προσπαθώ να τους
αιφνιδιάσω. Αλλά μόλις μπορούν να χτυπήσουν τις ελέπολεις οι βαλλίστρες, να το
κάνουν.
Οι επιτιθέμενοι πέρασαν
την μικρή έκταση πίσω από το φράχτη και άρχισαν να κατεβαίνουν μέσα στην τάφρο
που τους έφτανε ως τη μέση ή και πιο ψηλά. Οι πρώτοι φτάσανε στο τείχος και
στηρίξανε τις σκάλες.
-Σκάλες φώναξε ένας
νεαρός αξιωματικός.
-Ετοιμαστείτε για μάχη!
φώναξε ο Σίντρεκ. Βράσματα έτοιμα!
Τώρα πολλοί από τους
άτακτους ήταν μαζεμένοι στη βάση του τείχους και άρχιζαν να ανεβαίνουν. Από τα
ειδικά ακροφύσια του τείχους τινάχθηκε βραστό λάδι και νερό αλλά λιωμένο μολύβι
ζεματίζοντας τους επιτιθέμενους. Κραυγές πόνου και αγωνίας ακούστηκαν καθώς
πολλοί έπεφταν νεκροί ή τραυματισμένοι ενώ κάποιοι που είχαν αρχίσει να
σκαρφαλώνουν στις σκάλες έπεσαν από το ζεμάτισμα και σκοτώθηκαν από την πτώση.
Κάποιοι προσπάθησαν να επιστρέψουν στο νερό της τάφρου για να γλιτώσουν αλλά
ήταν αδύνατο μέσα στο συνωστισμό και κατέληξαν νεκροί στο έδαφος.
-Δόρατα!
Ένας αριθμός ακοντίων με
ιδιαίτερα αιχμηρή άκρη είχε ετοιμαστεί για αυτήν την ώρα και έπεσε πάνω στους
πολεμιστές στη βάση του τείχους. Ήταν για αυτούς η σταγόνα που ξεχείλισε το
ποτήρι. Τράπηκαν σε φυγή κάτω από τις ιαχές των αμυνόμενων. Δεν γλίτωσαν τη ζωή
τους όμως. Καθώς έφταναν στις γραμμές των τακτικών στρατευμάτων του μάγου
εκείνοι ξεθηκάρωσαν τα σπαθιά τους και τους εξόντωσαν.
Ύστερα με ρυθμικό βήμα
άρχισαν να προελαύνουν προς τα τείχη καθώς οι ελέπολεις πλησίαζαν.
-Καταπέλτες και
βαλλίστρες! Πυρ κατά βούληση, φώναξε ο Ίριαν, προέχει η καταστροφή των εχθρικών
καταπελτών και των ελεπόλεων!
Βλήματα και μεγάλες
κοτρόνες εκτοξεύθηκαν από το τείχος πάνω στον εχθρικό στρατό. Ο Ίριαν
παρακολουθούσε υπολογίζοντας πόσο θα κάνανε να ξαναοπλίσουν και πόσο θα είχαν
προχωρήσει οι εχθροί στο χρόνο αυτό. Τα χτυπήματα από την πρώτη ομοβροντία
διέλυσαν σχεδόν όλους τους καταπέλτες αλλά μόλις δύο από τις ελέπολεις είχαν
πάθει ζημιές και η μία μόνο από αυτές είχε εγκαταλειφθεί από τους
επιτιθέμενους.
-Έτοιμοι, ανέφερε ο Σίντρεκ.
-Πυρ! διέταξε ο Ίριαν.
Και οι τοξότες τώρα.
Ο αιφνιδιασμός ήταν
απόλυτος. Καθώς βαλλίστρες και καταπέλτες είχαν στόχο τις ελέπολεις και τους
καταπέλτες των επιτιθέμενων, το πεζικό είχε αρχίσει να προχωρά χωρίς να μεριμνά
ιδιαιτέρως για την κάλυψή τους μιας και δεν είχαν δει ούτε τοξότες ως εδώ. Τώρα
η ξαφνική βροχή από βέλη προκάλεσε πραγματική εκατόμβη αποδεκατίζοντας τις
πρώτες γραμμές τους.
Ο Ίριαν είδε τους καταπέλτες
να καταστρέφονται αλλά τρεις από τις ελέπολεις έφτασαν στο τείχος αν και
χρειάστηκε να τις σπρώξουν οι κοκκινοντυμένοι πολεμιστές στα τελευταία μέτρα
μιας και τα βραχοτελώνια είχαν εξοντωθεί.
-Ετοιμαστείτε να
απωθήσετε επιδρομείς! φώναξε και είδε σε όλο το τείχος τους άνδρες του να
ξεθηκαρώνουν τα σπαθιά τους.
Οι πολεμιστές άρχισαν να
ανεβαίνουν τις σκάλες και το εσωτερικό των ελεπόλεων. Ο Ίριαν ξεθηκάρωσε το
σπαθί του και έριξε μια ματιά στον Σίντρεκ. Εκείνος ένευσε ότι ήταν έτοιμος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου