Μέρες Του Φθινοπώρου 33

Author: Νυχτερινή Πένα /

Κεφάλαιο Τριακοστό Τρίτο

 

Η Ελπίδα ξύπνησε νιώθοντας ξεκούραστη και χαλαρωμένη. Ανασηκώθηκε και στηρίχθηκε στον αγκώνα της κοιτώντας τον Ρωμανό που ακόμα κοιμόταν. Τον αγαπούσε τόσο πολύ, ήταν τα πάντα για εκείνη, όχι γιατί της είχε σταθεί τόσο πολύ αλλά γιατί όταν τον κοιτούσε στα μάτια έβλεπε την αγάπη, την δύναμη, το μέλλον που μπορούσε να έχει.

Έσκυψε και τον φίλησε στα χείλη και ψιθύρισε:

-Σε αγαπώ τόσο πολύ.

Το άγγιγμά της ήταν ελαφρύ αλλά ο Ρωμανός ξύπνησε. Η Ελπίδα τον φίλησε και πάλι. Το φιλί έγινε πιο βαθύ και η κοπέλα μετακίνησε το σώμα της πιο κοντά στου αγαπημένου της. Εκείνος την αγκάλιασε και χάιδεψε την πλάτη της ανεβάζοντας το χέρι του ως τη βάση του λαιμού της.

-Αυτό είναι το πιο όμορφο ξύπνημα που είχα, είπε ο Ρωμανός.

-Σσς… Δεν τελείωσε ακόμα, ψιθύρισε η Ελπίδα και τον ξαναφίλησε.

Ο Ρωμανός την χάιδεψε.

-Τι λες να μην πάμε σχολείο σήμερα; την πείραξε.

-Ρωμανέ! τον μάλωσε εκείνη αλλά δεν έκανε να αφήσει την αγκαλιά του.

 

Ο Μιχάλης άνοιξε τα μάτια του νιώθοντας ζεστός και ξεκούραστος. Θυμόταν ότι είχε χάσει τις αισθήσεις του ενώ τον ανέβαζαν στο φουσκωτό. Έκανε να ανασηκωθεί και διαπίστωσε ότι ήταν γυμνός. Επίσης δεν ήταν μόνος του στην κουκέτα, στη μέσα πλευρά, με την πλάτη στον τοίχο κοιμόταν η Θάλεια. Το κοριτσάκι ήταν επίσης γυμνό, όπως στο γιοτ του Βλέμμυ.

Αναρωτήθηκε αν ήταν και πάλι στα χέρια του εχθρού και αν το άρρωστο σχέδιο της Έφης συνεχιζόταν. Δεν ένιωθε όμως την επίδραση κανενός φαρμάκου και αισθανόταν ο εαυτός του. Η Θάλεια έδειχνε να είναι καλά και κοιμόταν γαλήνια.

Έριξε μια ματιά γύρω του και χαμογέλασε. Βρισκόταν στην καμπίνα του στο Βίκτορυ. Είχαν δραπετεύσει.

Στην καρέκλα δίπλα του υπήρχαν ρούχα και τα πήρε και ντύθηκε. Βγήκε από την καμπίνα και έπεσε πάνω στη Λιζ.

-Μάικ! Ερχόμουν να δω αν συνήλθες.

Η κοπέλα τον αγκάλιασε.

-Φοβήθηκα για σένα.

-Είμαι καλά. Τι έγινε στο γιοτ;

-Θα σου τα πει ο Ντάνιελ.

-Είναι στη γέφυρα;

-Όχι, ξεναγεί αυτήν την κοπέλα που έφερες με την Κλερ.

-Τη Φοίβη… Είναι εντάξει;

-Ναι, είναι με τον Ντάνιελ, της έδειξε τα εργαστήρια και τα ευρήματα, αν κατάλαβα καλά, την ενδιαφέρει το θέμα.

-Ναι, είχε σπουδάσει κιόλας. Για πες λοιπόν…

-Χθες ο Ντάνιελ σε αναζήτησε και όταν δεν μπόρεσε να σε βρει, έστειλε ανθρώπους σπίτι σου. Το βρήκαν ανοιχτό και εσύ έλειπες χωρίς να έχεις πάρει  ούτε το κινητό ούτε τα κλειδιά σου. Δεν ήταν δύσκολο να καταλάβει τι έγινε και να αποφασίσει την επιδρομή.

Ο Μιχάλης κούνησε το κεφάλι του.

-Τι έγινε στο γιοτ; ρώτησε η Λιζ. Πώς βρέθηκες γυμνός στη θάλασσα με μια γυναίκα και ένα παιδί επίσης γυμνούς;

Ο Μιχάλης της τα διηγήθηκε όλα. Η Λιζ χλόμιασε ακούγοντας τι είχε σχεδιάσει η Έφη για εκείνον και το μικρό κοριτσάκι.

-Τη σκύλα, είπε. Ο θάνατος δεν ήταν αρκετή τιμωρία.

Κοίταξε τον Μιχάλη.

-Πώς αισθάνεσαι;

-Είμαι καλά αλλά θα έλεγα ότι πρέπει να φάω κάτι, κοντεύω ένα εικοσιτετράωρο χωρίς να έχω βάλει τίποτα στο στόμα μου.

-Πάμε στην τραπεζαρία τότε!

Ο Μιχάλης κάθισε να φάει πρωινό και η Λιζ του έκανε παρέα ενημερώνοντάς τον για τα όσα είχαν γίνει ενώ εκείνος δεν είχε τις αισθήσεις του.

-Ο Ντάνιελ έκανε έφοδο με σκοπό να σκοτώσει τον Βλέμμυ, δεν τον έχω δει άλλη φορά τόσο οργισμένο, είπε η Λιζ. Αν σε βρίσκανε νεκρό, δεν ξέρω ποια θα ήταν η μοίρα του. Δραπέτευσες πάνω στην ώρα, οπότε δεν είχε τέτοιο θέμα. Και πάλι σκοτώσανε εννιά άτομα, συλλάβανε έντεκα και τον Βλέμμυ με τη γυναίκα του.

-Πολύ ωραία, είπε ο Μιχάλης, τέλος καλό, όλα καλά.

-Η πρώην φίλη σου είναι νεκρή.

-Αλήθεια; Πως έγινε; ρώτησε ο Μιχάλης.

Διαπίστωνε ότι δεν τον ένοιαζε, δεν μπορούσε καν να λυπηθεί. Μετά τα γεγονότα της προηγούμενης μέρας, η Έφη δεν άξιζε οίκτο. Αν είχε πεθάνει νωρίτερα θα την είχε λυπηθεί σαν μια εγωπαθή που είχε πάρει το λάθος δρόμο και δεν ήξερε να ξεχωρίσει το καλό από το κακό, αλλά αυτό που είχε κάνει την προηγούμενη μέρα περνούσε τα όρια της εκδίκησης, ακόμα και της σκληρότερης φαντασίας. Αποκάλυπτε στον απόλυτο βαθμό το τέρας που έκρυβε μέσα της.

Ευχήθηκε να ελεήσει ο Θεός την ψυχή της τώρα που θα βρισκόταν ενώπιον Του.

-Τη σκότωσε η γυναίκα του Βλέμμυ για να μην αφήσουν ίχνη αλλά ομολόγησε όταν την έπιασαν και ο Γουίλλιαμ της είπε ότι, αν δεν συνέλθεις, θα σε συνοδέψει στον άλλο κόσμο.

-Και μετά;

-Ο γιατρός κατάλαβε ότι εσύ και η γυναίκα είχατε δεχθεί δόσεις από το φάρμακο και ότι απλά χρειαζόταν να ξεκουραστείτε. Πήγα σπίτι σου και έφερα ρούχα για σένα. Πήρα το θάρρος να ενημερώσω την Κλερ ότι κινδύνεψες αλλά είσαι εντάξει. Επίσης μην ανησυχείς για το σπίτι, κλείδωσα και σου έφερα τα κλειδιά αλλά και το κινητό σου.

-Ευχαριστώ για όλα, Λιζ, είσαι θησαυρός.

-Γι’ αυτό είναι οι φίλοι. Η μικρή σου φίλη δεν ήθελε να σε αποχωριστεί και έτσι κοιμήθηκε δίπλα σου ολόγυμνη μιας και δεν είχαμε ρούχα για εκείνη. Θα έβγαινα στην στεριά να της αγοράσω. Επικοινώνησε ωστόσο με την οικογένειά της για να τους πει ότι είναι καλά.

Η Λιζ ανέφερε ότι ανακαλύφθηκε ότι πίσω από την επίθεση στα συμφέροντα της Κλερ ήταν ο Βλέμμυς. Ο Αλέξανδρος τα είχε τακτοποιήσει όλα και η αγαπημένη του θα επέστρεφε από το Λονδίνο την Τρίτη. Η αστυνομία είχε πάρει τον Βλέμμυ και τους δικούς του, όπως και τον Βασίλη.

-Κρίμα που δεν πήρε την Μάρθα επίσης.

-Δεν ήταν μπλεγμένη σε τίποτα, αλλά μην ανησυχείς, δεν είναι καθόλου χαρούμενη, ξέρει ότι δεν είναι πλέον ζάμπλουτη!

 

Η Φωτεινή στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη της και κοίταξε το είδωλό της που της χάρισε ένα λαμπερό χαμόγελο ευτυχίας. Ήταν στο δωμάτιό της ντυμένη ακόμα μόνο με τα εσώρουχά της και κοιταζόταν στον καθρέφτη που ήταν στερεωμένος στην μέσα πλευρά του φύλλου της ντουλάπας της.

Είχε εμπιστοσύνη στην εμφάνισή της και η χθεσινή της εμπειρία με τον Αλέξη, παρότι δεν ήταν ολοκληρωμένη, της είχε χαρίσει μια αυτοπεποίθηση και σαν γυναίκα. Σαν μια γυναίκα που ένας άνδρας δεν θα εκτιμούσε μόνο για το χαρακτήρα και την προσωπικότητά της αλλά και για την οποία θα ένιωθε επίσης την ερωτική έλξη.

Παρότι δεν είχε σκοπό να κάνει κάτι με τον Αλέξη είχε φορέσει ένα καινούριο στηθόδεσμο που κολάκευε τη σιλουέτα της, ήθελε να είναι όμορφη αν την έβλεπε μόνο με αυτό, αν πήγαιναν για μπάνιο ξανά. Στη σκέψη αυτή ένα ευχάριστο ρίγος διέγερσης την διέτρεξε.

Το κινητό της κουδούνισε με ένα μήνυμα.

«Είσαι έτοιμη για το σχολείο;»

Η Φωτεινή χαμογέλασε. Ήταν από τον Αλέξη. Γιατί την ρωτούσε; Ανυπομονούσε να τη δει; Ήθελε να τη δει; Απάντησε:

«Είμαι σχεδόν έτοιμη.»

Άφησε το κινητό της και άρχισε να ντύνεται, έβαλε ένα μπλουζάκι και ένα παντελόνι. Έβαζε τα παπούτσια της όταν ήρθε ακόμα ένα μήνυμα:

«Όταν είσαι έτοιμη, βγες, έρχομαι να σε πάρω.»

Χαμογέλασε. Ερχόταν να την πάρει να πάνε μαζί στο σχολείο παρότι δεν ήταν στο δρόμο του. Ένιωσε ευτυχισμένη και ξέσπασε σε ένα δυνατό, κελαρυστό γέλιο.

 

Ο Μιχάλης μπήκε στο αναρρωτήριο. Η Χαρά βρισκόταν εκεί ξαπλωμένη με το βλέμμα της στον ουρανό πέρα από το φινιστρίνι που βρισκόταν δίπλα της. Φαινόταν καλά αν και ταλαιπωρημένη. Την κοίταξε με ένα βλέμμα που φανέρωνε την ενοχή που ένιωθε. Παρότι δεν είχε γίνει με τη θέλησή του και βρισκόταν κάτω από την επήρεια του φαρμάκου, η κοπέλα του είχε προσφέρει στοματικό έρωτα, κάτι που δεν έπρεπε να συμβεί.

Η κοπέλα αισθάνθηκε την παρουσία του και γύρισε και τον κοίταξε.

-Ευχαριστώ, του είπε.

-Εμένα; Γιατί;

-Θυμάμαι όλα όσα έγιναν.

-Δεν θα έπρεπε να με ευχαριστείς τότε, είπε ο Μιχάλης κοκκινίζοντας. Αναγκάστηκες…

-Ήσουν δεμένος, είπε η κοπέλα, και προφανώς γεμάτος με φάρμακα όπως ήμουν και εγώ. Η διαβολογυναίκα εκείνη με είχε αναγκάσει να κάνω και άλλες πράξεις τέτοιες… ανώμαλες…. Και θυμάμαι αυτά που μου ψιθύρισες όταν φοβήθηκες ότι θα αναγκαζόσουν να με βιάσεις παρά φύσιν.

-Ωστόσο έκανες εξαιτίας μου μια αηδιαστική πράξη. Πώς βρέθηκες στο γιοτ του Βλέμμυ;

-Με είχαν προσλάβει σαν καμαριέρα της γυναίκας του αλλά στο γιοτ… έγινα σκλάβα του σεξ.

-Είσαι από την Αθήνα;

-Όχι, είπε η Χαρά. Είμαι από ένα χωριό της Θεσσαλίας, κοντά στα Τρίκαλα. Πήγα στην Αθήνα ελπίζοντας ότι θα βρω μια δουλειά αλλά δεν ήταν εύκολο και δέχτηκα να πάω για καμαριέρα.

-Καταλαβαίνω, θες να επιστρέψεις στην Αθήνα, λογικά.

-Θα ήθελα να πάω σπίτι μου, αλλά δεν έχω χρήματα, ούτε καν ρούχα αυτή τη στιγμή.

Ο Μιχάλης έγνευσε, μετά κάθισε σε μια καρέκλα. Έβγαλε από την τσέπη του ένα χαρτί και το έδωσε στην κοπέλα. Εκείνη το πήρε και το ξεδίπλωσε, το διάβασε και τον κοίταξε με έκπληξη.

-Για να ξεχάσεις αυτά που σου συνέβησαν.

-Μα…

-Δες το σαν μια αποζημίωση και μια συγγνώμη από εμένα.

 

Η Φωτεινή μπήκε στην αυλή του σχολείου, εντόπισε αμέσως τον αδερφό της και την Ελπίδα, τη Νίκη να τους κοιτάζει με τον ίδιο εχθρικό τρόπο όπως πάντα, τα συνηθισμένα πηγαδάκια στην αυλή και τα πολλά βλέμματα που στράφηκαν πάνω της.

Ήξερε και το λόγο, μετά το φιλί που είχε δώσει στον Αλέξη για να αποδείξει ανυπόστατους τους ισχυρισμούς της Νίκης, ήταν πολλοί που την παρακολουθούσαν για να καταλάβουν τι συνέβαινε και αν ήταν πραγματικά ζευγάρι.

Και τώρα έμπαινε στο σχολείο μαζί του λάμποντας από ευτυχία. Δεν άφηνε και πολύ χώρο για αμφιβολίες. Διατήρησε την ψυχραιμία της και συνέχισε να προχωρεί χωρίς να αφήσει τις σκέψεις της να φανούν στο πρόσωπό της. Αλλά ο Αλέξης είχε βαρεθεί τα παιχνίδια και τα μισόλογα των συμμαθητών του και τα αέναα πηγαδάκια.

Την αγκάλιασε και τη φίλησε στα χείλη. Ακολούθησαν σφυρίγματα, ένας δυο συμμαθητές τους σχολίασαν. Εκείνη δεν την ένοιαζε τίποτα από όλα αυτά. Ούτε καν η βρισιά της Νίκης που ακούστηκε ξεκάθαρα σε όλο το προαύλιο.

 

Ο Μιχάλης βγήκε στο κατάστρωμα. Προχώρησε προς τη σκάλα απ’ όπου θα επιβιβαζόταν στο φουσκωτό. Ο Γουίλλιαμ είχε ήδη κατέβει και ο ίδιος κοντοστάθηκε πριν τον μιμηθεί.

Στην πλώρη ο Ντάνιελ μιλούσε με την Φοίβη και της έδειχνε την ανοιχτή θάλασσα. Ο τρόπος τους έδειχνε ότι είχαν αρχίσει να αποκτούν οικειότητα. Ο Μιχάλης χαμογέλασε. Ό,τι ακριβώς χρειαζόταν η πληγωμένη κοπέλα. Έπιασε να κατεβαίνει στο φουσκωτό, είχε ένα μάθημα να κάνει και μερικές ακόμα λεπτομέρειες να τακτοποιήσει.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου