Ευχές

Author: Νυχτερινή Πένα /

Το 2021 τελειώνει, λίγη άμμος έχει μείνει πια στην κλεψύδρα του. Ας το αποχαιρετήσουμε λοιπόν και να ευχηθούμε το αδερφάκι του που σε λίγο έρχεται να μας φέρει ό,τι καλύτερο, ό,τι επιθυμεί ο καθένας. Υγεία, ευτυχία, έμπνευση σε εμάς που γράφουμε, σταθερό χέρι στους καλλιτέχνες που ζωγραφίζουν ή φτιάχνουν όμορφα πράγματα και κάθε καλό σε όλους.

Χρόνια Πολλά!

Γιατί Σχολιάζεις;

Author: Νυχτερινή Πένα /

 Δεν συνηθίζω να προσέχω τον κόσμο γύρω μου, σχεδόν ποτέ. Ακόμα και όταν ταξιδεύω το μυαλό μου είναι συνήθως σε ένα πράγμα, στα διάφορα έργα που έχω εν εξελίξει ή που σχεδιάζω. Ωστόσο βγαίνοντας για δουλειές αναγκάστηκα να προσέξω ένα πράγμα γιατί γινόταν γύρω μου κατά κόρον. Τα σχόλια. Σχόλια για τους άλλους.

«Πως είναι ντυμένος έτσι; Πως είναι βαμμένη έτσι σαν τσουλί! Κοίτα όλα έξω, δεν έχει μάνα να τη μαζέψει; Κοίτα τον, το σκουλαρίκι στο αυτί του έλειπε.» Και πάει λέγοντας.

Θα μου πεις τι σε νοιάζει; Εμπίπτεις σε κάποια κατηγορία από αυτές; Όχι, το μόνο πράγμα που συνήθως σχολιάζουν πάνω μου, είναι το ότι κουτσαίνω και το άστατο περπάτημά μου σαν αποτέλεσμα, αλλά μετά από μια εικοσαετία το έχω συνηθίσει. Δεν είναι αυτός ο λόγος που με ενοχλεί. Ο λόγος που με ενοχλεί είναι η κενότητα των σχολίων.

Αν σχολιάσεις εμένα επειδή χωλαίνω θα διορθωθώ; Όχι είναι φύσει αδύνατον, αν σχολιάσεις ένα κορίτσι για το βάψιμό του θα το αλλάξει; Απίθανο. Άρα περιττεύουν τα σχόλια. Και στο κάτω κάτω της γραφής ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να κρίνεις και να σχολιάζεις τον άλλο;

Υπάρχουν σχόλια που είναι εποικοδομητικά. Στο γράψιμο ας πούμε, κάθε κριτική είναι χρήσιμη, ακόμα και αν είναι κακή ή άδικη και δεν συμφωνείς, κάτι θα πάρεις από αυτήν. Εκεί λοιπόν δεν έχω καμία αντίρρηση, το ίδιο ισχύει για βιβλία και ταινίες.

Αλλά όταν είσαι στο λεωφορείο ή στο μετρό ή σε όποιο άλλο μεταφορικό μέσο δεν υπάρχει λόγος να σχολιάζεις, υπάρχουν σίγουρα πολλοί μα πολλοί άλλοι τρόποι να περάσει η ώρα, ειδικά τώρα με τα μέσα της τεχνολογίας. Αξιοποίησε λοιπόν αγαπητέ αναγνώστη το χρόνο και άσε τα ανώφελα σχόλια. Με το νέο έτος που έρχεται βάλε το στις αποφάσεις για τις αλλαγές που θες να κάνεις. Άσε το σχολιασμό κατά μέρος, δεν βοηθάει κανέναν.

Δημιουργία

Author: Νυχτερινή Πένα /

Τι μπορεί να σου δώσει

πιο πολλά από τη δημιουργία;

Τι να σε γεμίσει

με μεγαλύτερη ικανοποίηση

και ευτυχία

αν όχι η έκφραση και η φαντασία;

Η Έφεση

Author: Νυχτερινή Πένα /

Για χρόνια η εταιρία Κρέην μόλυνε ατιμώρητη τον υδροφόρο ορίζοντα της μικρής πόλης του Μπάουμορ και δεν τιμωρήθηκε ακόμα και όταν παρουσιάστηκαν οι πρώτες αρρώστιες. Τώρα όμως η ώρα της καταδίκης έφτασε. Ωστόσο ο Καρλ Τρυντό, ιδιοκτήτης της εταιρίας δεν είναι διατιθέμενος να καταθέσει τα όπλα και να πληρώσει τα πρόστιμα και τις αποζημιώσεις. Θα υποβάλλει έφεση και θα κάνει τα πάντα για να την κερδίσει, ακόμα και να ανακατευτεί στις δικαστικές εκλογές.

Ένα δικαστικό θρίλερ από τον μαιτρ του είδους Τζον Γκρίσαμ που σίγουρα θα απολαύσουν οι λάτρεις του είδους.

Ιστολόγιο του μήνα – Δεκέμβριος 2021

Author: Νυχτερινή Πένα /

Στην αρχή ο τίτλος με ξένισε, βλέποντας τον όρο αστερισμός είπα: λες να έχει να κάνει με την αστρολογία; Αντίθετα με την αστρονομία και το διάστημα που με ξετρελαίνουν, θεωρώ την αστρολογία μια άχρηστη απάτη που είναι επικίνδυνη με κάποιους ανθρώπους. Ευτυχώς διαψεύστηκα βρίσκοντας όντως έναν αστερισμό βιβλίων.

Σε αυτό το ιστολόγιο υπάρχουν λοιπόν βιβλία με την μορφή εκτενών και αναλυτικών βιβλιοκριτικών. Αναφέρονται παλαιότερα αλλά και πρόσφατα βιβλία και θα μπορούσα να πω για όλα τα γούστα. Αν θέλετε να ταξιδέψετε και εσείς στον αστερισμό αυτόν δεν έχετε παρά να πάτε εδώ: https://stonasterismotouvivliou.blogspot.com/ 

Ο Μεσάζων

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Τζόελ Μπάκμαν ήταν ένας ισχυρός λομπίστας στην πολιτική σκηνή της Ουάσιγκτον ως που η ανάμειξή του στην πώληση ενός προγράμματος υψηλής τεχνολογίας – και επικινδυνότητας – έφερε την πτώση του και την καταδίκη του σε εικοσαετή κάθειρξη. Σε τέσσερα χρόνια όμως λαμβάνει χάρη από τον πρόεδρο κατόπιν αίτησης της CIA. Τώρα είναι σαν έχει έναν τεράστιο στόχο στην πλάτη του καθώς υπάρχουν παραπάνω από μια πλευρές που τον θέλουν νεκρό.

Έχει ακόμα ένα τελευταίο χαρτί να παίξει και πρέπει να το κάνει καλά αν θέλει να ζήσει ελεύθερος και ασφαλής.

Μια ωραία περιπέτεια από τον Γκρίσαμ που είναι λίγο έξω από τα συνηθισμένα νομικά του θρίλερ αλλά πετυχημένο και ευκολοδιάβαστο.

Βιβλία Που Διάβασα - Βιβλία Που Έγραψα

Author: Νυχτερινή Πένα /

Πόσα βιβλία διαβάσατε φέτος; Πόσα διαβάζετε συνήθως; Εγώ διάβασα φέτος μόλις 41 (μαζί με δύο που τώρα τελειώνω) που είναι η δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά το 2015 που διάβασα μόλις 25. Την καλύτερη την είχα το 2017 που έφτασα τα 60. Βέβαια από τότε είχα μια καθοδική πορεία, 57 το 2018 και 51 το 2019. Το ίδιο είχα κάνει και από το 2011 στο 2013 που πήγα 50 – 44 – 30. Το 2014 ανέκαμψα στα 48 αλλά μετά ξανάπεσα όπως είπαμε. Και αν αναρωτιέται κανείς για το 2016 είχα 52.

Από την άλλη πλευρά δεν είναι τυχαίο που φέτος έχω μόλις 41 βιβλία διαβάσει. Στη χρονιά που σύντομα θα μας αφήσει ανέβασα τα έργα μου από τα 919 στα 956! Έκανα άλλη μια έκδοση και ετοιμάζω πυρετωδώς άλλες δύο. Οπότε το διάβασμα πήγε πίσω. Δεν μπορώ να κάνω το 50 συν 50 και στα δύο! Μάλλον πρέπει να βρω κι άλλο χρόνο για βιβλία μου! 

Ένα Φιλί Για Αντίο

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ακόμα και σήμερα η πόλη μου είναι ένα από τα πιο όμορφα και ανοιχτά προάστια της Αθήνας. Όταν ήμουν όμως έφηβος η πόλη ήταν πολύ πιο αραιοκατοικημένη με μεγάλες εκτάσεις ελεύθερες για αυτοσχέδια ποδοσφαιρικά γήπεδα όπου παίζαμε αγώνες μέχρι τελικής πτώσεως ή για άλλα παιχνίδια.
Ένα βράδυ του φθινοπώρου από εκείνα που αρχίζει να σουρουπώνει νωρίς, είχαμε μαζευτεί μια αρκετά μεγάλη παρέα και αποφασίσαμε να παίξουμε κρυφτό, μιας και είχαμε και κοπέλες ανάμεσά μας. Για εκείνους που το παιχνίδι μπορεί να είναι ξένο να πω ότι συνίσταται στο εξής, χωριζόμαστε σε δύο ομάδες, η μια κρύβεται και η άλλη την αναζητά, αν εκείνη που ψάχνει τους βρει όλους κερδίζει αν δεν βρει κάποιον τότε έχουν κερδίσει οι αντίπαλοί της.
Ωστόσο όσο συζητούσαμε για το τι θα κάνουμε εμένα η προσοχή μου ήταν στραμμένη περισσότερο στην Μαρία παρά στη συζήτηση για το παιχνίδι και τον χωρισμό των ομάδων. Η Μαρία ήταν από τους πιο καινούριους κατοίκους της γειτονιάς, ενώ οι περισσότεροι γνωριζόμασταν από τότε που μποσουλούσαμε ακόμα εκείνη είχε δύο χρόνια μόνο εδώ. Ήταν μια όμορφη κοπέλα με μπουκλωτά καστανά μαλλιά και φωτεινά μάτια. Ήταν εξαιρετικά ντροπαλή και πολύ σπάνια έπαιρνε το λόγο, είχε χρειαστεί στο παρελθόν κάμποσες φορές να την προστατέψω από υπερβολικά πειράγματα. Και επειδή ήμουν και κάπως σωματώδης πάντα με άκουγαν και το σταματούσαν. Απόψε έδειχνε κάπως αφηρημένη, σαν κάτι άλλο να απασχολούσε τη σκέψη της από το παιχνίδι. Την έπιασα να με κοιτάζει αλλά δεν είπε τίποτα.
Ξεκινήσαμε το παιχνίδι. Η ομάδα που θα έψαχνε άρχισε με κλειστά μάτια να μετράει δυνατά το χρόνο μας για να κρυφτούμε. Στα πρώτα δευτερόλεπτα όλοι κοιτάζαμε ένα γύρο για το που θα κρυφτούμε και μετά αρχίζαμε να τρέχουμε σαν τρελοί. Η δική μου προτίμηση ήταν ένα κτίριο υπό κατασκευή στην άκρη της περιοχής που παίζαμε. Με τη νύχτα να πλησιάζει ήταν λίγοι που θα τολμούσαν να το διακινδυνεύσουν στο πηχτό σκοτάδι που επικρατούσε μέσα αλλά εγώ πήγα κατευθείαν εκεί και ακολούθησαν κάποιοι. Αυτοί πήγαν πάνω, εγώ κάτω στο υπόγειο όπου κάποτε θα κατασκευάζονταν αποθήκες και θέσεις πάρκινγκ. Το σκοτάδι ήταν σχεδόν απόλυτο αλλά είχα ξανακατέβει και ήξερα τι να προσέχω. Άκουσα βήματα πίσω μου και γύρισα, ήταν η Μαρία.
-Να’ ρθω μαζί σου; με ρώτησε με την ήσυχη φωνή της.
Της έκανα νόημα και ήρθε κοντά μου αλλά πριν προχωρήσουμε στο σκοτάδι ένιωσα το χέρι της να γλιστράει στο δικό μου. Είτε φοβόταν μη σκοντάψει είτε την φόβιζε το σκοτάδι, δεν ήξερα ποιο από τα δύο αλλά δεν με πείραζε καθόλου που το είχε κάνει. Το άγγιγμά της ήταν απαλό παρότι κρατιόταν καλά από το χέρι μου. Φτάσαμε στο υπόγειο και σταθήκαμε με την πλάτη στον τοίχο. Χαλάρωσα το κράτημα μου αλλά η Μαρία δεν τράβηξε το χέρι της.
Άκουσα την άλλη ομάδα να ανακοινώνει ότι ξεκινάει το ψάξιμο και μετά μια κίνηση στο σκοτάδι. Κάτι κινείτο κάπου στο βάθος, πιθανότατα ποντικός ή γάτα, πιο σπάνια αλεπού από το κοντινό βουνό. Ένιωσα το χέρι της Μαρίας να με σφίγγει. Είχε φοβηθεί. Εγώ συνέχισα να την κρατώ και να ακούω την ανάσα της δίπλα μου και δεν θα με πείραζε αν αυτό το παιχνίδι κρατούσε ώρες.
Τους βρήκαν όλους εκτός από εμάς και όταν το παραδέχθηκαν ξεκινήσαμε να βγούμε από το αβυσσαλέο σκοτάδι που μας κάλυπτε. Πριν βγούμε στο φως η Μαρία, που κρατούσε ακόμα το χέρι μου, γύρισε και με κοίταξε. Το βλέμμα της ήταν γεμάτο τρυφερότητα αλλά και κάτι άλλο, λύπη; Τεντώθηκε λίγο και με φίλησε απαλά στα χείλη. Το άγγιγμά της ήταν τρυφερό σαν βελούδο και ανάλαφρο σαν σύννεφο. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, ή μήπως ήταν ολόκληροι αιώνες; έκανε πίσω και ψιθύρισε:
-Αν μόνο μπορούσα να μείνω.
Μετά προχώρησε και βγήκε έξω και την ακολούθησα. Το επόμενο πρωί έφυγε από την πόλη. Ο πατέρας της ήταν στέλεχος μιας μεγάλης κατασκευαστικής εταιρίας και μετακινούταν συχνά. Δεν την είδα ποτέ ξανά και δεν μπόρεσα να την ξαναβρώ.

Κράτησα αυτήν την ανάμνηση σαν πολύτιμο θησαυρό στην καρδιά μου αργότερα όταν έφυγα από το σπίτι μου για σπουδές και μετά για τη στρατιωτική μου θητεία. Όταν ένιωθα μόνος ή απογοητευμένος σκεφτόμουν αυτό το άδολο τρυφερό φιλί για να πάρω θάρρος.

Χριστούγεννα Στο Βουνό - 3 Τέλος

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ξύπνησε από ένα άγγιγμα στον ώμο και όταν σηκώθηκε είδε ότι ήταν πολύ πρωί, είχε ξαστεριά και μπορούσε να δει τον ουρανό γεμάτο αστέρια. Τυλίχτηκε καλά το μπουφάν του μιας και το κρύο ήταν τσουχτερότατο. Ο Μάρκος είδε ότι είχαν ακόμα ένα γαϊδούρι τώρα φορτωμένο με πράγματα.

Η διαδρομή ως το Κακοπέρατο ήταν μια δύσκολη, ειδικά στο σκοτάδι υπό το φως μερικών φαναριών αλλά την έκαναν με κέφι μιας και ήταν για καλό σκοπό. Τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα ενώ ο Μιχάλης με τον ιερέα έψελναν από τους ύμνους της εορτής με τη συνοδεία του μπάρμπα Μήτσου που αποδεικνυόταν πολύ καλλίφωνος με τη βαθιά φωνή του.

«Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός, ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει ο αστήρ…»

Ως που να φτάσουν στο εκκλησάκι είχε πιάσει να χιονίζει και πάλι και τα παιδιά έπιασαν να λένε το «Χιόνια στο καμπαναριό…»

Όταν φτάσανε μπήκαν μέσα και κάθισαν λίγο να ξαποστάσουν. Μετά οι γυναίκες έπιασαν να κάνουν λίγη φασίνα μέσα, ένα σκούπισμα και ξεσκόνισμα στους παμπάλαιους πάγκους που χρησίμευαν για στασίδια ενώ ο ιερέας με το Μιχάλη ετοίμαζαν τα των ακολουθιών.

-Παππού γιατί σηκωθήκαμε τόσο πρωί για την εκκλησία; ρώτησαν τα εγγόνια του τον μπάρμπα Βασίλη.

-Γιατί πριν από πολλά χρόνια η Παναγία μας έτσι μέσα στη νύχτα γέννησε τον Χριστό μας. Να μια τέτοια νύχτα ήταν που ένα άγγελος εμφανίστηκε σε απλούς βοσκούς σαν εμάς να τους πει ότι γεννήθηκε ο Χριστός μας και πήγανε πρώτοι εκείνοι να προσκυνήσουν και μετά οι μάγοι με τα δώρα, χρυσάφι, λιβάνι και ένα πολύτιμο άρωμα που το λένε σμύρνα.

Ο Μιχάλης πήρε θέση στο αναλόγιο και ο Σαμουήλ έβαλε ευλογητός. Σαν να  μην είχε περπατήσει τόσο δρόμο και να μην ήταν γέροντας, ο ιερέας ετέλεσε τον εσπερινό με την ίδια ζέση που θα το έκανε και στον καθεδρικό ναό. Ο Μιχάλης με την βοήθεια των δύο ηλικιωμένων βοσκών, που διάβασαν κυρίως τα αναγνώσματα, εκτέλεσε καθήκοντα ψάλτη. Οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν με κατάνυξη.

Ο Μάρκος καθισμένος σε έναν πάγκο ένιωθε σαν να είχε μεταφερθεί σε έναν άλλο κόσμο, έναν κόσμο εξαϋλωμένο, πιο κοντά στον ουρανό παρά στις γήινες έννοιες και φροντίδες, έναν κόσμο για τον οποίο είχε μόνο ακούσει ως τώρα αλλά δεν τον είχε ζήσει. Έβλεπε τους ανθρώπους γύρω του να προσεύχονται και να είναι ταυτόχρονα ήρεμοι, και χαρούμενοι στο φως που έδιναν τα κεράκια τους και η λαμπάδα που είχαν στο ψαλτήρι για να βλέπουν τα βιβλία.

Τελειώσανε τον εσπερινό και μπήκανε στον όρθρο, έξω το χιόνι έπεφτε απαλό και πυκνό. Ο μπάρμπα Μήτσος βγήκε και χτύπησε την μικρή καμπάνα όταν άρχισε ο όρθρος και μετά στις καταβασίες ψέλνοντας και εκείνος:

-Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε, Χριστός επί γης υψώθητε…

Την ξαναχτύπησε στη δοξολογία για να σημάνει ότι έφτανε η ώρα της λειτουργίας.

Ο Μάρκος απορούσε με το πώς δεν πεινούσε με τόσο λίγο φαγητό χθες, ή πως δεν νύσταζε με τόσο λίγο ύπνο. Δεν ήταν λίγος συνειδητοποίησε, είχαν κοιμηθεί νωρίς και έχοντας κάνει τόσο ήσυχο ύπνο, είχε ξεκουραστεί.

-Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε…

Ο Σαμουήλ με το άγιο ποτήριο στα χέρια, κοινώνησε όλο το μικρό του εκκλησίασμα εκτός του Μάρκου, που δεν είχε προετοιμαστεί για κάτι τέτοιο και δεν το είχε καν σκεφθεί, και μετά από λίγο έδωσε την απόλυση και τους μοίρασε το αντίδωρο. Κάθισαν μετά και ήπιαν καφέ και φάγανε λίγο, οι γυναίκες είχαν φέρει κεράσματα για να τους δυναμώσουν πριν πάρουν το δρόμο της επιστροφής.

Είχε ξημερώσει και ξεκινήσανε με τα παιδιά να τραγουδάνε:

«Χριστούγεννα, πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου…»

Ο Μάρκος πλησίασε τον Μιχάλη.

-Από το διάβασμά σου και μερικές άλλες παρατηρήσεις συμπέρανα ότι είσαι μορφωμένος. Και όμως δείχνεις να είσαι απόλυτα εξοικειωμένος με τη ζωή εδώ.

-Μπα! Είμαι παιδί της πόλης πίστεψέ με. Η απόλαυσή μου είναι τα βιβλία και με αυτά ασχολούμαι αλλά για να νιώσεις τις γιορτές δεν χρειάζεται επιτήδευση ή μεγάλα πάρτι, αρκεί μια ζεστή αγκαλιά, μερικοί δικοί σου άνθρωποι και αυτό είναι.

-Μπορεί να έχεις δίκιο. Αυτά είναι σίγουρα τα πλέον διαφορετικά Χριστούγεννα που έχω κάνει.

-Μπορεί, είπε ο Μιχάλης με ένα χαμόγελο καθώς έφταναν στο σπίτι, και μετά πρόσθεσε, αλλά σίγουρα θα έχουν από το καλύτερο φαγητό!

Ο Μάρκος άρχισε να γελάει, οι μυρωδιές μέσα από το σπίτι τον βεβαίωναν για αυτό.  

 

Τέλος

Χριστούγεννα Στο Βουνό - 2

Author: Νυχτερινή Πένα /


Στην πόρτα στεκόταν ο ιερέας που είχε δει πιο μπροστά ο Μάρκος. Ο βοσκός, αν και ξαφνιάστηκε από την απρόσμενη επίσκεψη, είπε:
-Καλησπέρα δέσποτα, πως βρέθηκες εδώ πάνω;
-Καλησπέρα, καλά Χριστούγεννα. Πάω για το Κακοπέρατο. Περνάει το μονοπάτι;
-Θα’ χει χιόνι μα περνάει, το κόβουν τα πεύκα από την πάνω μεριά και δε μαζεύει ποτέ πολύ. Αλλά τι πάει να κάνει η αγιότης σου εκεί πάνω;
-Λέμε να λειτουργήσουμε στο μικρό εκκλησάκι εκεί, είπε ο ιερέας.
Ο πληθυντικός παραξένεψε το βοσκό. Ο ιερέας το κατάλαβε και έδειξε το δρόμο πίσω.
-Δεν είμαι μόνος, έχω και έναν βοηθό, έχουμε και το ζωντανό με τα πράγματά μας.
-Και θα πάτε εκεί πάνω;
-Ναι, θα συγυρίσουμε το εκκλησάκι, θα κάνουμε τον Εσπερινό. Θα κοιμηθούμε εκεί απόψε και σαν πάει πέντε θα βάλουμε ευλογητός.
-Και ποιος θα λειτουργηθεί;
-Όποιους στείλει ο Θεός.
Ο βοσκός κοίταξε έξω τον καιρό. Μετά στράφηκε πάλι στον ιερέα.
-Δέσποτα εμείς εδώ είμαστε μια οικογένεια, θα είναι ένας γείτονας ακόμα και πιο πάνω είναι ακόμα μια οικογένεια. Τι λες να μείνεις μαζί μας απόψε και το πρωί να ανεβούμε όλοι στο εκκλησάκι να μας λειτουργήσεις και να κατέβουμε να κάνουμε Χριστούγεννα εδώ;
Ο ιερέας το σκέφθηκε μια στιγμή και μετά φώναξε:
-Μιχάλη, έλα εδώ… Μην ανησυχείς, δεν πάει πουθενά μόνος του ο κυρ-Μέντιος.
Ο συνοδός του ιερέα πλησίασε με το μπαστούνι του στο χέρι και ο Μάρκος είδε ότι χώλαινε. Που πήγαινε μέσα στο χιόνι αφού δεν μπορούσε να περπατήσει καλά καλά; Ο ιερέας εξήγησε την πρόταση του βοσκού και ο Μιχάλης ένευσε:
-Ό,τι νομίζετε πάτερ.
-Θα κάνουμε έτσι.
-Ας είναι ευλογημένο.
-Ελάτε, ελάτε, είπε ο βοσκός και άνοιξε την πόρτα, Μάρθα, φώναξε, έλα να κεράσεις τους ξένους μας.
Ο ιερέας και ο συνοδός του αλλά και ο Μάρκος στράφηκαν ξαφνιασμένοι στη γυναίκα που ανέβαινε την σκάλα για το χαγιάτι μαζί με έναν μεγαλόσωμο όσο και ηλικιωμένο βοσκό σκεπασμένο με μια χοντρή κάπα.
-Καλά Χριστούγεννα Βασίλη, είπε ο μεγαλόσωμος ξένος με μια βαθιά φωνή που ταίριαζε στο μέγεθός του.
-Καλά Χριστούγεννα, καλώς ήρθες στο σπιτικό μου.
Οι δύο βοσκοί αντάλλαξαν μια γερή χειραψία και κάθισαν όλοι κοντά στη φωτιά να ζεσταθούν αφού ο ιερέας και ο συνοδός του βγήκαν και ξεφόρτωσαν το υπομονετικό υποζύγιό τους που ο οικοδεσπότης τους οδήγησε μετά στο στάβλο με τα δικά του ζωντανά. Οι δυο βοσκοί κάθισαν σε χαμηλά σκαμνιά, ο ιερέας κάθισε σε μια καρέκλα, ο Μιχάλης προτίμησε να καθίσει πάνω σε μια βελέντζα δίπλα στο τζάκι. Ακούμπησε στον τοίχο αφήνοντας το μπαστούνι του στο πάτωμα.
-Πιο βολικά από τα χαμηλά σκαμνάκια, είπε στον Μάρκο που τον κοίταζε.
Εκείνος κάθισε τον μιμήθηκε και κάθισε κοντά του.
-Από πού είσαι;
-Από την Αθήνα, γέννημα θρέμμα.
-Και πως βρέθηκες εδώ πάνω;
-Ήρθα για τα Χριστούγεννα. Ξέρω από παλιά τον πατέρα Σαμουήλ και ήρθα να τον δω και μιας και είχε την απόφαση αυτή για τα Χριστούγεννα είπα να μείνω.
Ο Μάρκος κούνησε το κεφάλι του.
-Δεν είχες να κάνεις τίποτα καλύτερο; Ρεβεγιόν;
-Πέρυσι ήμουν στην Τάιμς Σκουέαρ, εντάξει είναι μια εμπειρία αλλά δεν είναι αυτό που μετράει.
Είχαν αρχίσει να μαζεύονται και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του μπάρμπα Βασίλη, οι τρεις γιοι του με τις γυναίκες και τα παιδιά τους επιστρέφοντας από τις δουλειές και τις ετοιμασίες. Η γυναίκα του έψησε ψωμί στη φωτιά και έβαλε πάνω λάδι και ρίγανη και το πρόσφερε στους ξένους, στα παιδιά και τα εγγόνια της. Ανάψανε και δυο λάμπες με πετρέλαιο μιας και είχε πιάσει να σκοτεινιάζει.
-Ε τι άλλο ήθελες δηλαδή;
-Τα Χριστούγεννα είναι μια διαφορετική μέρα, θέλει άλλα πράγματα για να την καταλάβεις. Να πας στην εκκλησία, να αφήσεις τις έννοιες και τις σκοτούρες σου στα χέρια Εκείνου που γεννήθηκε σε σπήλαιο και κοιμήθηκε σε φάτνη για να μας σώσει εμάς. Είναι μια γιορτή και μια μέρα να είσαι με την οικογένεια. Και για να σε προλάβω, αν δεν έχεις οικογένεια, κάτι άλλο θα γίνεται για να βρεις αυτήν οικογενειακή θαλπωρή όπως εγώ.
-Δεν έχεις οικογένεια;
-Όχι, είμαι μόνος μου… Αλλά να όπως είπα, κάτι γίνεται για να βρεις αυτό που χρειάζεσαι μια τέτοια μέρα.
Ο Μάρκος τον κοίταξε και μετά βάλθηκε να κοιτάει τους οικοδεσπότες. Είχαν μια ζεστασιά, οι κινήσεις και οι τρόποι τους. Αρχίσανε να στρώνουν για την νύχτα. Ο παππούς έλεγε στα εγγόνια του ιστορίες για τα καλικατζάρια που σαν απόψε ανέβαιναν στον κόσμο να πειράξουν τους ανθρώπους.
-Κάθονται κάτω στα τρίσβαθα της γης και ροκανίζουν το δέντρο που τη στηρίζει μα σαν μυριστούν πως ήρθαν τα Χριστούγεννα βγαίνουν στον απάνω κόσμο και αρχίζουν τις σκανδαλιές. Χαλάνε τη φωτιά, σκορπούν τη στάχτη, χύνουν το γάλα και ξινίζουν το γιαούρτι. Γι’ αυτό δε σβήνουμε τη φωτιά όλες τις μέρες να κρατάει μακριά τα καλικαντζάρια. Μέχρι να φύγουν την παραμονή των Φώτων, πριν χτυπήσουν οι καμπάνες!
-Και τι γίνεται τότε παππού;
-Πάνε πάλι κάτω αλλά τι να δουν; Το δέντρο είναι και πάλι ολάκερο και αρχίζουν από την αρχή.
Ο Μιχάλης πήγε κοντά στον Σαμουήλ.
-Με την αλλαγή μας στο σχέδιο δεν κάναμε τον εσπερινό.
-Το πρωί, πριν τον όρθρο, είπε ο Σαμουήλ. Αφού φέτος δεν συνοδεύεται από λειτουργία.
Πέσανε για ύπνο. Ο Μάρκος έμεινε να κοιτάζει τα δοκάρια στο ταβάνι με τα διάφορα σκεύη και τρόφιμα κρεμασμένα από αυτά, το τζάκι που έκαιγε και τελικά αποκοιμήθηκε. Δεν μπορούσε να αρνηθεί ότι λίγες φορές στη ζωή του ήταν τόσο γαλήνιος και ήρεμος.

Χριστούγεννα Στο Βουνό - 1

Author: Νυχτερινή Πένα /


-Αναμένεται νέα επιδείνωση του καιρού μετά την άφιξη του χαμηλού βαρομετρικού που έχει επηρεάσει όλη τη χώρα φέρνοντας χιόνια και χαμηλές θερμοκρασίες.
Ο Μάρκος έκλεισε το ραδιόφωνο φουρκισμένος καθώς οδηγούσε στο ορεινό οδικό δίκτυο. Δεν θα έφτανε εγκαίρως. Τι ήθελε ο καιρός και άλλαξε τόσο απότομα; τώρα θα χαλούσε τελείως τα σχέδιά του. Μετά από τόση δουλειά είχε κανονίσει και αυτός να πάει για λίγη ξεκούραση και θα το έχανε από τον καιρό, θα αναγκαζόταν να σταματήσει σε ποιος ξέρει ποιο και από τον Θεό ξεχασμένο χωριό να περάσει τα Χριστούγεννα.
Προσπέρασε στο χιονισμένο δρόμο δύο πεζούς, ο ένας ήταν ιερέας, φορούσε το μαύρο ράσο και το χαρακτηριστικό καπέλο, να δεις πως το λέγανε; Καλυμμαύχι, θυμήθηκε. Περίεργο που το θυμήθηκε, χρόνια είχε να μπει σε εκκλησία και πολύ περισσότερο να μιλήσει σε παππά. Αλλά θυμήθηκε τη γιαγιά του, την κυρά Βαρέλαινα όπως την ήξεραν όλοι στο χωριό από τη δουλειά του άνδρα της, που ο πατέρας της ήταν παππάς και έλεγε ότι έξω από το σπίτι ή το ναό ο προπάππος του δεν το έβγαζε ποτέ το καλυμμαύχι. Δίπλα στον ιερέα περπατούσε ένας άνδρας με συνηθισμένα ρούχα, ντυμένος καλά για το κρύο. Κρατούσε και ένα ψηλό ραβδί πεζοπορίας, μάλλον για βοήθεια στο χιονισμένο έδαφος. Είχαν και ένα γάιδαρο που ακολουθούσε πιστά και τον κρατούσε από το χαλινάρι ο ιερέας. Ήταν φορτωμένος με ένα μεγάλο πλεκτό καλάθι από τα παλιά που έβλεπε κανείς μόνο σε εκθέσεις με είδη λαϊκής τέχνης και με ένα βαλιτσάκι από τη μια ενώ από την άλλη είχε ένα μικρό σακίδιο.
Τους άφησε πίσω και γρήγορα τους ξέχασε. Σκεφτόταν το πολυτελές ξενοδοχείο με τους επιφανείς προσκεκλημένους και το πλούσιο τραπέζι με το οποίο θα γιόρταζαν τα Χριστούγεννα που θα ξημέρωναν. Σαμπάνια, καλά κρασιά και εξαιρετικά εδέσματα, έτσι όπως γιορτάζουν εκείνοι που είναι κάποιοι. Ένα κλίμα χαράς και ευωχίας ακόμα και αν δεν ήξερες καλά καλά ούτε τους συνδαιτημόνες σου.
Και το οποίο δεν φαινόταν ότι θα κατάφερνε να δει. Το χιόνι πύκνωνε και πρόσθετε καινούρια στρώματα στο ήδη υπάρχον στο δρόμο. Σε λίγο δεν θα μπορούσε να συνεχίσει. Σχεδόν μόλις έκανε τη σκέψη βρήκε το δρόμο κλειστό. Σταμάτησε στην άκρη και βγήκε έξω βρίζοντας. Έβγαλε το κινητό του και έκανε να καλέσει βοήθεια αλλά διαπίστωσε πως δεν είχε σήμα. Με ακόμα περισσότερες βρισιές προχώρησε να βρει ένα σπίτι με τηλέφωνο.
Περπάτησε πολύ περισσότερο από όσο θα ήθελε και χάθηκε μέσα στο χιονιά. Δεν είδε τη στάνη παρά μόνο όταν έπεσε πάνω στην πόρτα της κάνοντας το τεράστιο τσοπανόσκυλο να τρελαθεί στο γάβγισμα. Η πόρτα στο χαγιάτι άνοιξε και ένας μεγαλόσωμος άνδρας κουκουλωμένος με μια βαριά κάπα άνοιξε. Του έριξε μια ματιά και είπε:
-Τι ζητάς εδώ πάνω αδερφέ;
-Έχασα το δρόμο μου, απάντησε ο Μάρκος.
-Πεζός;
-Όχι έχω αυτοκίνητο, ο δρόμος όμως έκλεισε από το χιόνι, έχετε τηλέφωνο μήπως για να δω τι μπορώ να κάνω;
-Τηλέφωνο; Όχι παλληκάρι μου, δεν έχω εδώ πάνω τηλέφωνο αλλά και ποιος θα βρεθεί να σε βοηθήσει; Πιάσαμε την αργία. Βάλε το αυτοκίνητο κανονικά στην άκρη και έλα μέσα να μην παγώσεις.
-Και να μείνω εδώ πάνω;
-Δεν έχει που να πας αλλού πιο κάτω έχει πάνω από ένα μέτρο χιόνι.
-Καλύτερα να γυρίσω πίσω, είπε σκασμένος ο Μάρκος.
-Ως που να φτάσεις στην Κατάρα θα έχεις αποκλειστεί.
-Να πάρει! είπε ο Μάρκος και πρόσθεσε μια βλαστήμια.
-Να σε χαρώ, του είπε ο βοσκός, μη λες τέτοια πράγματα σαν μέρα που’ ναι. Άντε έλα μέσα μην ξεπαγιάσεις.
Μπήκαν στο αγροτόσπιτο, ήταν μια μεγάλη σάλα και ο βοσκός τον οδήγησε στο τζάκι που έκαιγε μια ζωηρή φωτιά. Από τα μαυρισμένα δοκάρια της οροφής κρέμονταν λουκάνικα και καλάθια με τυριά.
-Αν μη τι άλλο τρως καλά εδώ, σχολίασε.
-Αύριο, πρώτα ο Θεός, είπε ο άλλος.
-Γιατί σήμερα δεν κάνει;
-Όχι δα! κρέας και τυρί μια μέρα πριν τα Χριστούγεννα!
Ο Μάρκος κατάλαβε ότι είχε κάνει κάποιο είδος γκάφας, κάποια παράβαση στον κώδικα σωστής συμπεριφοράς αυτού του ανθρώπου και βιάστηκε να αλλάξει κουβέντα.
-Μόνος είσαι εδώ πάνω;
-Όχι, όλοι εδώ είμαστε, τα παιδιά είναι στο κατώι στα ζώα, η κυρά έχει πάει πιο πάνω στο μπάρμπα – Μήτσελα να τον καλέσει να έρθει εδώ μαζί μας.
Ένα χτύπημα στην πόρτα τον διέκοψε.
-Α αυτοί θα’ ναι, είπε ο βοσκός και πήγε να ανοίξει αλλά τον περίμενε μια έκπληξη.

Χριστουγεννιάτικες Καμπάνες

Author: Νυχτερινή Πένα /

           Καμπάνες! Καμπάνες!

Όλες μαζί το διαλαλούν
και το φωνάζουν,
τα Χριστούγεννα σήμερα
όλοι γιορτάζουν.

Καμπάνες μεγάλες το φωνάζουν
με ήχο βαθύ και δυνατό
μέσα στη νύχτα το κραυγάζουν.

Καμπάνες μικρές και καθαρές
γλυκές – γλυκές, μελωδικές,
προσθέτουν τη φωνή τους
σε τούτη τη νυχτιά,
Χριστούγεννα ήλθαν ξανά!

Καμπάνες αντηχούν μες στη νυχτιά
καλούν τους πάντες να γιορτάσουν ξανά
Χριστούγεννα πάλι μέσα από την καρδιά
λέγοντας σ’ όλους Χρόνια Πολλά!

Μια Ανάμνηση

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο φίλος μου ο Γιάννης με το σχόλιό του στην ανάρτηση για τη χελωνίτσα μου θύμισε μια άλλη επίσκεψη πριν από κάποια χρόνια. Ήταν καλοκαίρι και πολύ πρωί οπότε έγραφα στο μπαλκόνι απολαμβάνοντας την δροσιά.

Εκεί που καθόμουν αμέριμνος και έγραφα άκουσα έναν ήχο σαν φςςςςςςςς και μετά κελάηδημα κάπου κοντά. Δεν άργησα να βρω την πηγή του κελαηδήματος στο παντελόνι μου, γαντζωμένη στο μπατζάκι μου, ήταν ένα μικρό σπουργίτι αλλά όταν λέμε μικρό εννοούμε ένα τόσο δα πραγματάκι, σαν φτερωτή μπαλίτσα. Το έπιασα μαλακά, ήταν απαλό σαν πούπουλο, και από το φτέρωμα και το μέγεθος κατάλαβα ότι ήταν νεοσσός και πιθανότατα στην πρώτη πτήση του.

Στο χέρι μου καθόταν ήσυχο και ακίνητο σαν ψεύτικο, σαν μικρό πουπουλένιο μπαλάκι αντιστρέσινγ, είχε κλείσει το ένα φτερό κάπως άτσαλα και το διόρθωσα. Μετά το κράτησα με ανοιχτή την παλάμη κάπως ψηλά να πάρει θάρρος. Δεν άργησε να κάνει μια μικρή πτήση ως το δένδρο απέναντι, όχι πάνω από δύο με τρία μέτρα μακριά, όπου έκατσε σε ένα κλαδί και σύντομα ήρθε κοντά του και η υπόλοιπη οικογένεια.

Εγώ του ευχήθηκα καλές πτήσεις και επέστρεψα στο μακρύ ταξίδι του Γουίλλιαμ του Νέρακ στην Έρεμορ, τότε έγραφα το Θυρεό του Λέοντος.

Η Οργή Του Άνουβη

Author: Νυχτερινή Πένα /

Αρχαία Αίγυπτος, έτος δέκατο της βασιλείας του Αμενόφη του Γ’, οι πλημμύρες του Νείλου έχουν καθυστερήσει και αυτό ανησυχεί τον νεαρό φαραώ, αλλά αυτό ξαφνικά είναι το μικρότερο από τα προβλήματά του. Ο αδερφός του δολοφονείται σε μια απόπειρα που είχε σκοπό να σκοτώσει εκείνον, και η συμμαχία με το έθνος των Μιταννί ξαφνικά γίνεται εύθραυστη. Σε κάποιους δεν αρέσει ο τρόπος που κυβερνά και δεν θα σταματήσουν σε τίποτα για να πετύχουν τους σκοπούς τους. Φαίνεται ότι μόνο τον νεαρό Αμενχοτέπ, τον γραφέα του μπορεί να εμπιστευθεί.

Μια περιπέτεια με μυστήριο και κάποια μυστικιστικά στοιχεία στην αρχαία Αίγυπτο. Απολαυστική για τους λάτρεις του είδους και σε όσους αρέσει το ιστορικό μυθιστόρημα ή εκείνη η ιστορική περίοδος. 

Το Καταφύγιό Μου

Author: Νυχτερινή Πένα /

Η συγγραφική τέχνη είναι μια μοναχική τέχνη. Για να μπορείς να γράψεις πρέπει να μπορείς να μείνεις μόνος. Δεν χρειάζεται να είσαι μόνος αλλά χρειάζεται να μπορείς να το κάνεις για να γράψεις. Επίσης χρειάζεται να έχεις ένα χώρο αφιερωμένο για το έργο αυτό, ένα είδος καταφυγίου στο οποίο αποσύρεσαι για να γράψεις αφήνοντας τον κόσμο για να μεταφερθείς στους κόσμους της φαντασίας σου. Φυσικά μπορεί να είναι το καταφύγιο αυτό καταμεσής της πόλης, δεν χρειάζεται να είναι σε ερημιά, η μετακίνηση δεν είναι σωματική, είναι πνευματική.

Σήμερα θα μιλήσω για το δικό μου συγγραφικό καταφύγιο. Δεν είναι κάπου αλλού εκτός από το σπίτι μου. Είναι στο σπίτι μου αλλά εκεί ξεχνώ τη δουλειά και ό,τι άλλο με απασχολεί πέρα από το έργο μου και ασχολούμαι με αυτό. Από τι αποτελείται αυτό το καταφύγιο;

Είναι μια μεγάλη βιβλιοθήκη με ένα επίσης μεγάλο και άνετο γραφείο. Στα ράφια και τα ντουλάπια της έχω όσα μου χρειάζεται για να γράψω. Από τα ολοκληρωμένα έργα μου που είναι εκεί για να με ενθαρρύνουν να συνεχίζω πάντα και ως σημείο αναφοράς σε έργα που αποτελούν σειρά ή έχουν συνέχειες, ως τα βιβλία που περιέχουν πληροφορίες που χρειάζομαι, ας πούμε έχω ένα βιβλίο για τα όπλα της αρχαιότητας ή για τα κάστρα. Φυσικά εδώ βρίσκονται και οι σημειώσεις μου για τρέχοντα ή μελλοντικά έργα. Τέλος εδώ βρίσκονται και τα εργαλεία μου, στυλό, ανταλλακτικό, διορθωτικό, πανάκια για τα γυαλιά μου και το ρολόι τσέπης μου που αναπαύεται πάνω στο γραφείο όταν δεν βρίσκεται στην τσέπη μου.

Πάνω στο γραφείο ακόμα βρίσκεται το λάπτοπ που υλοποιεί όλα αυτά τα έργα μου στην τελική τους μορφή και ένας χάρτης της Έρεμορ είναι κολλημένος στην ξύλινη πλάτη του γραφείου, με εμπνέει και ταυτόχρονα ξέρω ανά πάσα στιγμή που βρίσκονται οι ήρωές μου.

Μετά από το γραφείο έχω και ακόμα ένα καταφύγιο, αυτό είναι άυλο και είναι ένα στέκι για συγγραφείς. Πρόκειται για το sff, το συγγραφικό φόρουμ. Αλλά για αυτό θα μιλήσουμε μια άλλη φορά.

Μια Χελωνίτσα

Author: Νυχτερινή Πένα /

Έτυχε να ακούσετε λογιστή να διαμαρτύρεται για τα ηλεκτρονικά βιβλία της ΑΑΔΕ; Έχει απόλυτο δίκιο, ένας μπελάς είναι, ένα χάος δίχως τέλος. Αλλά αυτό δεν είναι το θέμα μας. Το θέμα μας είναι άλλο.

Εκεί που προσπαθώ να βάλω τάξη στο χάος και να δω τι πρέπει να κάνω με το θέμα αυτό της ΑΑΔΕ και μελετώ εγκυκλίους και προθεσμίες ακούω ένα ντουπ στην πόρτα! Κοιτάζω, κανείς! Θα ήταν ο αέρας λέω. Ξαναγυρίζω στη δουλειά μου να και πάλι του ντουπ. Χωρίς να φυσάει κιόλας.

Τι, λέω, πλάκα μου κάνουν; Αλλά με το τρίτο ντουπ εντοπίζω την αιτία που είναι χαμηλά και δεν την έχω δει νωρίτερα για το λόγο αυτό. Στο κατώφλι μου ήταν μια μικρή χελωνίτσα. Επειδή είχα και στον κήπο μου πιο παλιά χελώνες, μπορούσα να πω αμέσως ότι δεν ήταν νεογέννητη, είχε δει δύο ή τρεις χειμώνες ήδη αλλά ήταν ακόμα μικρούλα. Δεν ξέρω που ήταν ως τότε ή γιατί ξύπνησε μέσα σε αυτήν την παγωνιά. Ίσως να την ενοχλήσανε που κουρεύανε τα χόρτα στο παρτέρι. Σηκώθηκα και πήγα ως την πόρτα, την κατέβασα και πάλι στο παρτέρι όπου είναι ασφαλής και έχει και φαγητό και ευχήθηκα να μη βγει στο δρόμο και έχει κάποιο μοιραίο ατύχημα.

Μετά από λίγο την έχασα, μάλλον κάπου λούφαξε για να συνεχίσει τον ύπνο της, που τόσο αγενώς της διέκοψαν. Μάλλον θα την δω πάλι την άνοιξη. Και αν δεν την δω, μπορεί πάλι να την ακούσω! 

Πραγματικά Δεν Πάμε Καλά

Author: Νυχτερινή Πένα /

Μόλις χθες συζητούσαμε το που πάει αυτή η κοινωνία με όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Και τι βλέπουμε σήμερα;

Μια κοπέλα που κατήγγειλε ότι την έδειρε ο άνδρας της και όχι μόνος του αλλά με την πεθερά της και τον κουνιάδο της, έναν άνδρα που η αστυνομία τον πρόλαβε ακριβώς πριν κόψει το λαιμό της συζύγου του, και παράλογες πράξεις όπου και να στραφεί κανείς.

Τι φταίει; Πολλοί ισχυρίζονται ότι φταίει η επιδημία του κορωνοϊού που έκλεισε πολλούς σπίτια τους και τους ανάγκασε να περάσουν περισσότερο χρόνο με την οικογένειά τους και αυτό προκάλεσε έξαρση βίας. Το κλείσιμο μέσα μπορεί να πυροδοτήσει εντάσεις αλλά σε τέτοιο βαθμό; Μήπως αυτοί οι άνθρωποι δεν έπρεπε ευθύς εξαρχής να κάνουν οικογένεια; Μήπως η κοινωνία μας πρέπει να ξανασκεφθεί πολλά πράγματα; 

Η Αφέλεια Των Οικολόγων

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο Ιουστινιανός ο Παραβάτης έμεινε στην ιστορία για την προσπάθειά του να επαναφέρει την ειδωλολατρία σε έναν κόσμο που όλο και ασπαζόταν τον Χριστιανισμό. Επισκέφθηκε το μαντείο των Δελφών για να ρωτήσει αν θα πετύχαινε η προσπάθειά του και η Πυθία του απάντησε ότι το ποτάμι της ιστορίας δεν γυρίζει πίσω. Είναι απόλυτη αλήθεια αυτό, η ιστορία δεν γυρίζει πίσω, ό,τι έχει γίνει δεν μπορεί να ξε-γίνει σαν να μην υπήρξε ποτέ. Όσο ωραία και απαραίτητη αν είναι η προστασία του περιβάλλοντος και η απαγόρευση των ορυκτών καυσίμων δεν μπορεί να συμβεί μέχρι να βρεθεί άλλη πηγή καυσίμων και αυτό ακόμα δεν έχει συμβεί.

Όσο καλά και μοδάτα αν είναι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα δεν θα παγιωθούν στην αγορά αν δεν αποκτήσουν τις δυνατότητες των βενζινοκίνητων. Δεν μπορεί κάποιος να θέλει οκτώ ώρες για την Θεσσαλονίκη και δυο μέρες για την Αλεξανδρούπολη! Αυτό πρακτικά θα καταργούσε τα ταξίδια.

Δεν μπορούν να καταργηθούν τα φορτηγά – που δεν μπορούν να κινηθούν με ηλεκτρική ενέργεια – γιατί αυτό θα σημάνει το τέλος του εμπορίου ουσιαστικά. Το ίδιο ισχύει και για τα πλοία, δεν μπορούμε να γυρίσουμε στα ιστιοφόρα θα γίνουν ελάχιστα τα είδη που θα μπορούν να εμπορευθούν και θα είναι πανάκριβα. Και ποιος θα ζήσει με τις συνθήκες αυτές; Ακόμα και αν οι ανανεώσιμες πηγές μπορούν να λύσουν τα καθημερινά προβλήματα θα λείπουν τα υλικά, οι πρώτες ύλες και τα μέσα για τη χρήση τους. Κοινώς δεν μπορούμε να γυρίσουμε στον Μεσαίωνα.

Άρα μέχρι να βρεθεί άλλη ικανή πηγή ενέργειας δεν θα σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε τα ορυκτά καύσιμα. 

Ημερολόγιο Συγγραφέα 4

Author: Νυχτερινή Πένα /

 Πέρασε σχεδόν όλος ο χρόνος και κοιτάζοντας πίσω μπορώ να πω ότι είμαι ικανοποιημένος από τα όσα έχω κάνει μέσα στη χρονιά. Από τους στόχους που είχα θέσει μέσα στη χρονιά ολοκληρώθηκαν όλοι, ή σχεδόν όλοι. Αυτοί ήταν οι στόχοι που είχα θέσει:

1. Την επιμέλεια του δεύτερου βιβλίου των Χρονικών της Έρεμορ στα Ελληνικά για έκδοση (την ολοκλήρωσα και εκδόθηκε έκανα και την ανάλογη ανάρτηση πριν λίγο καιρό)

2. Την επιμέλεια του πρώτου βιβλίου στα Αγγλικά για να το εκδώσω (έχει γίνει αλλά ακόμα δεν προχώρησα στην έκδοση).

3. Τη συγγραφή του έβδομου βιβλίου (ολοκληρώθηκε).

4. Την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου των ιστοριών που ξεκίνησα με τις αποστολές διάσωσης και την έκδοση (αποφάσισα να τις ανεβάσω στο ίντερνετ και όχι να πάω για έκδοση).

5. Την μετάφραση της ως άνω σειράς στα Αγγλικά και την έκδοση (ως άνω).

6. Μια μελέτη για τα Ελληνικά νομίσματα (ολοκληρώθηκε).

7. Την Επιχείρηση Προμηθέας, μια περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας (ολοκληρώθηκε και δημοσιεύθηκε εδώ).

8. Μια σειρά ποιητικών έργων (γράφτηκαν πολλά).

9. Μια δεύτερη σειρά, δράσης αυτή, στην οποία έχω ήδη κάποιες περιπέτειες (ετοιμάζεται για έκδοση η Επιχείρηση Ιωνία, είναι έτοιμη και την διαβάζουν beta readers).

Επειδή μάλιστα ολοκλήρωσα τους στόχους μου έθεσα και μερικούς ακόμα που ολοκλήρωσα:

10. Μια αναθεώρηση στην μελέτη για το στρατιωτικό ισοζύγιο Ελλάδας Τουρκίας. (ολοκληρώθηκε)

11. Μια αναθεώρηση του Απολυτικαρίου (έγινε)

12. Μια αναθεώρηση της μελέτης για τα νομίσματα (ολοκληρώθηκε)

13. Πολικός Σταθμός 44, μια περιπέτεια που γράφεται τώρα και πλησιάζει την ολοκλήρωση.

14. Επιχείρηση Εκδίκηση, μια περιπέτεια που γράφεται, ο τίτλος είναι προσωρινός και μπορεί να αλλάξει.

Δεν Πάμε Καλά

Author: Νυχτερινή Πένα /

Ο ένας σκοτώνει την γιαγιά του και μετά την μάνα του την οποία έχει κιόλας βιάσει, ο άλλος σκοτώνει τη γυναίκα του κυριολεκτικά στο ξύλο, τρίτος σκότωσε και τα παιδιά. Μετά ο άλλος ανεβάζει στο ίντερνετ τις ερωτικές του περιπτύξεις και όχι για να πει τι άντρας είναι – που τέλος πάντων αν και πολύ βλακώδες θα μπορούσε κάποιος να το προσπεράσει – αλλά για να εξευτελίσει τη σύντροφό του. Μετά έχουμε τα ανήλικα που για να πουλήσουν «μαγκιά» δείρανε τον συμμαθητή τους και τον στείλανε στο νοσοκομείο.

Και αν κάνεις να φύγεις από τα μεμονωμένα άτομα και να πας σε μια πιο γενική εικόνα τι βλέπεις; Ανθρώπους εκτός ορίων, από τους 300 του κοινοβουλίου που δε διαθέτουν μεταξύ τους ούτε τη στοιχειώδη ευγένεια και αβρότητα ως τους δρόμους που έχουμε συγκρούσεις για τα πάντα, από το εμβόλιο του κορωνοϊού ως το ποια ομάδα αξίζει το πρωτάθλημα ή αυτόκλητους σωτήρες που τα βάζουν με τους πάντες και τα πάντα.

Μήπως τελικά είχε δίκιο ο γέρο-Καραμανλής που έλεγε ότι η Ελλάς είναι ένα απέραντο φρενοκομείο; 

Τα Χρονικά Της Εσπέρια ΙΙ - Η Πολιορκία Του Φαιού Κάστρου - 8 Φινάλε

Author: Νυχτερινή Πένα /

V.

 

-Δεν θα αντέξουμε πολύ, μονολόγησε ο Ίριαν ενώ πολεμούσε με τους άνδρες του στις επάλξεις μπροστά από τον πύργο για να εμποδίσουν την πτώση του στα χέρια του εχθρού.

Στην άλλη άκρη ο Σίντρεκ και οι δικοί του είχαν υποχωρήσει μέσα στον πύργο της πύλης για να μπορούν να κρατήσουν τη θέση τους μιας και από την πόρτα δεν μπορούσαν να περάσουν παρά μόνο δύο ή τρεις μαζί και έτσι τους κρατούσαν έξω.

Θριαμβευτικές κραυγές τράβηξαν το βλέμμα του στο σημείο του κάστρου που είχαν στον έλεγχό τους οι εισβολείς και είδε ότι είχαν τραβήξει επάνω σκάλες για να τις κατεβάσουν από την άλλη πλευρά και να βρεθούν στο εσωτερικό του κάστρου.

Στην αυλή ο λοχαγός διέταξε με δυνατή σταθερή φωνή:

-Κλειστός σχηματισμός! Σφιχτά τις ασπίδες, έτοιμοι για επίθεση!

Με αλαλαγμούς θριάμβου οι εισβολείς άρχισαν να κατεβαίνουν στην εσωτερική αυλή του κάστρου. Από έξω τους μιμήθηκαν οι σύντροφοί τους που είχαν καταλάβει την πρόοδό τους και ζητωκραύγαζαν για την επικείμενη νίκη τους ενώ ανανέωναν τις προσπάθειές τους.

Ο Ίριαν δεν μπορούσε να αποσπάσει άλλους άνδρες για να πάνε να βοηθήσουν κάτω, η άμυνα στο τείχος είχε φτάσει στα όριά της. Σε λίγο θα κατέρρεε. Ένα νέο κύμα επιτιθέμενων κατέφτασε και επιτέθηκε με ορμή.

 

Η Αλένια είχε κλείσει την πόρτα και παρακολουθούσε από ένα μικρό παράθυρο τα τεκταινόμενα. Τα παιδιά είχαν ξυπνήσει και ήταν όλα μαζεμένα γύρω της. Η κοπέλα δεν έτρεφε καμία αυταπάτη ότι η πόρτα θα τους προστάτευε αλλά την είχε κλείσει για να μην προκαλέσει την προσοχή των εισβολέων που θα ξεχύνονταν για σφαγή, ίσως κατάφερνε να κρύψει τα παιδιά.

Οι άνδρες στην αυλή μάχονταν υπεράνθρωπα να κρατήσουν τους εισβολείς. Στην πόρτα του παρεκκλησίου ο αδερφός Φένορ χρησιμοποιούσε το ραβδί του για να αμυνθεί και να μην αφήσει κανέναν να περάσει μέσα. Αλλά ήταν μόνος του και αντιμέτωπος με έναν μεγάλο αριθμό αντιπάλων.

Η κοπέλα έσκυψε το κεφάλι και δάκρυα ανάβλυσαν στα μάτια της. Όλα είχαν τελειώσει. Τα παιδιά μαζεύτηκαν πιο κοντά της και εκείνη τα αγκάλιασε.

-Φοβάμαι, είπε ένα κοριτσάκι.

-Δεν πρέπει, είπε εκείνη με φωνή όμως που δεν ήταν σταθερή.

 

Στην πεδιάδα μπροστά τους ήταν παρατεταγμένος ο στρατός των γκόμπλιν του μάγου. Ταγμένοι σε σειρές χτυπούσαν τα κοντά πριονωτά σπαθιά τους στις ασπίδες τους και ανυπομονώντας να μπουν στη μάχη και να πάρουν μέρος στο σφαγιασμό των ενοίκων του κάστρου που φαινόταν να είναι έτοιμο να υποκύψει.

-Είναι πολλοί, κατά πολύ περισσότεροι από' μας, είπε ο Νέφλιν κοιτώντας τον εχθρικό στρατό και αναζητώντας το μάγο. Ακόμα και μετά τις απώλειες που έχουν ήδη.

-Ναι αλλά τους έφερε εκεί που θέλαμε, είπε ο Ράουμας, θα νικήσουμε αν όλα πάνε κατά το σχέδιο. Δεν θα ξεφύγει κανένας, ούτε καν ο Ζαγκάρθους.

-Το ελπίζω.

Ο Ράουμας έκανε ένα νόημα στον σαλπιγκτή. Ύστερα κοίταξε τους Ιππότες του. Όλοι ήταν έτοιμοι.

 

Ένα δυνατό σάλπισμα ακούστηκε και όλα τα μάτια στράφηκαν στους λόφους απέναντι από το κάστρο. Ένας ιππέας στεκόταν τώρα εκεί σαλπίζοντας ξανά το μήνυμα της ελπίδας για τους μαχητές του κάστρου. Η βοήθεια είχε φτάσει. Σάλπισε άλλη μια φορά και σαν για να απαντήσει μια μυριόστομη πολεμική ιαχή ακούστηκε:

-Στο όνομα της Εσπέρια!

 Χιλιάδες πολεμιστές κατέβαιναν τους λόφους τώρα συντεταγμένοι με το τακτικό τους βήμα να σείει το έδαφος. Θώρακες και πανοπλίες γυάλιζαν στο φως του φεγγαριού και τα τραβηγμένα ξίφη τους αντανακλούσαν το φως με έναν απόκοσμο τρόπο που έκανε την στρατιωτική αυτή δύναμη ακόμα πιο επιβλητική.

Οι επιτιθέμενοι άρχισαν να αποσύρονται από το κάστρο για να αντιμετωπίσουν τον νέο αντίπαλο αλλά τώρα δεν είχαν την αριθμητική υπεροχή και ο εχθρός τους ήταν αποφασισμένος να τους συντρίψει.

 

Ο σαλπιγκτής τελείωσε το πολεμικό του κάλεσμα και ο Ράουμας ύψωσε το χέρι του.

Το κατέβασε και οι πολεμιστές ξεχύθηκαν σε μια γρήγορη κάθοδο προς τους αντιπάλους τους που ετοιμάστηκαν για σύγκρουση σφίγγοντας τα σπαθιά και τις ασπίδες τους με το κοράκι εν πτήση, το έμβλημα του Ζαγκάρθους. Οι πεζοί πολεμιστές εμπλάκηκαν με τον εχθρό ενώ οι τοξότες παρατεταγμένοι σε τρεις γραμμές πιο πίσω έστελναν μια θανατηφόρα βροχή από βέλη στα κεφάλια του.

Οι έφιπποι μπήκαν στην μάχη με ορμή είχαν καλπάσει στην πλαγιά ενώ πεζοί και τοξότες είχαν ήδη εμπλακεί και καθηλώσει τις εχθρικές δυνάμεις. Βρέθηκαν στο πλευρό τους και έκαναν έφοδο με ορμή που αποδιοργάνωσε τα στίφη των γκόμπλιν.

Η μάχη ξέσπασε έντονη γύρω του αλλά ο Νέφλιν δεν έδινε σημασία, εκείνος είχε ξεπεζέψει και έψαχνε το μάγο. Δεν έδινε σημασία στη σκληρή μάχη γύρω του, στα σώματα που έπεφταν, στις κραυγές πόνου, ανθρώπων και μη, στους επιθανάτιους ρόγχους. Μαχόταν με κάποιον μόνο αν του επιτιθόταν και τον εμπόδιζε να προχωρήσει. Ακόμα και έτσι είχε σκοτώσει πολλούς όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Ζαγκάρθους.

Ο σκοτεινός μάγος ήταν ψηλός, ντυμένος με έναν μαύρο χιτώνα που κοσμούσαν μυστικιστικά σύμβολα κεντημένα με ασημένια ή κόκκινα νήματα. Γέλασε μοχθηρά καθώς ο Νέφλιν επιτιθόταν με ορμή εναντίον του.

Μια πορφυρή ριπή ενέργειας τινάχθηκε από το κρυστάλλινο ραβδί που κρατούσε ο μάγος. Χτύπησε τη σπάθα του Νέφλιν και την τίναξε από τα χέρια του. Ο αντίπαλός του γέλασε και προχώρησε μπροστά.

-Και τώρα θα πεθάνεις!

-Σκότωσέ με, είπε ο Νέφλιν ήσυχα σαν να διαφωνούσαν σε ένα θέμα πρωτοκόλλου και όχι για τη ζωή του, αλλά λυπήσου την Έλανεθ.

-Θα αντάλλασσες τη ζωή της με την ψυχή σου;

-Ναι, απάντησε χωρίς δισταγμό ο Νέφλιν.

Ο Ζαγκάρθους γέλασε εκστασιασμένος. Φαινόταν κάτι να τον ευχαριστεί σε ασύλληπτο βαθμό.

-Η ψυχή ενός Ιππότη στην υπηρεσία μου, ψιθύρισε και μετά είπε δυνατά. Ωραία δέχομαι. Πέθανε!

Ύψωσε το ραβδί και ο Νέφλιν έφερε στο μυαλό του το πρόσωπο της Έλανεθ, ήθελε να είναι η τελευταία του ανάμνηση από την ζωή αυτή. Ο μάγος κατέβασε το ραβδί αλλά δεν έφτασε ποτέ στο στόχο του, το κεφάλι του Νέφλιν. Μια άλως από γαλάζιο φως είχε καλύψει τον Ιππότη.

-Αδύνατον, είπε ο Ζαγκάρθους, δεν είσαι μάγος.

-Εκείνος όχι, εγώ όμως είμαι!

Μια λάμψη άστραψε δίπλα στον Νέφλιν και ένας άνδρας εμφανίστηκε δίπλα του.

-Εσύ! είπε κατηγορηματικά ο Ζαγκάρθους. Έχεις πεθάνει εδώ και χρόνια.

-Άλασταρ Φρίολιν Νεμάνια, είπε ο νεοφερμένος. Γνωστός ως ο Λευκός Μάγος ή απλά Άλασταρ. Και όχι δεν είμαι νεκρός. Αλλά θα είσαι εσύ σύντομα!

Ο Ζαγκάρθους έκανε μια κίνηση με το ραβδί του και μια φωτεινή σφαίρα κύλισε προς τον Άλασταρ που την κοίταξε ατάραχος. Ύστερα πρόφερε κάτι και πέρασε μέσα από αυτή που έσβησε πίσω του σε χιλιάδες σπίθες. Ο Ζαγκάρθους έβγαλε μια κραυγή γεμάτη οργή και πρόφερε ένα ξόρκι που υλοποίησε μπροστά του ένα τεράστιο ον με καμπυλωτά κέρατα στο κεφάλι και τεράστια νύχια σε κάθε ένα από τα τέσσερα άκρα του.

-Αυτό άσε το σε’ μενα, φώναξε ο Νέφλιν και όρμησε να αντιμετωπίσει το θηρίο ενώ η σπάθα του ερχόταν πίσω στο χέρι του.

Ο Ζαγκάρθους στράφηκε στο μάγο και ύψωσε το ραβδί του αλλά ο Άλασταρ έκανε κάτι που τον αιφνιδίασε. Έκανε γρήγορα δύο βήματα μπροστά και άρπαξε το ραβδί του αντιπάλου του.

-Η δύναμη δίνεται για να κάνει καλό και όχι κακό και υπάρχουν πράξεις που είναι ανίερες ακόμα και για έναν σκοτεινό μάγο. Γι’ αυτό και τώρα αυτή η δύναμη θα χαθεί.

Την ίδια στιγμή ο Φένορ άκουγε το μάγο στο μυαλό του.

«Τώρα! Κατέστρεψε το!»

Ο Φένορ κοίταξε μέσα στο παρεκκλήσιο, το καταραμένο βιβλίο δεν έδειχνε διαφορετικό πάνω στο αναλόγιο που ήταν τοποθετημένο αλλά ήξερε τι έκανε ο Άλασταρ. Είχε παρεμβάλλει τη δύναμή του ανάμεσα στον Ζαγκάρθους και το βιβλίο παύοντας για λίγο το δεσμό τους. Τώρα μπορούσε να το καταστρέψει.

Άρπαξε το βιβλίο και έσπευσε στην αυλή. Έσπευσε σε έναν από τους πυρσούς που φώτιζαν περιμετρικά το χώρο και τον έβγαλε από την θήκη του. Έβαλε το βιβλίο στο έδαφος και μετά το άγγιξε με τον δαυλό. Οι αρχαίες περγαμηνές λαμπάδιασαν αμέσως.

-Ας χαθεί έτσι και ο κύριός σου, είπε ο Φένορ.

Η κραυγή του Ζαγκάρθους ακούστηκε πάνω από τον ορυμαγδό της μάχης. Δευτερόλεπτα αργότερα ο Άλασταρ τον έστελνε για πάντα στην Άβυσσο.

 

Ο Ράουμας συνάντησε τον Νέφλιν στο σημείο που είχε πέσει ο σκοτεινός μάγος.

-Από καιρό ήθελε ο Ζαγκάρθους να αιχμαλωτίσει μια ψυχή, ειδικά μια που θα παραδινόταν οικειοθελώς και θα τον έκανε πανίσχυρο, θα την έκλεινε στο Μεγάλο Γριμόριο κάνοντάς το άτρωτο και εκείνον αθάνατο. Το θέμα ήταν να μπορέσουμε να τον βρούμε. Ο Άλασταρ ήξερε για τα σχέδιά του και ότι ερχόταν για το Γριμόριο. Έμενε να μαζέψουμε στρατό και να σπεύσουμε, ήξερα ότι θα σε αναζητούσε.

-Με αυτό το σκοπό με καταράστηκε τόσα χρόνια πριν;

-Όχι, τότε απλά ήθελε να εκδικηθεί για την ματαίωση των σχεδίων του στη συνωμοσία του Χάρκους. Η σκέψη να σε χρησιμοποιήσει δεν θα του πέρασε από το μυαλό πριν εσύ προσφερθείς για να σωθεί η Έλανεθ. Άντε πήγαινε πίσω, ως που να φτάσεις θα έχει συνέλθει.

-Θα σε καλέσουμε στο γάμο.

-Θα το περιμένω, είπε ο Ράουμας με ένα χαμόγελο και στράφηκε να ανασυγκροτήσει τους άνδρες του που καταδίωκαν τους τελευταίους μαχητές του εχθρού. Είχε μερικά ακόμα θέματα να διευθετήσει.

 

-Χαίρομαι που σε βλέπω σώο και αβλαβή αδερφέ, είπε ο Ίριαν μπαίνοντας στο παρεκκλήσιο.

Ο Φένορ στράφηκε και τον κοίταξε. Είχε πράγματι βγει από τη μάχη σώος και αβλαβής αν εξαιρούσε κανείς μερικές αμυχές.

-Και εγώ εσένα, και μάλιστα θριαμβευτή.

-Οι ενισχύσεις έφτασαν την κατάλληλη στιγμή, είπε ο Ιππότης, λίγο ακόμη και θα ήταν αργά πια. Ελάχιστοι πολεμιστές του εχθρού κατάφεραν να διαφύγουν.

Ήταν αλήθεια, η συντριβή του εχθρού ήταν απόλυτη. Την είχαν πληρώσει με αρκετές απώλειες, εκτός από τη φρουρά του κάστρου είχε χάσει και ο στρατός πολλούς αξιωματικούς και στρατιώτες. Είχαν ακόμα χάσει την αρχόντισσα Έρεσετ, που είχε υποκύψει στο τραύμα της. Μόνο τον Αράνους δεν θα βρισκόταν κάποιος να κλάψει.

-Και απαλλαγήκαμε και από τον Ζαγκάρθους επιτέλους. Τι θα κάνεις τώρα;

-Ο Ράουμας μου ζήτησε να αναλάβω εγώ την επαρχία και να γίνει διοικητής του Φαιού Κάστρου ο Λάτιρ.

-Πολύ καλές επιλογές, επιδοκίμασε ο Φένορ και πρόσθεσε με ένα χαμόγελο, και δεν θα χρειαστεί να ψάξεις μακριά για αρχόντισσα.

Ο Ίριαν ακολούθησε το βλέμμα του μοναχού στην αυλή όπου η Αλένια είχε βγει με τα παιδιά στον καθαρό αέρα του πρωινού, και χαμογέλασε.

-Εσύ; Τι θα κάνεις τώρα που ο Ζαγκάρθους χάθηκε;

-Δυστυχώς ο Ζαγκάρθους δεν ήταν η μόνη πηγή του κακού στην Εσπέρια, αν ήταν έτσι θα μας ξημέρωνε μια ευτυχισμένη μέρα. Ήταν βέβαια ένα μεγάλο κακό και χαίρομαι που δεν υπάρχει πια αλλά σίγουρα θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε και άλλα.

-Τότε ίσως πρέπει να γυρίσεις στο Γνοφώδες Όρος, είπε ο Ίριαν, να εκπαιδεύσεις νέους Ιππότες για να είμαστε έτοιμοι.

-Ίσως και να το κάνω, εσύ μη σκοτίζεσαι γι’ αυτό. Έχεις κάτι πιο ευχάριστο να σε περιμένει.

Ο Ίριαν κοίταξε την Αλένια και κατένευσε.

-Θα σε δω στο γάμο του Νέφλιν, είπε και προχώρησε προς το μέρος της.

 

Τέλος