Ο
Γουίλλιαμ κατέφτασε με έξι άνδρες και τον γιατρό του πλοίου. Εκείνος έσκυψε
αμέσως πάνω από την κοπέλα, την εξέτασε γρήγορα χωρίς να την μετακινήσει ως που
να είναι σίγουρος για το τι συμβαίνει.
-Δεν
υπάρχει κάποιο τραύμα. Βρίσκεται σε κατάσταση σοκ από την υποθερμία αλλά δεν
βλέπω κάτι άλλο. Στο πλοίο θα μπορώ να σας πω περισσότερα.
Οι
άνδρες που είχαν έρθει με τον γιατρό έβαλαν την κοπέλα στο φορείο που είχαν
μαζί τους και το σήκωσαν. Ήταν ένα από εκείνα που χρησιμοποιούσαν στο στρατό,
πτυσσόμενο για εύκολη μεταφορά.
-Θα
πάμε μαζί τους; ρώτησε η Κλερ.
-Ναι,
αν δεν έχεις αντίρρηση. Θες να πας στο σπίτι; Είναι στο δρόμο μας για την
παραλία, θες να σε αφήσουμε εκεί;
-Όχι,
θα έρθω μαζί σου, είπε η Κλερ.
-Εντάξει,
πάμε.
Διένυσαν
γρήγορα την απόσταση ως την παραλία και επιβιβάστηκαν στο φουσκωτό όπου
περίμεναν ακόμα δύο άνδρες. Επιβιβάστηκαν και έβαλαν πλώρη για το Βίκτορυ. Εκεί
ανέβασαν πρώτα το φορείο με την ακόμα αναίσθητη κοπέλα και μετά ανέβηκαν οι
υπόλοιποι.
Μόλις
πέρασαν στο εσωτερικό του πλοίου, η Λιζ όρμησε και αγκάλιασε τον Μιχάλη. Ήταν
φανερό ότι είχε σηκωθεί από το κρεβάτι, φορούσε μια φανέλα και ένα σορτσάκι και
τα μαλλιά της ήταν ανακατεμένα.
-Είσαι
καλά! Φοβήθηκα ότι ήταν για σένα η ιατρική βοήθεια.
-Γιατί;
-Είμασταν
όλοι εδώ όσο αφορά στα μέλη της αποστολής, άρα για ποιον άλλο θα γινόταν τέτοια
ετοιμασία;
-Μην
ανησυχείς, είναι για την κοπέλα.
-Ποια
είναι;
-Δεν
ξέρω, είπε ο Μιχάλης αλλά εσύ μπορείς να μάθεις.
-Πώς;
-Μπες
στα αρχεία της Aegean,
ήταν επιβάτης της πρώτης θέσης την Πέμπτη που μας πέρασε στην μεσημεριανή
πτήση.
-Έγινε,
είπε η Λιζ και έφυγε βιαστικά.
-Πάμε
στο ιατρείο, είπε ο γιατρός.
-Μιχάλη!
είπε ο Ντάνιελ που πλησίασε εκείνη τη στιγμή. Μπορώ να σου πω;
Ο
Μιχάλης έγνευσε καταφατικά και πήγαν λίγο πιο πέρα.
-Δεν
θα σου πω γιατί έφερες την κοπέλα εδώ, είπε ο πρώην πεζοναύτης καθώς στέκονταν
στο διάδρομο κοντά σε μια πόρτα που οδηγούσε στο κατάστρωμα. Δεν φοβάμαι ότι
είναι κάποια παγίδα. Αλλά πρέπει να προσέχουμε.
-Λες
για τον Βλέμμυ. Πού είναι τώρα;
-Έχει
πιάσει λιμάνι στον Μόλυβο, φοβήθηκαν την θαλασσοταραχή φαίνεται.
-Θα
έχουμε τον νου μας.
-Έχω
και ένα άσχημο νέο από την Αμερική. Ο Ράινχαρτ έπεσε θύμα απόπειρας δολοφονίας.
Είναι σε καταστολή αλλά πιστεύουν ότι θα τα καταφέρει, η πεταλουδίτσα της
νύχτας που ήταν μαζί του δεν ήταν τόσο τυχερή. Έμεινε στον τόπο, πιστεύουν ότι
ο Ράινχαρτ ζει ακόμα γιατί η σφαίρα πέρασε μέσα από το σώμα εκείνης.
-Ποιος
θα ήθελε να σκοτώσει έναν συνταξιούχο καθηγητή; Είπε τίποτα;
-Από
την αναφορά της αστυνομίας ξέρουμε ότι είπε σε έναν αστυνομικό κάτι. Εκείνος
δεν το κατάλαβε και ο Ράινχαρτ είπε «όπως η επιδρομή του 413.»
-Επιδρομή
του 413;
-Σου
λέει κάτι;
-Σίγουρα
δεν είπε 410;
-Γιατί;
-Το
410 οι Βάνδαλοι λεηλάτησαν την Ρώμη.
-Μπορεί
και να μην σημαίνει κάτι, δεν ξέρουμε πόση διαύγεια είχε ο καθηγητής. Μπορεί να
ήταν παραλήρημα, μπορεί να συνέχιζε κάτι που έλεγε στην κοπέλα.
-Δεν
φανταζόμουν ότι είχε τέτοιες δραστηριότητες, ήταν πάντα αυστηρός και απότομος.
-Ή
την αντοχή, είπε ο Ντάνιελ. Ελπίζω να τη γλιτώσει πάντως. Αυτό είχα κατά νου
και είπα ότι πρέπει να προσέχουμε.
-Εντάξει.
Ο
Ντάνιελ τον άφησε και ο Μιχάλης γύρισε κοντά στον γιατρό και την Κλερ.
-Ξεκουραστείτε,
είπε εκείνος, θα σας ειδοποιήσω όταν συνέλθει αυτή η άτυχη κοπέλα.
Ο
γιατρός προχώρησε προς το αναρρωτήριο και ο Μιχάλης στράφηκε στην αγαπημένη
του:
-Θέλεις
να επιστρέψουμε στο σπίτι ή να κοιμηθούμε εδώ;
-Καλύτερα
να μην τους βάζουμε να μας πηγαίνουν πίσω, να κοιμηθούμε στην καμπίνα σου.
-Πάμε
τότε.
Η
Κλερ τον ακολούθησε στους διαδρόμους του πλοίου.
-Μ’
αρέσει που δεν χάνεσαι, του είπε.
-Έχω
συνηθίσει, έχω μείνει αρκετά στο πλοίο.
Φτάσανε
στην καμπίνα και ο Μιχάλης άνοιξε την πόρτα, παραμέρισε για να την αφήσει να
περάσει και μετά ακολούθησε και έκλεισε την πόρτα. Η Κλερ κάθισε στην κουκέτα.
-Δεν
θα ήθελα τίποτα περισσότερο από το να ξαπλώσω.
-Ελεύθερα,
είπε ο Μιχάλης.
-Εσύ;
-Θα
καθίσω…
-Δεν
θα ξαπλώσεις;
-Να
μην σε ξεβολέψω. Δεν είναι και κάνα μεγάλο κρεβάτι.
-Δεν
με ξεβολεύεις, έλα να ξαπλώσουμε.
Η
Κλερ σηκώθηκε και άρχισε να γδύνεται. Έμεινε με το εσώρουχο και ξάπλωσε. Ο
Μιχάλης την ακολούθησε και εκείνη χώθηκε στην αγκαλιά του. Τον φίλησε με πάθος
και όταν τραβήχτηκε είπε:
-Ήθελα
από ώρα να το κάνω αλλά δεν ήταν σωστό μέσα στο εκκλησάκι και μετά βρήκαμε
αυτήν την κοπέλα. Αλλά τώρα που είμαστε μόνοι μας…
Ο
Μιχάλης την φίλησε και η Κλερ παραδόθηκε στο φιλί αυτό.
-Βλέπεις;
είπε μετά. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό αν δεν είχες ξαπλώσει.
Τον
φίλησε ξανά και ο ύπνος ξεχάστηκε για λίγο.
Η
Νίκη βόγκηξε με απόλαυση καθώς έφτανε στην ολοκλήρωση με τον Δημήτρη. Έγειρε
πίσω στα μαξιλάρια και άπλωσε το χέρι της στο κομοδίνο όπου το ποτήρι με το
ποτό της την περίμενε. Ο Δημήτρης ξάπλωσε δίπλα της, και αυτός έπιασε το ποτό
του.
-Στην
υγειά μας, είπε η Νίκη, και κατέβασε μονοκοπανιά το κρασί της.
-Και
κάθε κακό στους εχθρούς μας, είπε ο Δημήτρης.
Η
Νίκη χαμογέλασε. Της άρεσε ο Δημήτρης, όχι μόνο γιατί ήταν αυτό που ζητούσε στο
κρεβάτι αλλά ήταν και το ίδιο ανηλεής και αδίστακτος με την ίδια. Γι’ αυτό τον
είχε καλέσει απόψε για μια οργιαστική νύχτα με σεξ και ποτό.
-Αύριο
θα πάρουμε εκδίκηση.
-Πώς;
-Θα
αρχίσω από τον Δελμάρ, θα διαδώσω πολύ πειστικά ότι είναι αδερφή. Θα πω ότι του
έκατσα και δεν του σηκώθηκε καν. Ούτε λόγος για σεξ.
-Καλό,
ξεφτίλα μεγάλη για τον μάγκα, είπε ο Δημήτρης.
-Και
μετά έχει σειρά η άσπιλη παρθένα.
-Τη
Στεφάνου λες;
-Ναι,
θα πέσεις λίγο πάνω της και θα την γδάρεις με μια πρόκα.
-Σιγά
τη ζημιά, είπε ο Δημήτρης, να τη ρίξω κάτω να σπάσει τίποτα;
-Αρκεί
το γδάρσιμο, είπε η Νίκη χαιρέκακα, έχει λευχαιμία. Αυτό σημαίνει ότι έχει
λευκοπενία, άρα το ανοσοποιητικό της είναι αδύναμο. Ακόμα και η πιο ελαφριά
μόλυνση μπορεί να την στείλει στο νοσοκομείο.
-Όλα
τα σκέφτεσαι, ε; είπε ο Δημήτρης απλώνοντας το χέρι του ανάμεσα στα πόδια της.
Η
Νίκη άφησε ένα βογκητό ευχαρίστησης και είπε:
-Συνέχισε,
πολύ μου αρέσει αυτό. Άκου τι θα κάνουμε στα δίδυμα της συμφοράς τώρα….
Η
Ελπίδα ξύπνησε νιώθοντας ξεκούραστη και γαλήνια. Είχε κοιμηθεί στην αγκαλιά του
Ρωμανού τόσες ώρες χωρίς να ξυπνήσει καθόλου, χωρίς καν να αλλάξει θέση. Άνοιξε
τα μάτια της και βρήκε τον αγαπημένο της να την κοιτάζει.
-Καλημέρα,
του είπε.
-Καλημέρα,
αγαπημένη μου, πώς κοιμήθηκες;
-Σαν
ήμουν στον παράδεισο. Εσύ;
-Με
εσένα στην αγκαλιά μου; Ήμουν πράγματι στον Παράδεισο!
Η
Ελπίδα ανασηκώθηκε και τον φίλησε απαλά στα χείλη. Ο Ρωμανός την κράτησε έτσι
πάνω του και το φιλί έγινε πιο θερμό, τα χείλη της μισάνοιξαν και η γλώσσα της
έπαιξε με τη δική του. Η κοπέλα έγειρε και πάλι πίσω στο μαξιλάρι της και ο
αγαπημένος της έσκυψε από πάνω της συνεχίζοντας το φιλί. Η Ελπίδα τον χάιδεψε
στη γυμνή πλάτη του απαλά στην αρχή, πιο κτητικά μετά όπως ξεθάρρευε στην στενή
αυτή επαφή.
Ο
Ρωμανός την χάιδεψε στο μάγουλο, μετά στον λαιμό, στην συνέχεια κατηφόρισε στον
γυμνό ώμο της και σταμάτησε στην κορδέλα του νυχτικού της.
-Ναι,
ψιθύρισε η Ελπίδα, ναι, Ρωμανέ…
Έπιασε
το χέρι του και το οδήγησε στο στήθος της. Ο Ρωμανός ένιωσε τη θηλή της να
ερεθίζεται κάτω από το λεπτό ύφασμα και τη χάιδεψε. Η Ελπίδα πήρε μια βαθιά
ανάσα καθώς η πρωτόγνωρη εμπειρία έστελνε ένα κύμα ευχάριστης διέγερσης σε όλο
το κορμί της. Φίλησε τον αγαπημένο της με πάθος και κόλλησε το σώμα της στο
δικό του. Ο Ρωμανός ανταποκρίθηκε στο φιλί ενώ ένιωθε τον ανδρισμό του να
σκληραίνει. Συνέχισε να χαϊδεύει την κοπέλα του κατηφορίζοντας στο πλευρό της
και φτάνοντας στο τέλος του νυχτικού της, τον γυμνό μηρό της.
Η
Ελπίδα ένιωσε τη διέγερση του Ρωμανού και αυτό τη γέμισε με μια επίσης
καινούρια αίσθηση, την ευχάριστη συνειδητοποίηση μιας γυναίκας ότι ο σύντροφός
της τη θέλει, την ποθεί ερωτικά. Καθοδηγημένη από το ένστικτο λύγισε το πόδι
της και αγκάλιασε την μέση του ανοίγοντάς του χώρο, καλώντας τον να την κάνει
δική του. Καταλάβαινε τον ανδρισμό του να πιέζει την ήβη της, και μετά την
αντίδρασή του σώματος της. Έσπρωξε τη λεκάνη της πάνω στον ανδρισμό του και
ένιωσε τους χυμούς της να αναβλύζουν.
-Ρωμανέ…
ψιθύρισε. Είμαι δική σου…
-Σε
αγαπώ, σε αγαπώ πολύ.
Την
κοίταξε στα μάτια και αυτό που έβλεπε εκεί ήταν η απόλυτη αγάπη. Η Ελπίδα έλυσε
το νυχτικό της και το κατέβασε εκθέτοντας το σώμα της στο άγγιγμά του, στον
έρωτά του. Μόνο τα εσώρουχά βρίσκονταν πια ανάμεσά τους. Η κοπέλα μετακίνησε
και το άλλο πόδι της κάνοντας ακόμα πιο εύκολο το επόμενο βήμα. Ο Ρωμανός ήξερε
ότι σε λίγο θα ήταν πια αργά να σταματήσουν.
-Ελπίδα,
της είπε τρυφερά. Είναι νωρίς ακόμα… Σε αγαπώ πιο πολύ από τη ζωή μου αλλά δεν
ξέρω αν πρέπει να ολοκληρώσουμε…
Η
Ελπίδα έμεινε ακίνητη στην αγκαλιά του. Τον φίλησε απαλά.
-Έχεις
δίκιο, Ρωμανέ, δεν είναι ακόμα η ώρα. Πρέπει να πάμε στο σχολείο εξάλλου. Αλλά
θα έρθει σύντομα.
Με
ένα βαθύ φιλί αποχωρίστηκαν. Ο Ρωμανός σηκώθηκε και η Ελπίδα τον κοίταξε με
αγάπη. Το βλέμμα της περιπλανήθηκε στο σώμα του και πρόσεξε τον ερεθισμένο του
ανδρισμό όπως τον περιέγραφε το εσώρουχό του. Απέστρεψε το βλέμμα ενώ ένα απαλό
κόκκινο απλωνόταν στα μάγουλά της.
Σηκώθηκε
από το κρεβάτι και προχώρησε προς το μπάνιο.
-Θα
κάνω πρώτη μπάνιο και μετά εσύ.
Κοίταξε
τον αγαπημένο της στα μάτια.
-Θα έλεγα να το κάνουμε μαζί αλλά θα αργήσουμε για το σχολείο!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου