Τα Μονοπάτια Του Έρωτα - 5

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Μιχάλης κοίταξε την Μαρία, τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα και έλαμπαν, ήταν μεθυσμένη αλλά ταυτόχρονα εννοούσε αυτά που έκανε και έλεγε. Έκανε να στραφεί στον Ερνέστο αλλά δεν πρόλαβε. Η Μαρία τον φίλησε και πάλι και το χέρι της άφησε το δικό του για να προσγειωθεί στα πόδια του. Ευτυχώς όχι εκεί που θα μπορούσε, σκέφθηκε ο Μιχάλης, αλλά την επόμενη στιγμή η Μαρία μετακίνησε το χέρι της και άγγιξε τον ανδρισμό του. Το άγγιγμα ήταν απαλό και δειλό, είχε συναίσθηση τι έκανε, αλλά και πάλι ήταν αρκετό για να στείλει ένα ρίγος στον Μιχάλη.

-Μαρία, είσαι μεθυσμένη, σε παρακαλώ να το σταματήσεις αυτό.

Η Μαρία τράβηξε το χέρι της από τον ανδρισμό του και έπιασε και πάλι το δικό του χέρι. Αυτή τη φορά δεν το οδήγησε στο στήθος της. Το οδήγησε κάτω από το φόρεμά της, ανάμεσα στους μηρούς της, και έσφιξε τα πόδια της. Ο Μιχάλης έκανε να τραβήξει το χέρι του και βρέθηκε να χαϊδεύει τη σφιχτή σάρκα της. Η κοπέλα αναστέναξε και χαλάρωσε το σφίξιμο. Ο Μιχάλης συνέχισε να τη χαϊδεύει ως που άγγιξε το εσώρουχό της.

-Ναι, ψέλλισε η Μαρία. Ναι.

Έσπρωξε το σώμα της λίγο μπροστά δίνοντάς του χώρο και ο Μιχάλης χάιδεψε απαλά την ερεθισμένη της σάρκα πάνω από το εσώρουχο. Τα χείλη της Μαρίας μισάνοιξαν ενώ τα μάτια της έκλειναν σαν για να απολαύσει την αίσθηση.

-Κάνε με δική σου, είπε.

Ο Μιχάλης έκανε να παραμερίσει το λεπτό ύφασμα που τον χώριζε από το κέντρο της γυναικείας της φύσης και αυτή η κίνηση τον έκανε να συνειδητοποιήσει σε τι ήταν έτοιμος να προχωρήσει.

-Μαρία, είπε απότομα ενώ είχε κοκκινίσει, δεν πρέπει να συνεχιστεί αυτό. Είσαι μεθυσμένη.

Ο Μιχάλης τραβήχτηκε από την κοπέλα και στράφηκε στον Ερνέστο, που ακόμα μιλούσε με τη Δανάη.

-Έχουμε ένα πρόβλημα, είπε.

-Τι πρόβλημα;

-Η Μαρία είναι μεθυσμένη.

Ο Ερνέστος σηκώθηκε από τη θέση του με την Δανάη να ακολουθεί. Εκείνη ήταν που έσκυψε πάνω από τη Μαρία. Δεν ήταν δύσκολο να καταλάβει ότι ήταν μεθυσμένη αλλά σαν γυναίκα να καταλάβει και τι άλλο συνέβαινε. Κοίταξε τον Μιχάλη. Γύρισε και κοίταξε την Μαρία πάλι και βεβαιώθηκε, η κοπέλα ήθελε τον Μιχάλη. Ήταν σωστό να πει σε εκείνον να την συνοδέψει; Από την άλλη ήξερε ότι εκείνος δεν θα άφηνε να πάθει κανένα κακό η Μαρία. Καθώς δεν μπορούσε να φύγει ένας από τους συνοδούς και δεν ήταν πολλά τα αγόρια που θα εμπιστευόταν ούτε ήθελε να την στείλει με κάποια κοπέλα επειδή φοβόταν για την ασφάλειά τους, αποφάσισε να στείλει τον Μιχάλη μαζί της.

-Μιχάλη.

-Ναι, είπε ο Μιχάλης που κοιτούσε την Μαρία.

Ένιωθε άσχημα για αυτό που είχε κάνει την ίδια στιγμή που ένιωθε ότι θα ήθελε να προχωρήσει, να προσφέρει την ηδονή στη Μαρία.

-Είναι μεθυσμένη και γι’ αυτό ευάλωτη, μπορεί κάποιος να την εκμεταλλευτεί. Μπορείς να την πας στο ξενοδοχείο;

-Γιατί όχι στα πούλμαν;

-Γιατί δεν μας περιμένουν έξω, θα έρθουν την ώρα που θα είναι να μας πάρουν.

-Εντάξει, θα πάρουμε ταξί.

-Μην την αφήσεις μόνη ως που να γυρίσουμε.

-Εντάξει.

Ο Μιχάλης έτεινε το χέρι του στην Μαρία και εκείνη σηκώθηκε από τον καναπέ. Έπεσε στην αγκαλιά του και ο Μιχάλης πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση της.

-Μου αρέσει αυτό, ψιθύρισε η κοπέλα.

Βγήκαν έξω και ο Μιχάλης ζήτησε από έναν πορτιέρη να τους καλέσει ένα ταξί. Περίμενε συνεχίζοντας να κρατάει την Μαρία. Εκείνη ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του. Το ταξί δεν άργησε να έρθει και ο Μιχάλης του ζήτησε να τους πάει στο ξενοδοχείο.

Στη διαδρομή η Μαρία χώθηκε στην αγκαλιά του και τον αγκάλιασε από  τη μέση. Ο Μιχάλης πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της. Εκείνη έκλεισε τα μάτια.

 

Ο Σταύρος άφησε το μπαρ και πήγε στον καναπέ που καθόταν η Άντζι πίνοντας ένα ποτό και χαζεύοντας εκείνους που χόρευαν. Η κοπέλα τον κατάλαβε αλλά τον αγνόησε.

-Νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε, είπε ο Σταύρος.

-Τι να πούμε;

-Είχαμε ένα ραντεβού που δεν έγινε. Κακή συνεννόηση.

-Α, αυτό ήταν κακή συνεννόηση;

-Ναι, αυτό.

-Περίεργο, εγώ θα το έλεγα ξέσκισμα με την τσούλα. Το ευχαριστήθηκες, έτσι;

Ο Σταύρος χαμογέλασε.

-Μας είδες; Γιατί δεν μίλησες; Θα κάναμε καλό πάρτι οι τρεις μας.

Η Άντζι τον κοίταξε με αηδία.

-Είσαι κτήνος!

-Όχι σαν τον ιππότη σου, ε; γέλασε ο Σταύρος. Ξέρεις πού είναι τώρα; Ανάμεσα στα σκέλια της Δερμίρη.

-Και είναι τυχερή γιατί θα της φερθεί όμορφα, δεν θα τη βιάσει!

-Είναι κρίμα που δεν τον κατάφερε να το κάνουν εδώ, θα ήταν ωραία φάση. Πας φυλακή ξέρεις.

Η Άντζι συνοφρυώθηκε. Δεν αμφέβαλλε ότι ο Σταύρος, προφανώς με τη βοήθεια της Μαρίνας, είχε χειραγωγήσει την Μαρία αλλά έπρεπε να μιλήσει με τον Μιχάλη. Αυτό που συνέβαινε είχε ξεπεράσει την απλή κόντρα. Έπρεπε να προσέχει.

-Είσαι καθίκι, είπε, δεν έχω καμιά δουλειά μαζί σου. Βολέψου με την τσούλα σου.

 

Φτάσανε στο ξενοδοχείο και ο Μιχάλης πλήρωσε το ταξί. Μπήκαν στο χώρο της υποδοχής που ήταν ήσυχος τέτοια ώρα και μόνο ένας υπάλληλος βρισκόταν εκεί.

-Καλησπέρα, είπε ο Μιχάλης στα Αγγλικά, το κλειδί για το δωμάτιο…

Στράφηκε στην Μαρία που συνοφρυώθηκε.

-Δεν το θυμάμαι, είπε και ένας πανικός φάνηκε στα μάτια της.

-Δεν πειράζει, είπε ο Μιχάλης παρότι ήταν πρόβλημα καθώς δεν ήθελε να την πάει στο δικό τους δωμάτιο γιατί αν κοιμόταν θα έπρεπε να την ξυπνήσουν. Αλλά δεν είχε άλλη λύση τώρα.

-Ας πάρουμε ένα άλλο, είπε η Μαρία και στράφηκε στον υπάλληλο. Έχετε ελεύθερο δωμάτιο;

-Μισό λεπτό να δω… Το 140 στον δεύτερο.

-Εντάξει, θα το πάρουμε, είπε η Μαρία και έβγαλε το πορτοφόλι από το τσαντάκι της.

-Θα πληρώσω εγώ, είπε ο Μιχάλης μα εκείνη του χαμογέλασε. Έδωσε στον υπάλληλο μια χρυσή πιστωτική κάρτα και υπέγραψε στην απόδειξη. Πήρε το κλειδί και πήγανε στο ασανσέρ.

Μπήκαν στον θαλαμίσκο και ο Μιχάλης πίεσε το κουμπί για τον όροφο.

-Τι φοβάσαι; τον ρώτησε η Μαρία. Το καταλαβαίνω στο άγγιγμά σου. Στην Πομπηία δεν ήταν έτσι. Τι άλλαξε;

-Εσύ. Φοβάμαι ότι την επόμενη φορά δεν θα μπορώ να σταματήσω.

-Και αν δεν θέλω να σταματήσεις; Αν θέλω να κάνω έρωτα; Αν απόψε θέλω να ξεχάσω και να βιώσω μόνο ό,τι μου είναι απαγορευμένο;

Φτάσανε στον δεύτερο όροφο και βγήκαν. Προχώρησαν στον διάδρομο και βρήκαν το δωμάτιο με τον αριθμό 140. Ο Μιχάλης άνοιξε και μπήκαν, έκλεισε την πόρτα ενώ η Μαρία καθόταν στο μεγάλο διπλό κρεβάτι.

-Τι φοβάσαι; είπε ο Μιχάλης.

-Φοβάμαι να πεθάνω, είπε η Μαρία, και φοβάμαι ακόμα περισσότερο να είμαι μόνη. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και πλησίασε τον Μιχάλη. Φοβάμαι να μείνω μόνη απόψε.

-Εντάξει, δεν θα φύγω, θα μείνω εδώ, μη φοβάσαι.

Η Μαρία τον αγκάλιασε και τον φίλησε κατευθείαν στο στόμα. Η γλώσσα της άγγιξε τα χείλη του και τρύπωσε εκεί αναζητώντας τη δική του. Τη στιγμή που την άγγιξε ο Μιχάλης ένιωσε ένα ρίγος ευχαρίστησης να τον διαπερνά και τον ανδρισμό του να σκληραίνει. Όπως ήταν κολλημένη πάνω του το ένιωσε και η Μαρία και πίεσε το σώμα της στο σημείο αυτό.

-Έλα, κάνε μου έρωτα απόψε, είπε ψιθυριστά.

-Δεν πρέπει… Μαρία, δεν πρέπει.

-Γιατί όχι;

-Δεν θέλω να πληγωθείς.

-Ξέρω ότι δεν θα το έκανες αυτό, να με πληγώσεις.

-Ίσως άθελα μου.

Η Μαρία κούνησε το κεφάλι της αρνητικά και μετά τον φίλησε και πάλι. Άρχισε να ξεκουμπώνει τα κουμπιά του πουκαμίσου του. Όταν έφτασε στο τελευταίο τράβηξε το πουκάμισο έξω από το παντελόνι και το έσπρωξε από πάνω του.

-Μαρία…

Εκείνη έκανε πίσω δύο βήματα και έφερε τα χέρια της στην πλάτη, κατέβασε το φερμουάρ του φορέματός της, το χαμήλωσε από τους ώμους της και το άφησε να κυλίσει από πάνω της. Ο Μιχάλης πήρε βαθιά ανάσα βλέποντάς τη γυμνή εκτός από το μικροσκοπικό της εσώρουχο καθώς δεν φορούσε στηθόδεσμο ή οτιδήποτε άλλο. Δεν μπορούσε να αγνοήσει το θέαμα της όμορφης γυναίκας μπροστά του. Την κοίταξε στα μάτια, ήταν ορθάνοιχτα και λαμπερά, γεμάτα λαχτάρα. Προσπάθησε να μην κοιτάξει αλλού αλλά δεν ήταν εύκολο.

Το βλέμμα του κατηφόρισε στο λαιμό της και μετά στα στήθη της, στητά, σφριγηλά στο χρώμα του αλάβαστρου με τις θηλές μόνο πιο σκούρες και έντονες τώρα όπως ήταν ερεθισμένες, στην επίπεδη κοιλιά της, στην ήβη της που κάλυπτε το εσώρουχό της, στην απαλή σάρκα που ερεθισμένη διαγραφόταν κάτω από αυτό και μετά στα καλλίγραμμα πόδια της.

Ένιωσε τον ανδρισμό του ερεθισμένο. Την ήθελε και ήξερε ότι δεν έπρεπε, η κοπέλα ήταν μεθυσμένη, δεν ήξερε τι έκανε. Η Μαρία επέστρεψε κοντά του.

-Δεν πρέπει, της είπε.

-Τίποτα άλλο δεν είναι πιο σωστό αυτή τη στιγμή, του ψιθύρισε ενώ έλυνε τη ζώνη του παντελονιού του.

-Μαρία, πρέπει να σου πω κάτι.

-Τι;

-Δεν έχω ξαναπάει με γυναίκα, είσαι η πρώτη μου. Δεν πρέπει να συνεχίσουμε, ίσως σου κάνω κακό.

-Δεν θα μου κάνεις κακό, είπε η κοπέλα, το ξέρω. Είσαι και εσύ ο πρώτος μου. Καλύτερα, θα διαβούμε μαζί αυτό το μονοπάτι.

Ξεκούμπωσε το παντελόνι του και το άφησε να πέσει. Μετά, με τόλμη που ποτέ δεν θα είχε νηφάλια, χαμήλωσε το εσώρουχό του τόσο ώστε να αποκαλύψει τον ανδρισμό του. Τα δάκτυλά της διέτρεξαν το μήκος του και μετά χάιδεψε την ήβη του. Ο Μιχάλης ένιωθε τα δάκτυλά της δροσερά και το σώμα του πυρωμένο. Ένα αθέλητο βογγητό ξέφυγε από τα χείλη του.

-Σου αρέσει; είπε η Μαρία. Τράβηξε το χέρι της και συνέχισε να τον γδύνει.

-Ναι, της είπε.

Εκείνη αποτελείωσε το γδύσιμό του και τον κοίταξε.

-Δεν έχω ξαναδεί γυμνό άνδρα, είπε.

Τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Η γλώσσα της βρήκε τη δική του και η κοπέλα πίεσε το σώμα της πάνω στον ανδρισμό του. Την αγκάλιασε και εκείνος και χάιδεψε τη γυμνή πλάτη της ως κάτω στη μέση και το εσώρουχό της. Βρήκε τους γλουτούς της τελείως γυμνούς από το εσώρουχο, και άφησε τα χέρια του εκεί. Το χέρι της Μαρίας γλίστρησε ανάμεσα στα σώματά τους και ξανάρχισε το παιχνίδι της.

Την άφησε. Ίσως να ήταν καλύτερα έτσι. Μπορούσε να τελειώσει η ιστορία χωρίς να γίνει κάτι κακό. Έφερε το χέρι του μπροστά και χάιδεψε την Μαρία ανάμεσα στα πόδια. Η κοπέλα σταμάτησε το δικό της χάδι και κράτησε το χέρι του πάνω στο σώμα της.

-Μου αρέσει, ψιθύρισε.

Πήρε το χέρι του και το οδήγησε μέσα από το εσώρουχό της. Ο Μιχάλης άγγιξε την απαλή σάρκα της, τη χάιδεψε απαλά, ερεθιστικά. Η Μαρία τον σταμάτησε. Έστειλε το εσώρουχό της στο πάτωμα μαζί με τα υπόλοιπα ρούχα και τον πήρε από το χέρι. Τον οδήγησε στο διπλό κρεβάτι και ξάπλωσε τραβώντας τον κοντά της. Τον αγκάλιασε και τύλιξε το ένα πόδι της γύρω από τη μέση του.

Ο Μιχάλης τη φίλησε στα χείλη και μετά στον λαιμό προσπαθώντας να αγνοήσει το γεγονός ότι ο ανδρισμός του ακουμπούσε στην ήβη της, ότι του παραδινόταν έτσι να την κάνει δική του. Φίλησε την ερεθισμένη θηλή στο δεξί της στήθος και μετά τη χάιδεψε με τη γλώσσα του. Κατέβασε το χέρι του ανάμεσα στα σώματά τους και τη χάιδεψε στο κέντρο της γυναικείας της φύσης. Η Μαρία έφερε και το άλλο πόδι στο πλευρό του και σήκωσε το σώμα της προς το δικό του.

Θα έπρεπε να μην είναι από σάρκα και αίμα για να μπορεί αντέξει και αυτόν τον πειρασμό, να αποδιώξει το ένστικτο που τον οδηγούσε στην επόμενη κίνηση. Δεν ήταν όμως.

Καταπολέμησε την παρόρμηση να το κάνει γρήγορα και δυνατά. Αντίθετα το έκανε με μια κίνηση μαλακή, σχεδόν ευγενική. Η Μαρία πήρε μια βαθιά ανάσα καθώς βίωνε για πρώτη φορά την αίσθηση και την επόμενη στιγμή μια κραυγή ξέφυγε από τα χείλη της καθώς περνούσε το κατώφλι της γυναικείας ζωής. Φίλησε τον Μιχάλη με τη γλώσσα της να παίζει με τη δική του καθώς το σώμα της συντονιζόταν με το ρυθμό του. Ο Μιχάλης ένιωθε μια περίεργη ένταση να μαζεύεται μέσα του, μια ένταση που δεν ήξερε ακόμα πώς να διαχειριστεί. Ακολούθησε το ένστικτο και επιτάχυνε τον ρυθμό του, ένιωσε τους χυμούς της Μαρίας να αναβλύζουν κάνοντας την ένταση εντονότερη αλλά και πιο ευχάριστη ταυτόχρονα. Εκείνη έσφιξε τα πόδια της στα πλευρά του και τα χέρια της πιάσανε σφιχτά τους ώμους του.

-Ναι… ψιθύρισε και την επόμενη στιγμή το φώναξε μαζί με το όνομά του καθώς επιτέλους η ένταση απελευθερωνόταν σε μια έκσταση ηδονής και έφταναν μαζί στον οργασμό.

Ο Μιχάλης ξάπλωσε και η Μαρία χώθηκε στην αγκαλιά του.

-Ήταν τέλειο, είπε, δεν μου έκανες κακό, είδες;

-Ναι, είπε ο Μιχάλης, δεν θα το άντεχα να σου κάνω.

-Τώρα είμαι το κορίτσι σου;

-Ναι, αν το θες.

-Το θέλω, είπε η Μαρία. Το ήθελα εδώ και πολύ καιρό.

Το χέρι της βρήκε το δικό του και το έσφιξε.

-Μην με αφήσεις, είπε ενώ ήδη ο ύπνος την κυρίευε.

-Όχι, δεν θα σε αφήσω.

 

Ήταν αρκετά περασμένη η ώρα όταν γύρισαν στο ξενοδοχείο και γέμισαν τον χώρο της υποδοχής για να πάρουν το κλειδί τους ο καθένας. Ο Δημήτρης με τη Χριστίνα ήταν από τους τελευταίους που μπήκαν και ακολούθησε ο Ερνέστος.

-Έχουμε ένα πρόβλημα, είπε σχεδόν αμέσως.

Παρά τη φασαρία των συμμαθητών τους είχε μιλήσει χαμηλόφωνα για να μην τους ακούσουν αν και κανείς δεν φαινόταν να τους προσέχει.

-Τι πρόβλημα;

-Το κλειδί του δωματίου.

-Θα το έχει ο Μιχάλης.

-Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα, είπε ο Ερνέστος. Δεν το πήρε, το κλειδί είναι εδώ.

-Ίσως πήραν του δικού μας δωματίου, είπε η Χριστίνα.

-Ποιο είναι;

-Το 123.

Ο Ερνέστος που ήταν πιο ψηλός κοίταξε στον πίνακα με τα κλειδιά.

-Είναι και αυτό εκεί.

-Δεν μπορεί.

-Λες να πάθανε τίποτα στο δρόμο; ανησύχησε η Χριστίνα.

-Θα το μαθαίναμε, είπε ο Ερνέστος, όχι, κάτι άλλο είναι αλλά τι;

Καθώς ο κόσμος μπροστά τους αραίωνε, ο Ερνέστος είπε:

-Μην πείτε τίποτα σε κανέναν, να μάθουμε πρώτα τι έγινε. Ειδικά όχι σε καθηγητές.

Ο Ερνέστος πήγε στον υπάλληλο της υποδοχής και του έπιασε κουβέντα. Επέστρεψε μερικά λεπτά μετά με το κλειδί για το δωμάτιό τους και χαμογελώντας.

-Εντάξει, η Μαρία δεν θυμόταν ποιο ήταν το δωμάτιό της και έτσι πήραν ένα άλλο.

-Πολύ καλά, είπε η Χριστίνα. Άσε τους να το χαρούν, δεν χρειάζεται να τους ενοχλήσουμε τώρα. Χώρια που θα κοιμούνται από ώρα.

-Πάμε και εμείς για ύπνο τότε.

-Προχώρα, είπε ο Δημήτρης και έρχομαι.

Η Δανάη πλησίασε.

-Ο Μιχάλης και η Μαρία; ρώτησε τον Ερνέστο.

-Έχουν πάει για ύπνο, είπε εκείνος.

-Εντάξει, τότε, πήγαινε και εσύ, καληνύχτα!

-Καληνύχτα, είπε ο Ερνέστος. Καλή ξεκούραση!

Ανέβηκαν και εκείνοι στον όροφό τους για ύπνο. Ο Ερνέστος προχώρησε στο 132 ενώ ο Δημήτρης συνόδευσε την Χριστίνα στο δικό της. Στάθηκαν έξω από την πόρτα και της ευχήθηκε:

-Καληνύχτα, όνειρα γλυκά!

-Όνειρα γλυκά και απονήρευτα, του είπε.

Ο Δημήτρης της χαμογέλασε και ξεκίνησε για το δωμάτιό του. Η Χριστίνα σημείωσε την παράλειψη να μην την καληνυχτίσει με ένα φιλί.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου